Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης: Νέα Έρευνα Συνδέει τη Νόσο με Μία Συγκεκριμένη Πρωτεΐνη

Οι μηχανισμοί που ενοχοποιούνται για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αυτή τη στιγμή δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, γεγονός που δημιουργεί αρκετά προβλήματα στην αντιμετώπιση της νόσου.

Μία νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό PNAS, ωστόσο, αποκαλύπτει ότι μία συγκεκριμένη πρωτεΐνη ενοχοποιείται εν μέρει για την εμφάνιση της νόσου, κάνοντας έτσι το πρώτο βήμα για την εξερεύνηση των παραπάνω μηχανισμών.

Κάθε κύτταρο του ανθρώπου φέρει μιτοχόνδρια, δηλαδή μικροσκοπικά σωματίδια που παράγουν ενέργεια, βοηθούν στην κίνηση των μυών και διατηρούν τη φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου.

Η νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε προσφάτως δείχνει ότι ένα από τα πιθανά αίτια της μειωμένης ενέργειας στους ασθενείς που πάσχουν από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι η δυσλειτουργία των μιτοχονδρίων.

Ένα συχνό σύμπτωμα στους ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, όπως φαίνεται και από το όνομα της νόσου είναι το αίσθημα κόπωσης, το οποίο παραμένει για παρατεταμένη διάρκεια και δεν υποχωρεί ούτε με τον ύπνο. Η φυσική άσκηση μπορεί επίσης να επιδεινώσει σημαντικά το παραπάνω σύμπτωμα, προκαλώντας αίσθημα κακουχίας.

Η επιστημονική ομάδα της παρούσας μελέτης θέλησε να εξετάσει περισσότερο τους μηχανισμούς του συνδρόμου με σκοπό να εξερευνήσει τα αίτια εμφάνισης του τελευταίου.

Το περιστατικό που εξέτασε η ομάδα ήταν αυτό μίας 38χρονης γυναίκας με ιστορικό προοδευτικά επιδεινούμενης κόπωσης. Η γυναίκα εμφάνισε το σύμπτωμα αυτό λίγο μετά από ένα επεισόδιο λοιμώδους μονοπυρήνωσης που πέρασε στην εφηβική ηλικία.

Σήμερα είναι γνωστό ότι τόσο οι ιοί, όσο και η φλεγμονή, μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στα μιτοχόνδρια. Ωστόσο, οι μηχανισμοί για την πρόκληση των παραπάνω βλαβών δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως.

Μία μετα-ανάλυση του 2011 ήταν αυτή που είχε αναδείξει για πρώτη φορά το ρόλο μίας συγκεκριμένης πρωτεΐνης, της WASF3, στην παθολογία του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης. Εξετάζοντας δείγματα αίματος από την 38χρονη γυναίκα, οι επιστήμονες της νέας έρευνας παρατήρησαν ότι πράγματι είχε υπερβολική έκφραση της συγκεκριμένης πρωτεΐνης.

Σε περαιτέρω πειράματα που έκαναν με καλλιέργειες κυττάρων της γυναίκας, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η πρωτεΐνη αυτή μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία των μιτοχονδρίων παρεμβαίνοντας σε πρωτεϊνικά συμπλέγματα που εμπλέκονται στην παραγωγή ενέργειας. Ως αποτέλεσμα, τα μιτοχόνδρια των κυττάρων χρησιμοποιούσαν λιγότερο οξυγόνο με αποτέλεσμα να περιορίζεται σημαντικά η παραγωγή ενέργειας.

Στο επόμενο κομμάτι της μελέτης τους οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν γενετικά τροποποιημένα ποντίκια στα οποία προσπάθησαν να εξομοιώσουν την υπερβολική έκφραση της WASF3 που παρατηρήθηκε στην 38χρονη γυναίκα.

Όπως παρατήρησαν, τα ποντίκια αυτά παρουσίαζαν γρήγορα έντονη κόπωση, ακόμα και μετά από μικρά διαστήματα άσκησης, δηλαδή ακριβώς το ίδιο σύμπτωμα με αυτό που παρατηρήθηκε στη γυναίκα.

Στο τελευταίο κομμάτι της έρευνας, οι συγγραφείς έλαβαν δείγματα αίματος από 14 ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και παρατήρησαν ότι όλοι είχαν αυξημένα επίπεδα της πρωτεΐνης WASF3 συγκριτικά με μία ομάδα ελέγχου.

«Οι παρατηρήσεις της μελέτης μας εξηγούν σε μοριακό επίπεδο τη μειωμένη ικανότητα άσκησης των ασθενών με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Ενδεχομένως, ο ίδιος μηχανισμός ενοχοποιείται για τη μειωμένη ενέργεια και σε άλλες παθήσεις, όπως για παράδειγμα η long COVID», υποστήριξαν οι συγγραφείς.

Καταλήγοντας, η ομάδα τόνισε ότι θα προσπαθήσει να εξερευνήσει ποιοι παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν αύξηση των επιπέδων της πρωτεΐνης WASF3. Αυτή τη στιγμή η επικρατέστερη θεωρία δείχνει στο ενδοπλασματικό δίκτυο, το οποίο μπορεί να επηρεαστεί από διάφορες λοιμώξεις με ιούς ή βακτήρια.

Φωτογραφία: MART PRODUCTION

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα