Μπορεί μία Πρωτεΐνη του Μικροβιώματος να Ενοχοποιείται για την Πολλαπλή Σκλήρυνση;

Η πολλαπλή σκλήρυνση είναι μία χρόνια νόσος του νευρικού συστήματος που επηρεάζει συνήθως νεαρούς ενήλικες 20-40 ετών και εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες. Σήμερα, περίπου 2.8 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως πάσχουν από πολλαπλή σκλήρυνση και ο αριθμός αυτός αυξάνεται συνεχώς.

Η νόσος χαρακτηρίζεται από παθολογική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή της επικάλυψης μυελίνης των νευρικών ινών. Η πολλαπλή σκλήρυνση μπορεί να προκαλέσει διάφορα συμπτώματα, όπως για παράδειγμα μυϊκή αδυναμία, μούδιασμα, διαταραχές του γαστρεντερικού και του ουροποιητικού, διαταραχές της όρασης, αίσθημα κόπωσης, ίλιγγο, μυϊκούς σπασμούς και άλγος.

Η συχνότερη μορφή της πολλαπλής σκλήρυνσης, η υποτροπιάζουσα διαλείπουσα, η οποία επηρεάζει το 85% περίπου των περιστατικών, χαρακτηρίζεται από διαστήματα επιδείνωσης ή υποχώρησης της νόσου.

Τα ακριβή αίτια της πολλαπλής σκλήρυνσης δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, ωστόσο η εμφάνισης της νόσου έχει συνδεθεί τόσο με περιβαλλοντικούς όσο και με γενετικούς παράγοντες.

Μία νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε προσφάτως στο περιοδικό Journal of Clinical Investigation έδειξε ότι μία συγκεκριμένη τοξίνη η οποία παράγεται από βακτήρια στο λεπτό έντερο εμπλέκεται στην εμφάνιση της νόσου.

Εντερικό Μικροβίωμα και Πολλαπλή Σκλήρυνση

Το εντερικό μικροβίωμα αποτελείται από τρισεκατομμύρια μικρόβια τα οποία ζουν και πολλαπλασιάζονται στο έντερό μας. Τα περισσότερα από τα μικρόβια αυτά είναι βακτήρια, ωστόσο στο μικροβίωμα βρίσκονται επίσης και ορισμένοι ιοί, μύκητες ή πρωτόζωα.

Το εντερικό μικροβίωμα είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της υγείας μας. Ωστόσο, όταν η ισορροπία του μικροβιώματος διαταράσσεται, μπορεί να εμφανιστούν διάφορα άλλα προβλήματα. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι αλλαγές του μικροβιώματος μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων.

Προηγούμενες μελέτες είχαν παρατηρήσει ότι οι διαταραχές του μικροβιώματος είναι αρκετά συχνές στους ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση. Η νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Investigation έδειξε ότι οι ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση έχουν υψηλότερα επίπεδα ενός συγκεκριμένου βακτηρίου συγκριτικά με τα άτομα μίας ομάδας ελέγχου. Το βακτήριο αυτό λέγεται Clostridium perfringens και παράγει την τοξίνη έψιλον. Η τοξίνη αυτή διευρύνει τα αγγεία του εγκεφάλου, γεγονός που επιτρέπει σε διάφορα φλεγμονώδη κύτταρα να διαπεράσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό.

Τι είναι η Τοξίνη Έψιλον;

Οι επιστήμονες της μελέτης εξέτασαν δείγματα κοπράνων από ασθενείς με πολλαπλή σκλύρυνση και υγιείς εθελοντές. Αναλύοντας τα δείγματα αυτά με PCR προσπάθησαν να εξερευνήσουν το γονίδιο της τοξίνης έψιλον, το οποίο βρίσκεται μόνο στο βακτήριο C. perfringens.

Όπως παρατήρησαν, το 61% των δειγμάτων από ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση είχαν το παραπάνω γονίδιο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ομάδα ελέγχου ήταν μόλις 13%. Επιπλέον, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι το εντερικό μικροβίωμα των ασθενών με πολλαπλή σκλήρυνση είχε μεγαλύτερους πληθυσμούς του βακτηρίου C. perfringens σε σχέση με μία ομάδα ελέγχου ίδιας ηλικίας και φύλου.

Στο επόμενο κομμάτι της μελέτης τους οι επιστήμονες εξέτασαν τις επιδράσεις της τοξίνης έψιλον σε πειραματόζωα. Η έγχυση της τοξίνης σε ποντίκια που είχαν αυξημένο κίνδυνο για την εμφάνιση πολλαπλής σκλήρυνσης προκάλεσε απομυελίνωση σε αρκετές περιοχές του ΚΝΣ.

Τα ποντίκια είχαν επίσης σχεδόν διπλάσιες βλάβες στην παρεγκεφαλίδα, δηλαδή το τμήμα του εγκεφάλου που εμπλέκεται στην ισορροπία και το συντονισμό, ενώ υπήρχαν και ανιχνεύσιμες βλάβες στη λευκή ουσία του εγκεφάλου.

Υπάρχουν Θεραπείες που Περιορίζουν τα Επίπεδα της Τοξίνης;

Το βακτήριο C. perfringens παράγει την τοξίνη έψιλον μόνο στο στάδιο της ταχείας ανάπτυξης. Το γεγονός αυτό μπορεί ίσως να εξηγήσει τις εξάρσεις και υφέσεις της νόσου στους ασθενείς, αν τελικά αποδειχθεί ότι τα συμπτώματα της νόσου αποδίδονται σε αυτή την τοξίνη.

Όπως υποστηρίζει η επιστημονική ομάδα, οι παρατηρήσεις της μελέτης τους ανοίγουν το δρόμο για την ανάπτυξη θεραπειών.

«Η τοξίνη βοηθά τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος να φτάσουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι διάφορες θεραπείες που στοχεύουν το βακτήριο ή την τοξίνη μπορεί να έχουν χρησιμότητα ως τροποποιητικά της νόσου», καταλήγει η ομάδα, τονίζοντας ωστόσο ότι σίγουρα αυτό θα πρέπει να επιβεβαιωθεί από κλινικές μελέτες.

Φωτογραφία: cottonbro studio

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα