Τι Γνωρίζουμε Σήμερα για τις Μακροπρόθεσμες Επιπλοκές του COVID-19;

Σήμερα, τα περισσότερα συμπτώματα του COVID-19 είναι πλέον γνωστά, ωστόσο γνωρίζουμε ελάχιστα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις που εμφανίζονται στους ασθενείς μετά την ανάρρωσή τους από τη λοίμωξη.

Οι ασθενείς με σύνδρομο οξείας αναπνευστική δυσχέρειας (ARDS), το οποίο είναι αρκετά συχνό σε αυτούς που παρουσιάζουν σοβαρή νόσηση από τον COVID-19, παρουσιάζουν συχνά μόνιμες βλάβες στους πνεύμονες ή ίνωση.

Οι Αναπνευστικές Λοιμώξεις Μπορεί να Προκαλέσουν Βλάβες στους Πνεύμονες

Οι ιογενείς λοιμώξεις μπορεί να προκαλέσουν διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες, από έναν απλό βήχα που διαρκεί λίγες εβδομάδες, μέχρι χρόνιο συριγμό ή άσθμα.

Όταν, μάλιστα, οι αναπνευστικές λοιμώξεις είναι σοβαρές, η δύσπνοια μπορεί να παραμείνει, ακόμα και μετά την πλήρη επαναφορά της πνευμονικής λειτουργίας.

Επιπλέον, οι ασθενείς με COVID-19 που εκδηλώνουν ARDS, μία δυνητικά απειλητική για τη ζωή κατάσταση που απαιτεί αντιμετώπιση στη ΜΕΘ, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν μακροπρόθεσμες βλάβες.

Ποιοι Κινδυνεύουν Περισσότερο;

Οι ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19 δεν έχουν όλοι τον ίδιο κίνδυνο να παρουσιάσουν μακροπρόθεσμες επιπλοκές.

Αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι οι ηλικιωμένοι άνω των 65, αυτοί που ζουν σε κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων και οι ασθενείς με χρόνιες πνευμονικές, καρδιακές, νεφρικές και ηπατικές νόσους. Άλλες ομάδες ασθενών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο είναι οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς, οι διαβητικοί και οι παχύσαρκοι.

Αρκετοί ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν πνευμονία ή ARDS και να χρειαστούν εξωτερική χορήγηση οξυγόνου. Επιπλέον, ανάλογα με τη διάρκεια νόσησης, αρκετοί ασθενείς μπορεί να χρειαστούν επιθετική αποκατάσταση.

Τέλος, όταν οι ασθενείς παρουσιάζουν πνευμονική ανεπάρκεια, εμφανίζουν επίσης ανεπάρκεια ή δυσλειτουργία σε άλλα όργανα, όπως η καρδιά, οι νεφροί και ο εγκέφαλος. Οι ασθενείς με ήπια συμπτώματα αναρρώνουν ταχύτερα και δεν χρειάζονται οξυγόνο, ωστόσο ενδέχεται να παρουσιάσουν αίσθημα κόπωσης και αδυναμία.

Σύνδρομο Μετά τη ΜΕΘ

Αν και η εισαγωγή στη ΜΕΘ είναι συχνά σωτήρια για τους ασθενείς που παρουσιάζουν σοβαρή νόσηση, μπορεί να συνοδεύεται από σημαντικές συνέπειες για την υγεία.

Γενικότερα, οι ασθενείς που χρειάζεται να νοσηλευτούν στη ΜΕΘ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για ψυχικές διαταραχές, όπως η διαταραχή μετατραυματικού στρες, το άγχος και η κατάθλιψη μετά το εξιτήριο. Μπορεί επίσης να παρουσιάσουν σημαντική έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών και περιορισμένη κινητικότητα.

Το σύνδρομο μετά τη ΜΕΘ (PICS) εμφανίζεται συνήθως σε ασθενείς που κατάφεραν να επιβιώσουν από μία σοβαρή νόσο, η οποία τους οδήγησε στη ΜΕΘ. Παρουσιάζουν συνήθως τόσο φυσικά όσο και ψυχικά συμπτώματα. Τα πρώτα περιλαμβάνουν αίσθημα αδυναμίας και υποσιτισμό. Αρκετοί παρουσιάζουν και διαταραχές των γνωστικών λειτουργιών, όπως έκπτωση της μνήμης, έκπτωση της προσοχής και μειωμένη ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.

Ο COVID-19 Μπορεί να Επηρεάσει το Εγκεφαλικό Στέλεχος

Μία νέα έρευνα από την Κίνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Neurology, έδειξε ότι το 36.4% των ασθενών παρουσιάζει νευρολογικά συμπτώματα. Αντίστοιχα, μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στα τέλη Φεβρουαρίου υποστήριξε ότι ο ιός μπορεί να ταξιδέψει δια μέσου των οσφρητικών νευρώνων και να φτάσει στον εγκέφαλο.

Μία θεωρία σήμερα υποστηρίζει ότι ο COVID-19 μπορεί να επηρεάσει το εγκεφαλικό στέλεχος, το οποίο ελέγχει το καρδιοαναπνευστικό σύστημα. Κατά συνέπεια, δεν επηρεάζονται μόνο οι πνεύμονες, αλλά και οι νευρώνες που ελέγχουν την αναπνοή.

Σήμερα, ωστόσο, δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις του ιού, επομένως μελλοντικές έρευνες θα πρέπει να εξετάσουν ειδικότερα τις βλάβες στην περιοχή αυτή.

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα