Ανοσμία: Μπορεί να Αυξήσει τον Κίνδυνο Κατάθλιψης;

Σε μία νέα μεγάλη μελέτη που παρακολούθησε περισσότερους από 2.000 ηλικιωμένους για ένα διάστημα περίπου 8 ετών, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η ανοσμία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο κατάθλιψης, ιδιαίτερα στην τρίτη ηλικία.

Τα αποτελέσματα της παραπάνω μελέτης δημοσιεύτηκαν πριν από μερικές ημέρες στο περιοδικό Journal of Gerontology: Medical Sciences και δείχνουν ότι η ανοσμία αποτελεί δείκτη που μπορεί ίσως να χρησιμοποιηθεί για την ταυτοποίηση των ασθενών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.

«Η έκπτωση της όσφρησης έχει συνδεθεί στο παρελθόν με αυξημένο κίνδυνο για διάφορα νευροεκφυλιστικά νοσήματα όπως η νόσος Alzheimer και η νόσος του Parkinson, καθώς και με αυξημένο κίνδυνο θανάτου. Η παρούσα μελέτη δείχνει ότι το σύμπτωμα αυτό συνδέεται και με τον κίνδυνο κατάθλιψης. Μάλιστα, στη μελέτη μας προσπαθήσαμε να εξερευνήσουμε και τους μηχανισμούς της παραπάνω σύνδεσης», αναφέρουν οι επιστήμονες της μελέτης.

Η ομάδα εξέτασε δεδομένα από 2.125 εθελοντές που συμμετείχαν στη μελέτη Health, Aging and Body Composition Study (Health ABC). Οι εθελοντές αυτοί ήταν υγιείς όταν γράφτηκαν στη μελέτη σε ηλικία 70-73 ετών και οι επιστήμονες παρακολούθησαν την πορεία τους και τα συμπτώματα που παρουσίασαν τα επόμενα 8 χρόνια.

Στην αρχική εκτίμηση της όσφρησης που έγινε στους εθελοντές κατά την εγγραφή τους στη μελέτη, το 48% είχαν φυσιολογική όσφρηση, το 28% είχαν μειωμένη όσφρηση (υποσμία), ενώ το 24% είχαν σημαντική μείωση της όσφρησης ή ανοσμία. Στο διάστημα των 8 ετών της μελέτης, το 25% των εθελοντών παρουσίασαν σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης.

Αναλύοντας τα δεδομένα, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι εθελοντές που είχαν μειωμένη όσφρηση ή ανοσμία είχαν σημαντικά αυξημένο κίνδυνο να διαγνωστούν με κατάθλιψη συγκριτικά με αυτούς που είχαν φυσιολογική όσφρηση. Μάλιστα, η ομάδα παρατήρησε ότι ο κίνδυνος κατάθλιψης ήταν αντιστρόφως ανάλογος με την όσφρηση των ασθενών, με τους ασθενείς που έχουν ανοσμία να διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης.

Οι παραπάνω παρατηρήσεις διατηρήθηκαν ακόμα και μετά την προσαρμογή για παράγοντες όπως η ηλικία, το εισόδημα, ο τρόπος ζωής, και η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.

Η όσφρηση είναι η μία από τις δύο χημικές αισθήσεις του ανθρώπου. Πρακτικά βασίζεται στους οσφρητικούς νευρώνες που βρίσκονται στη ρίνα. Οι νευρώνες αυτοί φέρουν υποδοχείς που αναγνωρίζουν διάφορα μόρια από ουσίες που βρίσκονται στο περιβάλλον μας. Όσο υψηλότερη είναι η συγκέντρωση των μορίων αυτών, τόσο εντονότερες είναι οι οσμές που αντιλαμβανόμαστε, ενώ και ο συνδυασμός τους έχει σημασία.

Οι συγγραφείς υποστήριξαν ότι η σύνδεση που παρατηρήθηκε στην παρούσα μελέτη πιθανώς αποδίδεται και σε βιολογικούς αλλά και σε συμπεριφορικούς μηχανισμούς.

Καταλήγοντας, η ομάδα τόνισε ότι σκοπεύει να επιβεβαιώσει τις παρατηρήσεις της παρούσας μελέτης σε ένα μεγαλύτερο δείγμα, εξερευνώντας παράλληλα αν το σύστημα της όσφρησης έχει επηρεαστεί στους ασθενείς που παρουσιάζουν τελικά κατάθλιψη.

Φωτογραφία: Nicolas Postiglioni

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα