Ευλογιά των Πιθήκων: Τα Επίπεδα του Ιού στο Αίμα Συνδέονται με τη Μολυσματικότητα των Ασθενών

Το πρώτο περιστατικό της ευλογιάς των πιθήκων της παρούσας επιδημίας καταγράφηκε το Μάρτιο του 2022 στη Μεγάλη Βρετανία. Έκτοτε, ο ιός έχει εξαπλωθεί αρκετά με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν πλέον περισσότερα από 53.000 κρούσματα στη Μεγάλη Βρετανία, τα οποία στο σύνολό τους συνδέονται με τον κλάδο ΙΙ του ιού.

Ο ιός της ευλογιάς των πιθήκων είναι ένας ιός διπλής έλικας DNA που ανήκει στην οικογένεια Poxviridae του γένους Orthopoxvirus. Τα πρώτα περιστατικά του ιού ανιχνεύθηκαν το 1970 στην κεντρική Αφρική. Από τότε, έχουν παρατηρηθεί διάφορες επιδημίες του ιού οι οποίες εντοπίζονται συνήθως στην κεντρική και δυτική Αφρική. Η πρώτη επιδημία εκτός Αφρικής συνέβη το 2003, μετά τη μεταφορά άγριων ζώων που είχαν μολυνθεί με τον ιό στην Αμερική.

Η επιδημία που αντιμετωπίζουμε σήμερα βρίσκεται ήδη τόσο στις ΗΠΑ, όσο και σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες. Το μεγαλύτερο ποσοστό των περιστατικών αφορά ομοφυλόφιλους άνδρες και τα συχνότερα συμπτώματα είναι οι δερματικές βλάβες στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, την περιπρωκτική περιοχή και το ρινοφάρυγγα. Η διάγνωση των περιστατικών επιβεβαιώνεται μέσω της εξέτασης PCR.

Καθώς η παρουσία του ιού της ευλογιάς των πιθήκων σε ένα κλινικό δείγμα δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι ο ασθενής είναι μολυσματικός, οι επιστήμονες μίας νέας μελέτης θέλησαν να εξερευνήσουν αν η ποσότητα του ιικού DNA συνδέεται με τη μολυσματικότητα του ασθενούς. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Eurosurveillance.

Στην έρευνα εξετάστηκαν συνολικά 43 κλινικά δείγματα (21 οροφαρυγγικά, 20 δερματικά και 2 ορθικά) από 32 ασθενείς σε 6 νοσοκομεία του Ισραήλ. Στα δείγματα αυτά έγιναν αναλύσεις προκειμένου να προσδιοριστεί η ποσότητα του ιικού DNA που περιέχουν.

Τα Αποτελέσματα της Έρευνας

Η έρευνα παρατήρησε ισχυρή και γραμμική σύνδεση ανάμεσα στην ποσότητα του ιικού DNA στην εξέταση PCR και τη μολυσματικότητα των ασθενών από τα δείγματα που είχαν δώσει οι τελευταίοι.

Συγκεκριμένα, ασθενείς με χαμηλές ποσότητες του ιού (ενδεικτικές ανάρρωσης) είχαν πολύ μικρή πιθανότητα να μεταδώσουν τον ιό, ενώ αντίθετα ασθενείς με υψηλές ποσότητες (και συνήθως περισσότερα συμπτώματα) είχαν αυξημένη πιθανότητα να μεταδώσουν τον ιό.

Ένας περιορισμός της έρευνας ήταν ότι τα δείγματα αποθηκεύτηκαν για 48 ώρες πριν εξεταστούν, γεγονός που μπορεί να επηρέασε τα αποτελέσματα, αν και τυπικά οι ιοί της οικογένειας poxvirus επηρεάζονται μετά τις 48 ώρες. Επιπλέον, οι επιστήμονες δεν γνώριζαν ποια ήταν η διάρκεια ανάμεσα στη μόλυνση των ασθενών με τον ιό και τη λήψη του δείγματος.

Καταλήγοντας, οι επιστήμονες της μελέτης υποστήριξαν ότι ιδανικά η μολυσματικότητα των ασθενών θα πρέπει να προσδιορίζεται από την κλινική τους εικόνα. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης προσφέρουν σημαντικά δεδομένα αναδεικνύοντας τη χρησιμότητα και των εργαστηριακών εξετάσεων.

Φωτογραφία: Karolina Grabowska

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα