Είναι Δυνατό να Αναπτύξουμε Ανοσία στον SARS-CoV-2 Μέσω της Διατροφής;

Γιατί ορισμένοι ασθενείς παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα από την COVID-19 ενώ άλλοι είναι εντελώς ασυμπτωματικοί; Το παραπάνω ερώτημα έχει απασχολήσει αρκετούς επιστήμονες από την αρχή της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό πιθανώς συνδέεται με τις πρωτεΐνες στις οποίες έχει εκτεθεί στο παρελθόν το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ανθρώπου.

Σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Frontiers in Immunology, οι πρωτεΐνες στα εμβόλια, τα βακτήρια, αλλά ακόμα και σε διάφορα τρόφιμα που καταναλώνουμε μπορεί να ενισχύσουν το ανοσοποιητικό σύστημα αναφορικά με την ικανότητά του να αντιμετωπίζει τον ιό SARS-CoV-2. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες περιέχουν πρωτεΐνες, ορισμένες από τις οποίες έχουν παρόμοιες δομές με αυτές που βρίσκονται στον ιό που ενοχοποιείται για την παρούσα πανδημία. Ως αποτέλεσμα, η έκθεση του ανοσοποιητικού συστήματος σε αυτές μπορεί να ενισχύσει την ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίζει τον ιό SARS-CoV-2.

SARS-CoV-2: Ένας Εντελώς Νέος Ιός;

Ο SARS-CoV-2 μπορεί να φαίνεται νέος ιός σε πολλούς από εμάς, ωστόσο στην πραγματικότητα έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με διάφορα βιολογικά μόρια που μπορεί να συναντήσουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας.

Καθώς ο ιός ανήκει στην οικογένεια των κορονοϊών, ομοιάζει αρκετά με άλλα παθογόνα που ανήκουν στην ίδια κατηγορία ιών, ωστόσο οι ομοιότητες δεν σταματούν εκεί. Διάφορες πρωτεΐνες που βρίσκονται σε βακτήρια, ανθρώπινα κύτταρα, εμβόλια ή ακόμα και τρόφιμα μπορεί να μοιάζουν αρκετά με τις πρωτεΐνες του SARS-CoV-2. Στην παρούσα μελέτη οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγήσει σε κάποιο βαθμό γιατί ορισμένοι ασθενείς δεν νοσούν σοβαρά από τον ιό.

Όταν ο οργανισμός μολύνεται με ένα παθογόνο, όπως έναν ιό ή ένα βακτήριο, εκκινεί μία ανοσιακή απόκριση που οδηγεί σε παραγωγή αντισωμάτων. Τα τελευταία προσδένονται στο παθογόνο και σηματοδοτούν έτσι την καταστροφή του. Μετά την υποχώρηση των οξέων συμπτωμάτων της λοίμωξης, έχουν δημιουργηθεί Τ και Β λεμφοκύτταρα τα οποία διατηρούν ανοσιακή μνήμη για το παθογόνο αυτό, η οποία μας επιτρέπει να εκκινήσουμε ταχέως μία νέα ανοσιακή απόκριση σε μία μελλοντική συνάντηση του οργανισμού με το ίδιο παθογόνο.

Εξετάζοντας τη Διασταυρούμενη Αντιδραστικότητα των Αντισωμάτων

Μπορεί λοιπόν η παραπάνω «ανοσιακή μνήμη» για πρωτεΐνες που συναντήσαμε στο παρελθόν να προστατεύει ορισμένα άτομα από τα σοβαρά συμπτώματα της COVID-19; Προκειμένου να εξετάσουν την παραπάνω θεωρία οι επιστήμονες της μελέτης οι επιστήμονες ξεκίνησαν αντίστροφα. Συγκεκριμένα, δοκίμασαν αν διάφορα αντισώματα για πρωτεΐνες του SARS-CoV-2 μπορεί να προσδεθούν επίσης σε πρωτεΐνες άλλων παραγόντων, όπως τρόφιμα ή κοινά βακτήρια.

Η ομάδα εξέτασε την ικανότητα πρόσδεσης των αντισωμάτων του SARS-CoV-2 σε 180 διαφορετικές πρωτεΐνες από κοινά τρόφιμα, δύο εμβόλια και 15 πρωτεΐνες άλλων ιών ή βακτηρίων. Όπως παρατήρησαν, τα αντισώματα παρουσίαζαν ισχυρή συγγένεια με ένα κοινό βακτήριο του εντέρου που λέγεται E. faecalis, καθώς και το εμβόλιο της διφθερίτιδας, του τετάνου και του κοκκύτη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε το γεγονός ότι τα αντισώματα του SARS-CoV-2 αναγνώριζαν επίσης αρκετές πρωτεΐνες που βρίσκονται σε κοινά τρόφιμα όπως το μπρόκολο, τα αμύγδαλα, το χοιρινό, τα φιστίκια κάσιους, το γάλα, η σόγια και ο ανανάς.

Ανοσία μέσω της Διατροφής;

Δυστυχώς, είναι μάλλον απίθανο να αναπτύξουμε ανοσία στην COVID-19 μέσω της κατανάλωσης συγκεκριμένων τροφίμων. Η «ανοσία» για ένα συγκεκριμένο είδος τροφίμων, για παράδειγμα, συνήθως εκδηλώνεται ως τροφική αλλεργία. «Συνήθως μόνο οι ασθενείς με σύνδρομο διαρρέοντος εντέρου μπορεί να αναπτύξουν αντισώματα για ένα συγκεκριμένο τρόφιμο, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να συστήσουμε την κατανάλωση αυτών των τροφίμων με σκοπό την ανάπτυξη ανοσίας, καθώς αυτό θα προκαλέσει μία σειρά άλλα συμπτώματα», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Επιπλέον, ακόμα και αν τα παραπάνω τρόφιμα μπορεί να προσφέρουν πιθανώς κάποιου βαθμού προστασία από τον SARS-CoV-2, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να προσεγγίσουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων της COVID-19. Ακόμη, είναι απαραίτητο να γίνουν νέες μελέτες οι οποίες θα εξετάσουν αν οι πρωτεΐνες αυτές δημιουργούν βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη απόκριση αντισωμάτων.

Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης προσφέρουν ορισμένα δεδομένα που εξηγούν εν μέρει τις διαφορές ανάμεσα στους ασθενείς αναφορικά με τα συμπτώματα της COVID-19. Ωστόσο, θα χρειαστούν σίγουρα περισσότερες έρευνες προκειμένου να ανακαλύψουμε πως μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την παραπάνω πληροφορία για να βελτιώσουμε την ανοσία μας στην COVID-19.

Φωτογραφία: Andrea Piacquadio

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα