Long COVID και Φυσική Άσκηση: Τι Γνωρίζουμε Σήμερα

Σύμφωνα με στατιστικά δεδομένα από τις ΗΠΑ, σήμερα περίπου το 7.5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας παρουσιάζει συμπτώματα long COVID. Το ποσοστό αυτό είναι παρόμοιο στις υπόλοιπες χώρες του Δυτικού κόσμου στις οποίες ανήκει και η Ελλάδα. Δυστυχώς, τους τελευταίους μήνες έρχονται στο φως όλο και περισσότερα δεδομένα που δείχνουν ότι η φυσική άσκηση μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα των παραπάνω ασθενών.

Για παράδειγμα, μία έρευνα που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο έδειξε ότι οι ασθενείς που νόσησαν σοβαρά από COVID-19 έχουν σημαντικά μειωμένη ικανότητα να ασκηθούν μετά την ανάρρωσή τους από τη λοίμωξη. Ωστόσο, ακόμα και οι ασθενείς που παρουσίασαν ήπια συμπτώματα μπορεί να μην καταφέρουν ποτέ να φτάσουν τη φυσική κατάσταση που είχαν επιτύχει πριν τη μόλυνσή τους με τον ιό.

«Αρκετοί ασθενείς στη μελέτη μας είχαν παρουσιάσει ήπια συμπτώματα, ωστόσο η ικανότητά τους να ασκούνται περιορίστηκε σημαντικά μετά τη λοίμωξη με τον ιό», αναφέρουν οι συγγραφείς της παραπάνω μελέτης.

Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξε και μία μελέτη από το πανεπιστήμιο του Yale η οποία δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2021. Η έρευνα αυτή παρατήρησε ότι οι ασθενείς με long COVID είχαν πολύ χειρότερες επιδόσεις σε όλους τους δείκτες αεροβικής άσκησης.

Αντίστοιχα, μία έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Leeds που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2022 έδειξε ότι οι ασθενείς με long COVID περιόρισαν τη διάρκεια άσκησης κατά 93% μετά την ανάρρωσή τους από την COVID-19.

Ωστόσο, αρκετές μελέτες διαπίστωσαν ότι η μείωση στη διάρκεια της φυσικής άσκησης δεν είναι αποτέλεσμα της μειωμένης ικανότητας των ασθενών.

Μία έρευνα του 2021 παρατήρησε ότι το 89% των ασθενών με long COVID παρουσίασαν επιδείνωση των συμπτωμάτων της long COVID, μετά την άσκηση, ένα σύμπτωμα που χαρακτηρίζει τυπικά το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Το σύμπτωμα αυτό μπορεί να εμφανιστεί 12-48 ώρες μετά την άσκηση στους ασθενείς και μπορεί να παραμείνει μέχρι και για 2 εβδομάδες.

Η Long COVID Δεν Ανταποκρίνεται στις Τυπικές Θεραπείες

Η long COVID είναι μία «δυναμική αναπηρία» που συχνά απαιτεί από τον γιατρό να αναζητήσει νέες προσεγγίσεις όταν ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται στις τυπικές θεραπείες. Αρκετοί ασθενείς μάλιστα μπορεί να είναι εντελώς ασυμπτωματικοί τη μία μέρα και την επόμενη να παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα.

Σήμερα, διάφορα συμπτώματα που έχουν συνδεθεί με τη long COVID περιλαμβάνουν:

  • Αίσθημα κόπωσης (82%)
  • Θόλωση της σκέψης (67%)
  • Κεφαλαλγία (60%)
  • Διαταραχές του ύπνου (59%)
  • Ίλιγγο (54%)

Μάλιστα, το 86% των ασθενών αναφέρει ότι η φυσική άσκηση επιδεινώνει τα παραπάνω συμπτώματα.

Αρκετά από τα συμπτώματα της long COVID εμφανίζονται και σε άλλες παθήσεις, όπως για παράδειγμα ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η νόσος του Lyme και το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Ωστόσο σήμερα, δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να προσδιορίσουμε τα αίτια των παραπάνω συμπτωμάτων.

Πιθανά Αίτια των Συμπτωμάτων της Long COVID

Μία θεωρία που εξετάζεται αυτή τη στιγμή υποστηρίζει ότι ο SARS-CoV-2 εισέρχεται στα κύτταρα των ασθενών και εγκαθίσταται στα μιτοχόνδρια. Ο ιός μπορεί να παραμείνει στις δομές αυτές για εβδομάδες ή ακόμα και μήνες.

Ως αποτέλεσμα, αν και ο οργανισμός παράγει την ίδια ή περισσότερη ενέργεια, τελικά χρησιμοποιεί λιγότερο ποσοστό για τις ανάγκες του. Επιπλέον, η παραγωγή ενέργειας δημιουργεί απόβλητα τα οποία συσσωρεύονται στον οργανισμό προκαλώντας οξειδωτικό στρες. Το τελευταίο μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα κύτταρα καθώς τα μόρια του κυττάρου αλληλεπιδρούν με το οξυγόνο με ένα μηχανισμό που είναι επιβλαβής για τον οργανισμό.

Ένας άλλος μηχανισμός που μπορεί ίσως να εξηγήσει τα συμπτώματα της long COVID είναι η δυσλειτουργία του αυτονόμου νευρικού συστήματος. Η τελευταία μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως δύσπνοια, αίσθημα παλμών ή άλλα ασυνήθιστα συμπτώματα. Περίπου το 70% των ασθενών με long COVID έχουν κάποιου βαθμού δυσλειτουργία στο αυτόνομο νευρικό σύστημα.

Στους ασθενείς αυτούς, ακόμα και η αλλαγή της στάσης του σώματος μπορεί να προκαλέσει αύξηση των κυτταροκινών, δηλαδή ουσιών που παράγονται από το ανοσοποιητικό σύστημα για την αντιμετώπιση εξωτερικών απειλών, όπως ένας τραυματισμός ή μία λοίμωξη.

Προφανώς, για τα συμπτώματα της long COVID δεν αποκλείεται να ενοχοποιούνται και οι δύο παραπάνω μηχανισμοί.

Πώς Μπορούν οι Γιατροί να Βοηθήσουν τους Ασθενείς με Long COVID;

Το πρώτο βήμα για κάθε γιατρό είναι να διαχωρίσει τους ασθενείς με long COVID από τους ασθενείς που δεν έχουν αναρρώσει ακόμα από την αρχική COVID-19 λοίμωξη.

Τα συμπτώματα της οξείας λοίμωξης μπορεί να παραμείνουν ακόμα και για 4 εβδομάδες σε ορισμένους ασθενείς, ωστόσο αυτοί οι ασθενείς δεν έχουν long COVID με τον αυστηρό ορισμό.

Για αυτούς τους ασθενείς, ο γιατρός θα πρέπει να συνιστά σταδιακή αύξηση της φυσικής άσκησης. Αυτό αφορά τόσο την αεροβική άσκηση όσο και τις ασκήσεις ενδυνάμωσης.

Η οδηγία αυτή, ωστόσο, μπορεί να είναι καταστροφική για έναν ασθενή που πάσχει από long COVID. Το 20-30% των ασθενών αυτών παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση μέσα σε 12 εβδομάδες και μπορούν να ασκηθούν σχεδόν το ίδιο καλά όσο και πριν τη λοίμωξη με τον ιό.

Αντιθέτως, σε ένα ποσοστό 10-20% ακόμα και μικρές κινήσεις μπορεί να επιδεινώσουν σημαντικά τα συμπτώματά τους.

Στην πλειοψηφία των ασθενών, δηλαδή στο 50-60% θα εμφανιστεί κάποια βελτίωση η οποία, ωστόσο, κάποια στιγμή θα σταματήσει για λόγους που ακόμα δεν γνωρίζουμε.

Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει να προσπαθήσουν να εντάξουν σταδιακά την άσκηση και πάλι στην καθημερινότητά τους, ιδανικά υπό την επίβλεψη ενός ειδικού.

Φωτογραφία: Andrea Piacquadio

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα