COVID-19: Τα Τελευταία Δεδομένα για την Ανοσία και τις Θρομβώσεις

Πριν από λίγες ημέρες, στο ετήσιο συνέδριο του American Society of Hematology που διεξήχθη στις ΗΠΑ, παρουσιάστηκαν με λεπτομέρεια τα τελευταία δεδομένα για τον SARS-CoV-2 και συγκεκριμένα τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί ο ιός για να ξεπεράσει τις άμυνες του ανοσοποιητικού συστήματος. Στο ίδιο συνέδριο, αναφέρθηκαν και αρκετά στοιχεία σχετικά με τη διάγνωση και θεραπεία των θρομβώσεων που σχετίζονται με τα εμβόλια της COVID-19.

Ο ιός SARS-CoV-2, όπως φαίνεται από τα δεδομένα, έχει την ικανότητα να αποφεύγει το σύστημα της φυσικής ανοσίας, το οποίο τυπικά ανταποκρίνεται στην παρουσία ενός παθογόνου εντός λίγων λεπτών ή ωρών. Ο SARS-CoV-2 συχνά δεν γίνεται αντιληπτός από το παραπάνω σύστημα, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει γιατί σε ορισμένους προσυμπτωματικούς ασθενείς παρατηρείται πολύ υψηλό ιικό φορτίο.

Το σύστημα της επίκτητης ανοσίας ενεργοποιείται πολύ αργότερα. Τα τρία σημαντικότερα είδη κυττάρων σε αυτό το σύστημα είναι τα Β λεμφοκύτταρα (παράγουν αντισώματα), τα βοηθητικά Τ λεμφοκύτταρα (CD4) και τα κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα (CD8).

Μία επιστημονική ομάδα που παρουσίασε τα αποτελέσματα της έρευνάς της στο συνέδριο, είχε εξετάσει την πορεία 188 ασθενών από τη μόλυνσή τους με τον ιό, σε μία μελέτη την οποία οι συγγραφείς χαρακτήρισαν τη μεγαλύτερη του είδους της.

«8 μήνες αργότερα, το 95% των ασθενών είχαν ακόμα ανιχνεύσιμα κύτταρα που προσδίδουν ανοσιακή μνήμη. Μάλιστα, οι περισσότεροι από αυτούς είχαν αρκετά διαφορετικά κύτταρα που προσδίδουν ανοσία και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας θα είναι προστατευμένοι από τον ιό για αρκετά χρόνια. Με βάση τις παρατηρήσεις μας πιστεύουμε ότι οι περισσότεροι ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 θα έχουν προστασία από τον ιό (ή έστω για τα σοβαρά συμπτώματα που προκαλεί ο τελευταίος) για τουλάχιστον 3 χρόνια. Η εκτίμησή μας αυτή επαληθεύτηκε, παρά την εμφάνιση νέων στελεχών», τόνισε η ομάδα.

Τι ισχύει όμως με την ανοσία από τα εμβόλια; Η ίδια ομάδα παρακολούθησε και εθελοντές που είχαν κάνει τα εμβόλια της Moderna, της Pfizer, της Johnson & Joshnon ή της Novavax. Όπως διαπίστωσαν, οι εθελοντές που έκαναν τα εμβόλια mRNA έφτασαν πολύ γρήγορα σε υψηλά επίπεδα αντισωμάτων, ωστόσο ακολούθως καταγράφηκε σταθερή μείωση των τελευταίων για τους επόμενους 10 μήνες.

«Στους 6 μήνες μετά τη χορήγηση του εμβολίου, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων παραμένει υψηλή. Μάλιστα, συγκριτικά με το μέσο ασθενή που νόσησε με COVID-19, ένας ασθενής που έκανε κάποιο από τα mRNA εμβόλια θα έχει καλύτερη ανοσία στους 6 μήνες», πρόσθεσαν.

Πώς εξηγείται επομένως το παραπάνω φαινόμενο; Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, τα Β λεμφοκύτταρα προσπαθούν να «μαντέψουν» πως θα μοιάζει μία νέα παραλλαγή του ιού και παράγουν αντισώματα και γι’ αυτή. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στον οργανισμό να είναι προετοιμασμένος για μία μελλοντική συνάντηση με κάποιο νέο στέλεχος.

Μία άλλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο ίδιο συνέδριο ασχολήθηκε με τις θρομβώσεις από τα εμβόλια της COVID-19. Οι επιστήμονες αυτή της μελέτης εξέτασαν σχεδόν 300 ασθενείς και κατέληξαν σε συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια για την επιπλοκή.

Τα διαγνωστικά κριτήρια βασίστηκαν στα συμπτώματα ασθενών που είχαν κάνει το εμβόλιο της AstraZeneca και δημοσιεύτηκαν στο New England Journal of Medicine.

Από τα διαθέσιμα δεδομένα δεν ήταν δυνατό να εξεταστεί αν τα αντιπηκτικά φάρμακα βοηθούν στην αντιμετώπιση της επιπλοκής. Ωστόσο, η πλασμαφαίρεση είχε 90% αποτελεσματικότητα στους ασθενείς με χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων και εκτεταμένες θρομβώσεις.

Η ομάδα έχει ξεκινήσει ήδη μία νέα μελέτη στην οποία θα εξετάσει αν η χορήγηση αντιπηκτικών μπορεί να προστατεύσει από τις θρομβώσεις.

Φωτογραφία: Shvets Production

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα