Τα Μονοκλωνικά Αντισώματα στη Θεραπεία του COVID-19

Σήμερα, η αναζήτηση θεραπειών για τον COVID-19 συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Μία προσέγγιση που έχει δείξει θετικά δείγματα στις πρώιμες κλινικές μελέτες είναι τα τεχνητά αντισώματα που παράγονται στο εργαστήριο. Προς το παρόν, αν και τα δεδομένα για τα παραπάνω αντισώματα είναι περιορισμένα, φαίνεται ότι μπορούν να προσφέρουν οφέλη τόσο στα πρώιμα όσο και στα προχωρημένα στάδια της λοίμωξης.

Η πρώτη από τις δύο κλινικές μελέτες που εξέτασε την αποτελεσματικότητα των μονοκλωνικών αντισωμάτων έδειξε ότι τα φάρμακα αυτά μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο διασωλήνωσης ή θανάτου στους ασθενείς που νοσηλεύονται ήδη για COVID-19. Μία άλλη κλινική δοκιμή διαπίστωσε ότι τα φάρμακα αυτά μπορούν να μειώσουν το ιικό φορτίο του SARS-CoV-2 σε ασθενείς με ιστορικό πρόσφατης μόλυνσης, περιορίζοντας σημαντικά τον κίνδυνο νοσηλείας.

Τα αντισώματα αποτελούν κομμάτι της φυσικής άμυνας του οργανισμού ενάντια στα λοιμώδη παθογόνα. Οι πρωτεΐνες αυτές τυπικά προσδένονται σε τμήματα βακτηρίων ή ιών. Σήμερα, οι επιστήμονες μπορούν να παρασκευάσουν στο εργαστήριο τεχνητές μορφές αντισωμάτων τα οποία αναγνωρίζουν συγκεκριμένους στόχους, με σκοπό να επιβραδύνουν τον πολλαπλασιασμό του ιού ή να αποτρέψουν την υπερβολική ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος.

Η τοσιλιζουμάμπη είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Το φάρμακο αυτό αποκλείει την ιντερλευκίνη-6 (IL-6), ένα κομμάτι της ανοσιακής απόκρισης που μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή. Περιορίζοντας τη φλεγμονή με τον τρόπο αυτό, το φάρμακο μπορεί να προστατεύσει τους ασθενείς από την καταιγίδα κυτταροκινών, η οποία συνδέεται με σοβαρή νόσηση από COVID-19.

Μία κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ η οποία εξέτασε 389 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν με COVID-19, αυτοί που έλαβαν τοσιλιζουμάμπη είχαν 44% μειωμένο κίνδυνο να χρειαστούν διασωλήνωση ή να καταλήξουν συγκριτικά με αυτούς που έλαβαν placebo, όπως ανακοίνωσε η εταιρία βιοτεχνολογίας Genentech στις 17 Σεπτεβρίου. Από το σύνολο των ασθενών που έλαβαν το φάρμακο, το 12.2% χρειάστηκε διασωλήνωση ή κατέληξε, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ομάδα ελέγχου ήταν 19.3%. Ωστόσο, όταν εξετάστηκε αποκλειστικά η θνησιμότητα, η σύνδεση που παρατηρήθηκε στην έρευνα δεν ήταν στατιστικώς σημαντική.

Προς το παρόν, αν και η μείωση 44% ακούγεται εντυπωσιακή, η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε ακόμα λεπτομερή δεδομένα για τους ασθενείς. Καθώς τα αποτελέσματα κοινοποιήθηκαν ως προδημοσίευση, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί στην ερμηνεία τους.

Αντίθετα με αρκετές άλλες κλινικές δοκιμές φαρμάκων για τον COVID-19, η Genentech επικεντρώθηκε περισσότερο σε ασθενείς που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Η πλειοψηφία των ασθενών που εξετάστηκαν είχαν χρόνια νοσήματα (όπως υπέρταση) ή είχαν επαγγέλματα με υψηλό κίνδυνο έκθεσης στον ιό.

Σε μία προηγούμενη κλινική δοκιμή της Genentech, η οποία εξέτασε 452 ασθενείς με σοβαρό COVID-19, η τοσιλιζουμάμπη δεν κατάφερε να περιορίσει τα συμπτώματα ή να μειώσει το ποσοστό θνησιμότητας, όπως ανέφεραν οι επιστήμονες στις 12 Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, άλλες κλινικές δοκιμές του φαρμάκου κατέληξαν σε θετικά αποτελέσματα όταν εξέτασαν ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή νόσηση.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι η νεότερη κλινική δοκιμή είχε επικεντρωθεί περισσότερο σε ασθενείς που δεν είχαν διασωληνωθεί ακόμα. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι ο χρόνος που χορηγείται το φάρμακο προφανώς επηρεάζει την αποτελεσματικότητά του. Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ακόμα αν το φάρμακο πρέπει να χορηγείται πριν την αύξηση στα επίπεδα των κυτταροκινών ή κατά την εισαγωγή των ασθενών στη ΜΕΘ. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να εξεταστεί από μελλοντικές αναλύσεις.

Ωστόσο, η τοσιλιζουμάμπη δεν είναι το μοναδικό μονοκλωνικό αντίσωμα που εξετάζεται στην αντιμετώπιση του COVID-19. Ένα άλλο αντίσωμα, το LY-CoV555, το οποίο επίσης στοχεύει την πρωτεΐνη ακίδα του ιού, είχε πολύ θετικά αποτελέσματα στις πρώιμες κλινικές μελέτες. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι το φάρμακο μπορεί να μειώσει το ιικό φορτίο του ιού σε ασθενείς με πρόσφατο ιστορικό μόλυνσης, περιορίζοντας παράλληλα τον κίνδυνο νοσηλείας, όπως ανέφερε στις 16 Σεπτεμβρίου η φαρμακευτική εταιρία Eli Lilly που παρασκευάζει το αντίσωμα.

Η παραπάνω κλινική δοκιμή, η οποία ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί, εξετάζει την αποτελεσματικότητα της χαμηλής, μέτριας ή υψηλής δόσης του αντισώματος συγκριτικά με ένα placebo. Προς το παρόν, οι ασθενείς που παίρνουν τη μέτρια δόση του LY-CoV555, το οποίο έχει βασιστεί σε αντισώματα από τους πρώτους ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 στις ΗΠΑ, αντιμετωπίζουν τον ιό ταχύτερα σε σχέση με αυτούς που λαμβάνουν placebo. Η Eli Lilly, όπως και η Genentech, δημοσίευσε περιορισμένα δεδομένα, επομένως ακόμα δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του αντισώματος.

Για παράδειγμα, είναι σημαντικό να ξέρουμε ποια ήταν η μέση ηλικία των ασθενών, καθώς και αν οι ασθενείς είχαν χρόνια νοσήματα.

Μία άλλη ενδιαφέρουσα παρατήρηση της παρούσας μελέτης ήταν ότι το αντίσωμα ήταν περισσότερο αποτελεσματικό στη μέτρια δόση παρά στην υψηλή. Σύμφωνα με τους επιστήμονες της μελέτης, ωστόσο, τα δεδομένα αυτά μπορεί να ανατραπούν καθώς η μελέτη συνεχίζεται.

Από τους συνολικά 302 ασθενείς που έλαβαν το αντίσωμα LY-CoV555, μόλις 5 (1.7%) τελικά νοσηλεύτηκαν, ενώ στην ομάδα που έπαιρνε placebo νοσηλεύτηκαν συνολικά 9 από τους 150 ασθενείς (6%). Προς το παρόν δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακόμα αν η διαφορά αυτή είναι στατιστικώς σημαντική, ωστόσο φαίνεται ότι το αντίσωμα έχει αντιιική δράση.

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλά άλλα μονοκλωνικά αντισώματα που εξετάζονται παγκοσμίως, αρκετά από τα οποία στοχεύουν διαφορετικούς ιούς ή πρωτεΐνες του ξενιστή. Το πεδίο αυτό έχει συγκεντρώσει έντονο ενδιαφέρον από την επιστημονική κοινότητα και αυτή τη στιγμή έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος από την αρχή της πανδημίας του COVID-19.

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα