Long COVID: Τι Έδειξε η Πλέον Λεπτομερής Μελέτη για τη Συχνότητα των Συμπτωμάτων της Νόσου;

Ένας στους 8 ενήλικες που μολύνονται με τον ιό SARS-CoV-2 θα παρουσιάσουν χρόνια συμπτώματα ή long COVID, όπως υποστηρίζει μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.

Η έρευνα είναι μία από τις πρώτες που εξετάζουν τα συμπτώματα στους ασθενείς με long COVID συγκριτικά με αυτά που εμφανίζονται σε ένα πληθυσμό χωρίς ιστορικό λοίμωξης. Η επιστημονική ομάδα εξέτασε επίσης τη συχνότητα αρκετών συμπτωμάτων στους ασθενείς πριν και μετά τη λοίμωξη με τον ιό. Η σημαντική διαφορά της παρούσας μελέτης σε σχέση με άλλες έρευνες αυτού του είδους ήταν ότι εξετάστηκε επίσης μία ομάδα ελέγχου με ασθενείς χωρίς ιστορικό, γεγονός που επέτρεψε στους επιστήμονες να προσδιορίσουν ευκολότερα την πραγματική συχνότητα των συμπτωμάτων της νόσου.

«Σήμερα υπάρχει μεγάλη ανάγκη να προσδιοριστούν τα ακριβή ποσοστά των διαφόρων συμπτωμάτων στους ασθενείς με long COVID. Ωστόσο, οι περισσότερες μελέτες μέχρι σήμερα δεν είχαν εξετάσει τα ποσοστά των συμπτωμάτων συγκριτικά με μία ομάδα ελέγχου χωρίς ιστορικό λοίμωξης με τον ιό», αναφέρουν οι συγγραφείς.

«Η έρευνά μας εξέτασε τη συχνότητα των συχνότερων συμπτωμάτων της long COVID, όπως η δύσπνοια, το αίσθημα κόπωσης, η ανοσμία και η αγευσία, τόσο πριν όσο και μετά τη διάγνωση της COVID-19, καθώς και σε μία ομάδα ελέγχου χωρίς ιστορικό της λοίμωξης. Αυτό μας επέτρεψε να έχουμε μία καλύτερη εικόνα σχετικά με τα ποσοστά των ασθενών που έχουν long COVID, καθώς και τη συχνότητα κάθε συμπτώματος ξεχωριστά», πρόσθεσαν.

Η έρευνα διεξήχθη στην Ολλανδία. Οι επιστήμονες ζήτησαν από τους εθελοντές της μελέτης Lifelines COVID-19 Cohort να συμπληρώνουν τακτικά ερωτηματολόγια για 23 συμπτώματα που συνδέονται με τη long COVID. Ο κάθε εθελοντής συμπλήρωσε συνολικά 24 ερωτηματολόγια στο διάστημα από το Μάρτιο του 2020 μέχρι τον Αύγουστο του 2021. Την περίοδο αυτή, ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού της Ολλανδίας είχε εμβολιαστεί.

Οι ασθενείς της ομάδας που νόσησε από COVID-19 είχαν είτε θετική εξέταση PCR για τον ιό στο ιστορικό τους, είτε είχαν διάγνωση της νόσου από γιατρό. Από τους συνολικά 76.422 εθελοντές, οι 4.231 (5.5%) που νόσησαν από COVID-19, αντιστοιχήθηκαν με 8.462 εθελοντές με βάση την ηλικία, το φύλο και το χρόνο διάγνωσης με την COVID-19.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι ορισμένα συμπτώματα εμφανίστηκαν για πρώτη φορά ή ήταν συχνότερα 3-5 μήνες μετά τη διάγνωση της COVID-19, συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου, αλλά και τους ίδιους τους ασθενείς πριν νοσήσουν από τον ιό. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι τα παραπάνω συμπτώματα αποτελούν ίσως τη βάση των συμπτωμάτων της long COVID.

Τα κυριότερα συμπτώματα της μελέτης ήταν η στηθάγχη, η δύσπνοια, η επώδυνη αναπνοή, οι μυαλγίες, η ανοσμία και η αγευσία, το μούδιασμα των άκρων, η εναλλαγή αισθήματος κρύου και ζέστης και το γενικευμένο αίσθημα κόπωσης. Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων αυτών σταθεροποιήθηκε στους 3 μήνες μετά τη λοίμωξη. Άλλα συμπτώματα που δεν παρουσίασαν βελτίωση ή επιδείνωση στους 3 μήνες μετά τη διάγνωση της COVID-19 ήταν η κεφαλαλγία, ο κνησμός στους οφθαλμούς, ο ίλιγγος, η ισχιαλγία και η ναυτία.

«Με βάση τα παραπάνω συμπτώματα θα μπορούμε πλέον να ξεχωρίσουμε ευκολότερα τους ασθενείς με long COVID, από τους ασθενείς που πάσχουν από άλλες παρόμοιες νόσους», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Το 21.4% των ασθενών που νόσησαν από COVID-19 παρουσίασαν τουλάχιστον 1 σύμπτωμα μέτριας σοβαρότητας 3 μήνες μετά τη λοίμωξη με τον SARS-CoV-2 ή περισσότερο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ομάδα ελέγχου ήταν 8.7%. Το γεγονός αυτό πρακτικά δείχνει ότι στο 12.7% των ασθενών με COVID-19, το νέο αυτό σύμπτωμα μπορεί να αποδοθεί στη λοίμωξη με τον ιό.

«Η προσέγγιση που χρησιμοποιήσαμε στη μελέτη μάς επέτρεψε να κάνουμε διαχωρισμό ανάμεσα στα συμπτώματα που προκάλεσε ο ιός και αυτά που προκλήθηκαν από άλλα χαρακτηριστικά της πανδημίας, όπως για παράδειγμα τα lockdowns και οι καραντίνες», τόνισαν οι συγγραφείς.

«Η long COVID είναι ένα τεράστιο πρόβλημα για τη δημόσια υγεία. Κατά συνέπεια είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τόσο τη συχνότητα της νόσου στον πληθυσμό όσο και τα συμπτώματα που μπορεί να προκαλέσει έτσι ώστε να ξεκινήσουν οι προσπάθειες για την ανάπτυξη θεραπειών», πρόσθεσαν.

Ένας περιορισμός της έρευνας είναι ότι εξέτασε μόνο ασθενείς που είχαν μολυνθεί με το στέλεχος Άλφα, επομένως τα αποτελέσματα της μελέτης πιθανώς δεν αφορούν άτομα που νόσησαν από νεότερα στελέχη. Επιπλέον, καθώς η έρευνα ασχολήθηκε κυρίως με ασθενείς που παρουσίασαν ήπια συμπτώματα, δεν μπορούμε να πούμε ότι τα ποσοστά στα οποία κατέληξε αφορούν το σύνολο των ασθενών με COVID-19. Τέλος, ορισμένα συμπτώματα που πλέον έχουν συνδεθεί με τη long COVID, δεν είχαν ανιχνευθεί εκείνη την περίοδο επομένως η έρευνα δεν εξέτασε τη συχνότητά τους.

Φωτογραφία: Chermiti Mohamed

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα