Κάθε Πότε θα Πρέπει να Κάνουμε Αναμνηστικές Δόσεις με τα Εμβόλια της COVID-19;

Από την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας των εμβολίων της COVID-19 υπήρχε μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια της προστασίας που προσφέρουν. Εκείνη την περίοδο δεν γνωρίζαμε ακόμα αν θα υπάρχει ανάγκη να χορηγούμε αναμνηστικές δόσεις και αν ναι, κάθε πότε θα πρέπει να χορηγούνται οι τελευταίες.

Μία νέα έρευνα από το πανεπιστήμιο του Yale προσφέρει απαντήσεις σε αρκετά από τα παραπάνω ερωτήματα. Η έρευνα αυτή ήταν μάλιστα η πρώτη που ποσοτικοποιεί την προστασία που προσφέρει τόσο η φυσική λοίμωξη, όσο και ο εμβολιασμός με τα εμβόλια της Moderna, Pfizer, AstraZeneca και Johnson & Johnson. Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences.

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της επιστημονικής ομάδας, ο κίνδυνος ενός εμβολιασμένου ατόμου να νοσήσει από COVID-19 εξαρτάται αρχικά από το εμβόλιο που έχει κάνει. Συγκεκριμένα, τα εμβόλια mRNA (της Pfizer και της Moderna) είναι αυτά που προσφέρουν τη μεγαλύτερη διάρκεια προστασίας, η οποία είναι μάλιστα σχεδόν τριπλάσια σε σχέση με αυτή που προσφέρει η ανοσία της φυσικής λοίμωξης ή των εμβολίων της Johnson & Johnson και της AstraZeneca.

«Τα εμβόλια mRNA δημιουργούν τα περισσότερα αντισώματα και προσφέρουν μεγαλύτερης διάρκειας προστασία σε σχέση με άλλα εμβόλια. Για τα δύο αυτά εμβόλια, η ανοσία είναι μάλιστα καλύτερη και σε σχέση με αυτή που προσφέρει η φυσική λοίμωξη με τον ιό», αναφέρουν οι συγγραφείς. «Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το ιστορικό λοίμωξης δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να εμβολιαστούμε. Σήμερα, αρκετά άτομα έχουν αναπτύξει ανοσία από διαφορετικές πηγές (εμβόλια, νόσηση), επομένως ιδανικά θα πρέπει να εξετάζουμε εξατομικευμένα την ανοσία κάθε ατόμου προκειμένου να αποφασίζουμε αν θα πρέπει να κάνει αναμνηστική δόση», πρόσθεσαν.

Σε κάθε περίπτωση, αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε ότι θα έχουμε επαρκή προστασία από τις επαναμολύνσεις είναι σημαντικό να έχουμε κάνει τα πιο πρόσφατα εμβόλια, τα οποία θα είναι προσαρμοσμένα ανάλογα με τα στελέχη που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή, όπως συμβαίνει σήμερα με τη γρίπη.

«Συχνά ξεχνάμε ότι ο ιός δεν παραμένει σταθερός σε βάθος χρόνου και μπορεί να μεταλλάσσεται έτσι ώστε να μπορεί να αποφεύγει την εξουδετέρωση από τα αντισώματα τόσο της προηγούμενης λοίμωξης όσο και του εμβολιασμού. Όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει μετά την εμφάνιση του στελέχους Όμικρον, τα εμβόλια που αναπτύχθηκαν με βάση το αρχικό στέλεχος του ιού είναι λιγότερο αποτελεσματικά ενάντια στις νεότερες παραλλαγές», τονίζουν οι συγγραφείς.

Το μοντέλο που χρησιμοποίησαν οι επιστήμονες στην παρούσα μελέτη τους επέτρεψε να εξετάσουν τις διαφορές και ομοιότητες του SARS-CoV-2 με τους ενδημικούς κορονοϊούς που κυκλοφορούν συνεχώς προκαλώντας συμπτώματα κοινού κρυολογήματος. Το γεγονός αυτό βοήθησε τους συγγραφείς να κατανοήσουν καλύτερα την πορεία της ανοσίας σε ένα άτομο. Ακόμη, ήταν δυνατό να συγκριθεί η αποτελεσματικότητα της ανοσίας από τη φυσική λοίμωξη με αυτή που αναπτύσσεται μετά τον εμβολιασμό.

«Ο SARS-CoV-2 συμπεριφέρεται περίπου με τον ίδιο τρόπο όπως και οι εποχικοί κορονοϊοί. Οι τελευταίοι μεταλλάσσονται συνεχώς δημιουργώντας νέα στελέχη, ξεπερνώντας έτσι την ανοσία που πιθανώς έχουμε αναπτύξει από την έκθεση σε προηγούμενα στελέχη του ίδιου ιού. Κατά συνέπεια, είναι σαφές ότι θα χρειαστεί να κάνουμε τακτικά αναμνηστικές δόσεις αν θέλουμε να διατηρήσουμε ένα υψηλό επίπεδο ανοσία για τον SARS-CoV-2», καταλήγει η μελέτη.

Φωτογραφία: SHVETS production

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα