Νέα Έρευνα: Η COVID-19 Αυξάνει τον Κίνδυνο για Αρκετές Παθήσεις του Γαστρεντερικού Μακροπρόθεσμα

Οι ασθενείς που νόσησαν στο παρελθόν από COVID-19 έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν παθήσεις του γαστρεντερικού για τουλάχιστον 1 χρόνο μετά τη λοίμωξη με τον ιό, συγκριτικά με αυτούς που δεν έχουν ιστορικό COVID-19, όπως υποστηρίζει μία νέα μεγάλη ανάλυση από τις ΗΠΑ.

Ο αυξημένος κίνδυνος αφορά αρκετές διαφορετικές διαταραχές του ήπατος, την οξεία παγκρεατίτιδα, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, τη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, το έλκος στομάχου καθώς και τα έλκη του λεπτού εντέρου. Οι επιδράσεις της COVID-19 λοίμωξης στο έντερο μπορεί επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο δυσκοιλιότητας, διάρροιας, κοιλιακού άλγους, μετεωρισμού και έμετου μακροπρόθεσμα.

«Το πρώτο σύστημα εκτός των πνευμόνων που φάνηκε να επηρεάζεται στους ασθενείς ήταν το γαστρεντερικό. Πλέον είναι σαφές ότι ο ιός μπορεί να εγκατασταθεί σε αυτό το σύστημα και να επηρεάσει τη λειτουργία του μακροπρόθεσμα», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.

Η νέα έρευνα βασίστηκε στις παρατηρήσεις μίας προηγούμενης μελέτης από την ίδια ομάδα η οποία είχε εξετάσει τις επιδράσεις της COVID-19 στον εγκέφαλο, την καρδιά, τους νεφρούς και άλλα όργανα του σώματος μακροπρόθεσμα. Η ομάδα της μελέτης έχει ασχοληθεί εκτενώς με τα συμπτώματα της long COVID και έχει συνδέσει περίπου 80 διαφορετικές εκδηλώσεις με τη νόσο.

«Σε αυτή τη φάση δεν μας προκαλεί πλέον εντύπωση το γεγονός ότι η long COVID μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα και από το γαστρεντερικό. Ο SARS-CoV-2 μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τον οργανισμό, ακόμα και σε αυτούς που παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα. Πλέον είναι σαφές ότι η COVID-19 μπορεί να προκαλέσει προβλήματα σε οποιοδήποτε όργανο του σώματος, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις παραμένουν μακροπρόθεσμα», τόνισαν οι συγγραφείς.

Το γαστρεντερικό σύστημα περιλαμβάνει τη στοματική κοιλότητα, το φάρυγγα, τον οισοφάγο, το στόμαχο, το λεπτό και το παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό, καθώς και ορισμένα όργανα, όπως το ήπαρ και το πάγκρεας, τα οποία παράγουν ένζυμα που βοηθούν στην πέψη της τροφής.

Σύμφωνα με τις αναλύσεις της παρούσας μελέτης, η COVID-19 ενοχοποιείται για περίπου 42 εκατομμύρια νέα περιστατικά γαστρεντερικών νόσων παγκοσμίως.

«Ο αριθμός αυτό πιθανώς είναι μικρότερος από τον πραγματικό. Είναι απαραίτητο να γίνονται εξετάσεις του γαστρεντερικού σε κάθε ασθενή που προσέρχεται στον γιατρό για συμπτώματα long COVID», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Για την έρευνά τους, οι επιστήμονες εξέτασαν δεδομένα για περίπου 14 εκατομμύρια εθελοντές από το US Department of Veterans Affairs.

Από αυτούς, ξεχώρισαν συνολικά 154.068 εθελοντές που είχαν θετικές εξετάσεις για την COVID-19 κάποια στιγμή από την 1η Μαρτίου του 2020 μέχρι την 15η Ιανουαρίου του 2021 και επιβίωσαν για τουλάχιστον 30 ημέρες μετά τη μόλυνση με τον ιό. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν στατιστικά μοντέλα για να συγκρίνουν τα ποσοστά των γαστρεντερικών συμπτωμάτων στην ομάδα αυτή με άλλες δύο ομάδες εθελοντών: μία ομάδα με 5.6 εκατομμύρια εθελοντές που δεν διαγνώστηκαν με COVID-19 στο ίδιο και μία ομάδα 5.8 εκατομμύρια εθελοντών για το διάστημα από την 1η Μαρτίου του 2018 μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2019, δηλαδή πριν την πανδημία της COVID-19.

Από την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώθηκε ότι το οι παθήσεις του γαστρεντερικού εμφανίστηκαν με 36% αυξημένη συχνότητα στους ασθενείς με ιστορικό COVID-19 συγκριτικά με τις ομάδες ελέγχου. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σοβαρότητα των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της λοίμωξης δεν επηρέαζε τον παραπάνω κίνδυνο.

«Στο παρελθόν αρκετοί είχαν κάνει συγκρίσεις ανάμεσα στην COVID-19 και τη γρίπη. Στην έρευνά μας συγκρίναμε τα ποσοστά των γαστρεντερικών νόσων ανάμεσα σε αυτούς που νοσηλεύτηκαν για COVID-19 και αυτούς που νοσηλεύτηκαν για γρίπη. Και πάλι τα ποσοστά ήταν υψηλότερα στους ασθενείς με COVID-19, γεγονός που δείχνει ότι ακόμα και με τα ηπιότερα στελέχη του ιού που αντιμετωπίζουμε σήμερα, ο SARS-CoV-2 παραμένει πιο επικίνδυνος από τη γρίπη», εξήγησαν οι συγγραφείς.

Αν και ο πληθυσμός που εξέτασε η έρευνα ήταν κυρίως καυκάσιοι άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας, η ομάδα υποστήριξε ότι τα αποτελέσματα της μελέτης αφορούν το σύνολο του πληθυσμού ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου και φυλής.

Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στην έρευνα δεν εξετάστηκαν σχεδόν καθόλου εμβολιασμένοι καθώς στο διάστημα που εξετάστηκε δεν είχαν κυκλοφορήσει ακόμα εμβόλια για την COVID-19.

«Αν και τα εμβόλια περιορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης long COVID, δεν προστατεύουν απόλυτα από τα συμπτώματα που μπορεί να προκαλέσει η νόσος στην καρδιά, τους πνεύμονες, τον εγκέφαλο και το γαστρεντερικό σύστημα», εξήγησαν οι συγγραφείς.

Συγκριτικά με τους εθελοντές στις δύο ομάδες ελέγχου, οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19 είχαν 62% αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν έλκη στο στόμαχο ή το λεπτό έντερο, 35% αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και 46% αυξημένο κίνδυνο οξείας παγκρεατίτιδας.

Η ίδια ομάδα είχε επίσης 54% αυξημένο κίνδυνο να διαγνωστεί με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, 47% αυξημένο κίνδυνο φλεγμονής του στομάχου και 36% αυξημένο κίνδυνο απροσδιόριστου κοιλιακού άλγους.

Αντίστοιχα, οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19 είχαν 54% αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν συμπτώματα από το γαστρεντερικό, όπως δυσκοιλιότητα, διάρροια, μετεωρισμό, έμετο και κοιλιακό άλγος.

Φωτογραφία: EVG Kowalievska

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα