COVID-19: Μπορεί να Επηρεάσει τις Αποθήκες Ενέργειας του Οργανισμού;

Στην αρχή της πανδημίας, οι πνεύμονες είχαν βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος αναφορικά με την COVID-19, ωστόσο αργότερα διαπιστώσαμε ότι ο ιός μπορεί να προκαλέσει σοβαρές βλάβες και σε άλλα όργανα του σώματος. Μία νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό Science Translational Medicine εξερεύνησε τις μακροπρόθεσμες βλάβες που προκαλεί η COVID-19, προτείνοντας παράλληλα νέες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της long COVID.

«Όπως παρατηρήσαμε, στην οξεία COVID-19 λοίμωξη παρατηρούνται συγκεκριμένες αλλαγές σε διάφορες περιοχές του εγκεφάλου. Συγκεκριμένα, εντοπίσαμε μεγάλη μείωση της έκφρασης των γονιδίων για τα μιτοχόνδρια στην παρεγκεφαλίδα, μία περιοχή που ελέγχει τους μύες, την ισορροπία, τις γνωστικές λειτουργίες και τα συναισθήματα», αναφέρουν οι συγγραφείς.

«Αν και το κύριο σημείο της λοίμωξης είναι οι πνεύμονες, διάφορα μοριακά σήμερα μπορεί να επηρεάσουν και τη λειτουργία άλλων οργάνων του σώματος, μεταξύ των οποίων η καρδιά, οι νεφροί, το ήπαρ και ο εγκέφαλος, ακόμα και μετά το πέρας της οξείας λοίμωξης», πρόσθεσαν.

Κάθε κύτταρο του οργανισμού φέρει μιτοχόνδρια, δηλαδή ειδικές δομές οι οποίες καλύπτουν τις ενεργειακές ανάγκες των οργάνων. Τα μιτοχόνδρια έχουν δικό τους γονιδίωμα (το μιτοχονδριακό DNA), ενώ χρειάζονται και το πυρηνικό DNA προκειμένου να προσφέρουν ενέργεια στον οργανισμό. Πρακτικά, τα δύο παραπάνω είδη DNA καθοδηγούν τα μιτοχόνδρια έτσι ώστε τα τελευταία να μετατρέψουν τα μόρια οξυγόνου σε κυτταρική ενέργεια, υπό τη μορφή τριφωσφορικής αδενοσίνης (ATP).

Χρησιμοποιώντας ρινικά δείγματα και ιστούς από ασθενείς και μοντέλα πειραματοζώων, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι ο ιός μπορεί να αποκλείσει συγκεκριμένα γονίδια που χρησιμοποιούν το οξυγόνο για να δημιουργήσουν ATP, εξαντλώντας έτσι τις αποθήκες ενέργειας του οργανισμού. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό αρκετά κύτταρα και ιδιαίτερα αυτά της καρδιάς και του εγκεφάλου.

Προκειμένου να διατηρήσουν τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού, τα καρδιακά και τα νευρικά κύτταρα αρχίζουν να καταναλώνουν διάφορα άλλα, λιγότερο σημαντικά, τμήματά τους μεταξύ των οποίων και τα μιτοχόνδρια. Τελικά, η διαδικασία αυτή καταστρέφει και τμήματα που είναι απαραίτητα για ένα κύτταρο, γεγονός που εκκινεί μία μορφή προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου που λέγεται νεκρόπτωση. Η τελευταία μπορεί να προκαλέσει μία ισχυρή φλεγμονώδη απόκριση η οποία συνοδεύεται από απελευθέρωση προφλεγμονωδών κυτταροκινών. Η ανεξέλεγκτη νεκρόπτωση μπορεί να προκαλέσει επίσης σήψη ή ακόμα και ανεπάρκεια οργάνων.

Η παρατήρηση αυτή, σύμφωνα με τους επιστήμονες της μελέτης, πιθανώς μπορεί να εξηγήσει γιατί οι ασθενείς με long COVID έχουν ακόμα συμπτώματα που συνδέονται με φλεγμονή ή επηρεάζουν το καρδιαγγειακό και τις γνωστικές λειτουργίες, ακόμα και μετά την αποδρομή της αρχικής λοίμωξης.

«Αν αρχίσουμε να κατανοούμε μακροπρόθεσμα πως επηρεάζεται μακροπρόθεσμα η λειτουργία κάθε οργάνου από τον ιό SARS-CoV-2, τότε πιθανώς θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ευκολότερα τα συμπτώματα της long COVID στους ασθενείς», υποστήριξαν οι συγγραφείς.

Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι ένα συγκεκριμένο είδος microRNA αυξάνει σημαντικά τα επίπεδά του στις σοβαρές λοιμώξεις του αναπνευστικού. Το συγκεκριμένο microRNA επηρεάζει τη γονιδιακή έκφραση των μιτοχονδρίων, επομένως πιθανώς θα μπορούσε να αποτελέσει θεραπευτικό στόχο, καταλήγει η μελέτη.

Φωτογραφία: RDNE Stock Project

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα