Ανακαλύφθηκε Νέος Τύπος Κατάθλιψης που Επηρεάζει τις Γνωστικές Λειτουργίες

Ένα νέο τύπο κατάθλιψης που μπορεί να επηρεάζει μέχρι και το 27% των ασθενών που πάσχουν από τη νόσο ανακάλυψε μία επιστημονική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Stanford. Η ανακάλυψη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς μπορεί να εξηγήσει γιατί οι ασθενείς αυτοί δεν ανταποκρίνονται στα συχνότερα αντικαταθλιπτικά φάρμακα.

Η διαφορά του νέου τύπου που ανακάλυψε η ομάδα συγκριτικά με τους προηγούμενους τύπους μείζονος κατάθλιψης που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα είναι ότι περιλαμβάνει και γνωσιακά ελλείμματα στην προσοχή, τη μνήμη και τον αυτοέλεγχο. Τα τελευταία συμπτώματα δεν είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν από τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα που στοχεύουν τα επίπεδα της σεροτονίνης, όπως υποστήριξαν οι επιστήμονες.

Στην τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη που έκανε η ομάδα συμμετείχαν συνολικά 700 ενήλικες με μείζονα κατάθλιψη. Από τις εξετάσεις που έκαναν οι εθελοντές διαπιστώθηκε ότι το 27% περίπου είχε χειρότερες επιδόσεις στα τεστ των γνωστικών λειτουργιών, ενώ οι ίδιοι εθελοντές είχαν και μειωμένη απόκριση στα συνήθη φάρμακα που χορηγούνται για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης.

Με βάση τις παραπάνω παρατηρήσεις, οι επιστήμονες τόνισαν ότι είναι απαραίτητο να εξερευνήσουμε άμεσα πιο ειδικές θεραπείες για την κατάθλιψη, καθώς για αυτούς τους ασθενείς είναι απαραίτητο να διορθωθούν πρώτα τα γνωσιακά ελλείμματα προκειμένου να βελτιωθεί η διάθεση.

Σύμφωνα με την ομάδα, η έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών δεν είναι πάντοτε αποτέλεσμα της κατάθλιψης. Σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να αποτελεί αιτιολογικό παράγοντα για την εμφάνιση της νόσου.

Μία έρευνα του 2014 είχε δείξει ότι περίπου το 25% των ασθενών με κατάθλιψη έχουν πολύ χαμηλότερα σκορ στις εξετάσεις των γνωστικών λειτουργιών, παρά το γεγονός ότι παίρνουν αντικαταθλιπτικά φάρμακα.

Το 2020, μία έρευνα από την ίδια ομάδα έδειξε ότι οι μεταβολές σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με τις γνωστικές λειτουργίες έχουν προγνωστική ισχύ για την απόκριση σε διάφορα φάρμακα για την κατάθλιψη.

Στη νέα έρευνα, η ομάδα είχε ως στόχο να εξερευνήσει περισσότερο τον παραπάνω τύπο κατάθλιψης.

Πριν την κλινική δοκιμή, οι εθελοντές έκαναν εξετάσεις όπου εκτιμήθηκαν διάφορα χαρακτηριστικά της κατάθλιψης. Επιπλέον, κάθε εθελοντής έκανε μία σειρά τεστ από τα οποία προσδιορίστηκε η μνήμη, η ταχύτητα λήψης αποφάσεων και η προσοχή.

Ακολούθως, οι επιστήμονες της μελέτης χορήγησαν αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) στους εθελοντές για 8 εβδομάδες. Μετά το πέρας του διαστήματος αυτού, οι εθελοντές έκαναν ξανά τις παραπάνω εξετάσεις.

Από την ανάλυση των δεδομένων οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι εθελοντές που είχαν διαταραχές των γνωστικών λειτουργιών, χειρότερη ποιότητα ύπνου και μειωμένες αναστολές, παρουσίαζαν επίσης μειωμένη ενεργοποίηση του προμετωπιαίου και εγκεφαλικού φλοιού. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι σε αυτό τον τύπο κατάθλιψης πιθανώς υπάρχει νευρολογική συνιστώσα, όπως τόνισε η επιστημονική ομάδα.

Στο επόμενο κομμάτι της μελέτης τους, χρησιμοποιώντας αλγορίθμους μηχανικής μάθησης, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η σοβαρότητα της έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών συνδέεται τόσο με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της κατάθλιψης, όσο και με την απόκριση των ασθενών στη θεραπεία.

Συγκεκριμένα, οι ασθενείς με το γνωσιακό τύπο κατάθλιψης που ανακάλυψε η επιστημονική ομάδα είχαν μειωμένη απόκριση στα αντικαταθλιπτικά φάρμακα σε σχέση με τους ασθενείς που έπασχαν από άλλους τύπους κατάθλιψης.

«Η έρευνά μας έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς σήμερα οι ψυχίατροι έχουν ελάχιστα εργαλεία προκειμένου να αποφασίσουν ποιο είναι το καλύτερο φάρμακο για κάθε ασθενή. Οι εξετάσεις των γνωστικών λειτουργιών φαίνεται ότι μπορεί να καθοδηγήσουν τη θεραπεία για ορισμένους ασθενείς», υποστήριξαν οι συγγραφείς της νέας μελέτης.

Σήμερα, υπάρχουν περισσότερα από 12 διαφορετικά είδη κατάθλιψης, ωστόσο σε όλα χορηγούνται ακριβώς οι ίδιες θεραπείες.

Από τα διαθέσιμα φάρμακα για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης, μόλις ένα (η βορτιοξετίνη) μπορεί να βελτιώσει τις γνωστικές λειτουργίες και γνωρίζουμε ελάχιστα σχετικά με το μηχανισμό δράσης του.

«Δεν είναι δυνατό να χορηγούμε τα ίδια φάρμακα σε όλους τους ασθενείς με κατάθλιψη χωρίς να μας ενδιαφέρει ο τύπος της νόσου σε κάθε ασθενή. Ελπίζουμε ότι η μελέτη μας θα αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα προς τη χορήγηση εξατομικευμένων θεραπειών για την κατάθλιψη», καταλήγουν οι συγγραφείς.

Η μελέτη τους δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Network Open.

Φωτογραφία: Engin Akyurt

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα