Ποια Αντιδιαβητικά Φάρμακα Συνδέθηκαν με Μειωμένο Κίνδυνο Άνοιας;

Μία οικογένεια φαρμάκων για την αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2, οι γλιταζόνες, γνωστές και ως θειαζολιδινεδιόνες ή TZDs, συνδέονται με 22% μειωμένο κίνδυνο άνοιας, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό BMJ Open Diabetes Research & Care.

Από τα αποτελέσματα της έρευνας φαίνεται ότι τα φάρμακα αυτά, όταν χορηγούνται σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια συμπτώματα διαβήτη τύπου 2 μπορεί να αποτρέψουν την εμφάνιση της άνοιας. Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα της έρευνας, είναι απαραίτητο να γίνουν άμεσα και νέες μελέτες οι οποίες θα εξετάσουν τη χρησιμότητα των φαρμάκων στην πρόληψη της νόσου.

Καθώς ο διαβήτης τύπου 2 και η άνοια μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, τα τελευταία χρόνια αρκετά αντιδιαβητικά φάρμακα έχουν αρχίσει να εξετάζονται ως προς τη χρησιμότητά τους στην αντιμετώπιση ή πρόληψη της άνοιας. Ωστόσο, μέχρι σήμερα τα αποτελέσματα δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά.

Θέλοντας να εξερευνήσουν περισσότερο την παραπάνω σύνδεση, οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης συνέκριναν τον κίνδυνο άνοιας σε ηλικιωμένους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 που έπαιρναν 3 διαφορετικές κατηγορίες αντιδιαβητικών φαρμάκων και συγκεκριμένα σουλφονυλουρίες, θειαζολιδινεδιόνες ή μετφορμίνη.

Για τις αναλύσεις τους, χρησιμοποίησαν ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία από 559.106 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 από το Veteran Affairs (VA) Health System των ΗΠΑ εξετάζοντας συγκεκριμένα το διάστημα από τον Ιανουάριο του 2000 μέχρι το Δεκέμβριο του 2019.

Στη μελέτη εξετάστηκαν μόνο ηλικιωμένοι ασθενείς (άνω των 60 ετών) που πήραν για πρώτη φορά μετφορμίνη, σουλφονυλουρίες (τολβουταμίδη, γλιμεπιρίδη, γλιπιζίδη ή γλιβουρίδη) ή θειαζολιδινεδιόνες (ροζιγλιταζόνη ή πιογλιταζόνη) από τον Ιανουάριο του 2001 μέχρι το Δεκέμβριο του 2017. Οι επιστήμονες παρακολούθησαν την υγεία των εθελοντών για περίπου 8 χρόνια.

Οι εθελοντές που έπαιρναν θειαζολιδινεδιόνες για 1 έτος είχαν 22% μειωμένο κίνδυνο άνοιας (ανεξαρτήτως αιτίου) συγκριτικά με αυτούς που έπαιρναν μετφορμίνη για το ίδιο διάστημα.

Συγκεκριμένα, οι θειαζολιδινεδιόνες συνδέθηκαν με 11% μειωμένο κίνδυνο νόσου Alzheimer και 57% μειωμένο κίνδυνο αγγειακής άνοιας. Καθώς οι αγγειακές παθήσεις αυξάνουν τον κίνδυνο νόσου Alzheimer, καταλαβαίνουμε ότι οι θετικές επιδράσεις των θειαζολιδινεδιονών στον κίνδυνο άνοιας συνδέονται πιθανώς με τα οφέλη που προσφέρουν στο καρδιαγγειακό σύστημα, όπως αναφέρει η ομάδα της έρευνας.

Αν και ο κίνδυνος άνοιας από όλα τα αίτια ήταν 11% μειωμένος σε αυτούς που έπαιρναν τόσο μετφορμίνη όσο και θειαζολιδινεδιόνες, στους εθελοντές που έπαιρναν σουλφονυλουρίες τα ποσοστά άνοιας ήταν 12% υψηλότερα, γεγονός που δείχνει ότι πιθανώς θα πρέπει να χορηγείται και κάποιο άλλο φάρμακο στην τελευταία ομάδα για τον περιορισμό του κινδύνου άνοιας.

Περαιτέρω αναλύσεις έδειξαν ότι οι ασθενείς κάτω των 75 ετών είχαν περισσότερα οφέλη από τις θειαζολιδινεδιόνες σε σχέση με τους ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημαντικότητα της έγκαιρης εφαρμογής προσεγγίσεων για την πρόληψη της άνοιας. Τα φάρμακα πρόσφεραν επίσης περισσότερα οφέλη στους υπέρβαρους και τους παχύσαρκους.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η παρούσα έρευνα παρατήρησης δεν μπορεί να επιβεβαιώσει σχέση αιτίας-αποτελέσματος ανάμεσα στις θειαζολιδινεδιόνες και τον κίνδυνο άνοιας. Επιπλέον, οι περισσότεροι εθελοντές ήταν καυκάσιοι, επομένως δεν είναι δυνατό να εξάγουμε συμπεράσματα για ασθενείς άλλων φυλών.

«Ελπίζουμε ότι τα αποτελέσματα της μελέτης μας θα βοηθήσουν τους γιατρούς να επιλέξουν τα κατάλληλα αντιδιαβητικά φάρμακα για τους ηλικιωμένους ασθενείς τους που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο άνοιας», καταλήγει η μελέτη.

Φωτογραφία: Suzy Hazelwood

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα