Τι Γνωρίζουμε Σήμερα για τις Επαναμολύνσεις από COVID-19 – Ο Ρόλος των Εμβολίων

Οι περισσότεροι ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19 έχουν κάποιου βαθμού προστασία από τον ιό, χάρη στα αντισώματα και τα Τ λεμφοκύτταρα που παράγονται κατά τη διάρκεια της λοίμωξης.

Δεδομένα έχουν δείξει ότι η διάρκεια της παραπάνω ανοσίας μπορεί να ξεπεράσει τους 8 μήνες.

Ωστόσο, σύμφωνα με μία έρευνα που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες στο BMJ Case Reports, είναι δυνατό να εμφανιστούν επαναμολύνσεις ακόμα και πριν τους 8 μήνες.

Στην παραπάνω έρευνα περιγράφεται το περιστατικό ενός άνδρα 40 ετών που νόσησε σοβαρά από COVID-19 τον Απρίλιο. Ο άνδρας αυτός μολύνθηκε ξανά και νόσησε από τον ιό 4 μήνες αργότερα παρουσιάζοντας ήπια συμπτώματα κορονοϊου.

Τόσο τον Απρίλιο όσο και τον Αύγουστο ο άνδρας είχε θετικές εξετάσεις για τον SARS-CoV-2, ενώ είχε 4 αρνητικές εξετάσεις στο μεσοδιάστημα των 2 λοιμώξεων.

Το περιστατικό του άνδρα που περιγράφεται στην έρευνα δεν αποτελεί το πρώτο περιστατικό επαναμόλυνσης με τον SARS-CoV-2.

Ωστόσο, αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ποιο είναι το πραγματικό ποσοστό των επαναμολύνσεων, καθώς δεν παρακολουθούμε ειδικά τα ποσοστά τους, ενώ και τα συμπτώματα της λοίμωξης τη 2η φορά είναι συνήθως ηπιότερα.

Μπορεί να Εμφανιστούν Επαναμολύνσεις, Αλλά οι Περισσότεροι Ασθενείς έχουν Ανοσία

Μία έρευνα που εξέτασε περισσότερους από 20.000 επαγγελματίες υγείας στη Μεγάλη Βρετανία διαπίστωσε ότι από τους 6.600 ασθενείς με ιστορικό λοίμωξης από SARS-CoV-2, μόλις 44 μολύθηκαν ξανά με τον ιό, ποσοστό που αντιστοιχεί σε λιγότερο από 1%.

Επιπλέον, οι εθελοντές με ιστορικό λοίμωξης είχαν 83% μειωμένη πιθανότητα να μολυνθούν ξανά με τον ιό, συγκριτικά με αυτούς που δεν είχαν ιστορικό λοίμωξης στο διάστημα των 5 μηνών που εξέτασε η έρευνα.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής δημοσιεύτηκαν στις 15 Ιανουαρίου στην ιστοσελίδα medRxiv.

Οι παρατηρήσεις της έρευνας συμφωνούν με αυτές μίας προηγούμενης μελέτης από το Icahn School of Medicine.

Η τελευταία εξέτασε περίπου 3.000 πεζοναύτες από τη Νότια Καρολίνα των ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων περίπου 190 με ιστορικό λοίμωξης από SARS-CoV-2.

Στη διάρκεια των 6 εβδομάδων της έρευνας, το 10% περίπου των πεζοναυτών με ιστορικό λοίμωξης μολύνθηκαν ξανά με τον ιό. Ωστόσο, οι εθελοντές αυτοί είχαν περίπου 82% μειωμένη πιθανότητα να μολυνθούν σε σχέση με τους πεζοναύτες που δεν είχαν ιστορικό διάγνωσης με COVID-19.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στις 29 Ιανουαρίου στην ιστοσελίδα medRxiv.

Η Ανοσία Δεν Προστατεύει από Ορισμένα Νέα Στελέχη

Σήμερα, γνωρίζουμε πλέον ότι ο SARS-CoV-2 μπορεί να παρουσιάσει μεταλλάξεις. Οι τελευταίες έχουν οδηγήσει σε νέα στελέχη τα οποία έχουν την ικανότητα να αποφεύγουν την εξουδετέρωση από τα αντισώματα για τα προηγούμενα στελέχη.

Κάθε φορά που ο SARS-CoV-2 πολλαπλασιάζεται, κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά, μπορεί να εμφανιστούν μεταλλάξεις, όπως συμβαίνει και σε κάθε άλλο ιό.

Σύμφωνα με τις παρούσες εκτιμήσεις, το RNA του SARS-CoV-2 παρουσιάζει 2 περίπου νέες μεταλλάξεις 1 βάσης κάθε μήνα, δηλαδή ο ιός μεταβάλλεται με περίπου το 50% της ταχύτητας των ιών της γρίπης.

Ορισμένες από τις παραπάνω μεταλλάξεις είναι επιβλαβείς για τον ιό, ενώ άλλες τον βοηθούν να αποφύγει την εξουδετέρωση από το ανοσοποιητικό μας σύστημα.

Σήμερα, έχουν ξεχωρίσει συνολικά 3 νέα στελέχη, τα οποία εντοπίστηκαν αρχικά στη Μεγάλη Βρετανία (Β.1.1.7), τη Νότια Αφρική (Β.1.351) και τη Βραζιλία (Ρ.1).

Τα στελέχη Β.1.1.7 και Β.1.351 φαίνεται ότι μεταδίδονται ταχύτερα σε σχέση με το προηγούμενο στέλεχος, ενώ πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι το B.1.1.7 μπορεί να προκαλέσει και σοβαρότερη νόσηση.

Αυτή τη στιγμή υπάρχει επίσης ανησυχία ότι ορισμένες μεταλλάξεις μπορεί να επιτρέψουν στα στελέχη να αποφύγουν την εξουδετέρωση από το ανοσοποιητικό σύστημα στους ασθενείς με ιστορικό λοίμωξης, γεγονός που θα αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο επαναμολύνσεων.

Σε μία έρευνα που έχει αναρτηθεί προς το παρόν ως προδημοσίευση εξετάστηκαν δείγματα ορού από 44 ασθενείς με ιστορικό λοίμωξης από COVID-19. Τα δείγματα αυτά περιείχαν αντισώματα τα οποία δημιουργήθηκαν από το ανοσοποιητικό σύστημα κατά την 1η έκθεση των ασθενών στον ιό.

Όπως διαπιστώθηκε, τα δείγματα ορού από 21 εθελοντές δεν είχαν την ικανότητα να εξουδετερώνουν το στέλεχος B.1.351 στο εργαστήριο. Τα δείγματα από τους υπόλοιπους εθελοντές είχαν επίσης μερική ικανότητα εξουδετέρωσης του στελέχους αυτού.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες της παρούσας μελέτης, φαίνεται ότι η πιθανότητα νέων μολύνσεων με αντιγονικά διαφορετικά στελέχη είναι υπαρκτή.

Σήμερα, έχουν καταγραφεί περιστατικά επαναμολύνσεων σε νέα στελέχη, μεταξύ των οποίων ένας άνδρας από το Ισραήλ που μολύνθηκε με το στέλεχος B.1.351 και ένας ασθενής που μολύνθηκε ξανά με το στέλεχος P.1.

Όπως και ο 40χρονος άνδρας από την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο BMJ Case Reports, ο ασθενής από το Ισραήλ παρουσίασε ήπια συμπτώματα στη 2η μόλυνσή του με τον ιό. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι ακόμα και σε μία νέα μόλυνση, η ανοσία είναι πιθανώς επαρκής για να προστατεύσει από τη σοβαρότερη νόσηση.

Ορισμένα Στελέχη Ενδέχεται να Μην Εξουδετερώνονται Επαρκώς από τα Εμβόλια

Η ικανότητα ορισμένων νέων στελεχών να αποφεύγουν την εξουδετέρωση από το ανοσοποιητικό σύστημα δεν προκαλεί ανησυχία μόνο στους ασθενείς με ιστορικό λοίμωξης. Δημιουργεί επίσης αρκετά ερωτήματα σχετικά με την ανοσία που προσφέρουν τα εμβόλια.

Τα εμβόλια της COVID-19 προσφέρουν προστασία «προετοιμάζοντας» το ανοσοποιητικό σύστημα να αντιμετωπίσει τον SARS-CoV-2 σε ασθενείς χωρίς ιστορικό λοίμωξης.

Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται στους ασθενείς που έχουν εμβολιαστεί ΔΕΝ είναι συμπτώματα νόσησης από COVID-19. Ουσιαστικά αποτελούν ένδειξη ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος η οποία θα οδηγήσει σε ανοσία.

Μία έρευνα η οποία έχει αναρτηθεί προς το παρόν ως προδημοσίευση και θα δημοσιευτεί σύντομα στο επιστημονικό περιοδικό Nature έδειξε ότι ορισμένες μεταλλάξεις της πρωτεΐνης ακίδας του SARS-CoV-2 επιτρέπουν στον ιό να αποφύγει την ανοσία που δημιουργείται από τα εμβόλια.

Στην έρευνα αυτή, οι επιστήμονες συνέλεξαν δείγματα πλάσματος από 20 εθελοντές που είχαν κάνει το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech ή το εμβόλιο της Moderna. Ακολούθως εξέθεσαν τα παραπάνω δείγματα σε ψευδοϊούς που έφεραν τις μεταλλάξεις από τα νέα στελέχη του SARS-CoV-2.

Όπως διαπιστώθηκε, τα αντισώματα των ασθενών που είχαν εμβολιαστεί ήταν λιγότερο αποτελεσματικά ενάντια στους ψευδοϊούς που είχαν τις μεταλλάξεις συγκριτικά με τους ψευδοϊούς που είχαν την πρωτεΐνη ακίδα του αρχικού στελέχους του SARS-CoV-2.

Οι παρασκευάστριες εταιρίες έχουν επίσης αρχίσει να εξετάζουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων τους ενάντια στις νέες μεταλλάξεις του SARS-CoV-2.

Πρώιμα δεδομένα έχουν δείξει ότι το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech είναι αποτελεσματικό ενάντια στο στέλεχος B.1.1.7.

Αναφορικά με το εμβόλιο της Moderna, οι πρώτες πληροφορίες δείχνουν ότι μπορεί να προστατεύσει επίσης από το στέλεχος B.1.1.7, αν και η αποτελεσματικότητά του είναι περιορισμένη ενάντια στο B.1.351.

Στις κλινικές δοκιμές φάσης 3 των εμβολίων της Johnson & Johnson και της Novavax, τα εμβόλια είχαν μειωμένη αποτελεσματικότητα σε περιοχές της Νότιας Αφρικής όπου υπάρχουν υψηλά ποσοστά του στελέχους B.1.351.

Ο Περιορισμός των Περιστατικών Σοβαρής Νόσησης θα Οδηγήσει σε Μείωση των Θανάτων

Αν και η εμφάνιση των νέων στελεχών του SARS-CoV-2 που έχουν την ικανότητα να αποφεύγουν την προϋπάρχουσα ανοσία από τα αντισώματα σίγουρα προκαλεί ανησυχία, το ανοσοποιητικό σύστημα έχει και άλλους μηχανισμούς.

Οι κλινικές δοκιμές φάσης 3 του εμβολίου της Moderna έδειξαν ότι το εμβόλιο μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων σε σχέση με αυτά που παράγονται στη φυσική λοίμωξη.

Κατά συνέπεια, ακόμα κι αν ένα στέλεχος μειώνει την αποτελεσματικότητα των αντισωμάτων κατά 90%, τα αντισώματα που έχουν παραχθεί θα είναι αρκετά για να αποτρέψουν μία νέα λοίμωξη.

Επιπλέον, ακόμα κι αν τα νέα στελέχη περιορίζουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα των εμβολίων στην πρόληψη της COVID-19, τα τελευταία θα μπορούν ακόμα να προστατεύσουν από τη σοβαρή νόσηση που αποτελεί το σημαντικότερο στόχο αυτή την περίοδο.

Το εμβόλιο της Johnson & Johnson, για παράδειγμα, διαπιστώθηκε ότι έχει 85% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της σοβαρής νόσησης, ακόμα και ενάντια στο Νοτιοαφρικανικό στέλεχος.

Όλες οι εταιρίες που αναπτύσσουν εμβόλια έχουν ήδη ξεκινήσει να αναπτύσσουν ενημερωμένες εκδόσεις των εμβολίων σε σχέση που αυτό κριθεί απαραίτητο.

Η προστασία από τη σοβαρή νόσηση είναι αυτή που θα οδηγήσει σε χαμηλότερα ποσοστά νοσηλειών και θανάτων.

Σήμερα γνωρίζουμε ότι κανένας ασθενής που έκανε κάποιο εμβόλιο της COVID-19 στις συνολικά 6 κλινικές δοκιμές φάσης 3 που έχουν γίνει μέχρι σήμερα δεν κατέληξε όταν αργότερα μολύνθηκε με τον ιό.

Ο αρχικός στόχος στην ανάπτυξη εμβολίων ήταν η πρόληψη της σοβαρής νόσησης, κάτι που αποτέλεσε και το κύριο τελικό σημείο σε αρκετές κλινικές δοκιμές.

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα