Long COVID: Η Δύσπνοια Αποδίδεται σε Παθολογική Ενεργοποίηση του Ανοσοποιητικού Συστήματος

Η παρατεταμένη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος στους αεραγωγούς ενοχοποιείται για τη δύσπνοια στους ασθενείς με long COVID. Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξε μία νέα μελέτη με 38 ασθενείς που είχαν παρουσιάσει σοβαρά συμπτώματα για COVID-19 με αποτέλεσμα να χρειαστούν νοσηλεία.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Immunity, οι ασθενείς αυτοί είχαν διαταραχές στα επίπεδα των ανοσιακών κυττάρων στους αεραγωγούς καθώς και ενδείξεις χρόνιων βλαβών στους πνεύμονες. Ωστόσο, από τα πρώιμα δεδομένα φαίνεται ότι οι βλάβες αυτές ενδέχεται μελλοντικά να υποχωρήσουν.

Αν και, σύμφωνα με τους συγγραφείς, τα αποτελέσματα της μελέτης τους θα πρέπει να επιβεβαιωθούν από μεγαλύτερες μελέτες, από τα δεδομένα της έρευνά τους φαίνεται ότι οι θεραπείες που περιορίζουν την ανοσιακή απόκριση και τη φλεγμονή πιθανώς μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς που παρουσιάζουν χρόνια δύσπνοια παρά την ανάρρωσή τους από COVID-19.

«Η έρευνά μας διαπίστωσε ότι αρκετούς μήνες μετά την COVID-19 λοίμωξη υπήρχαν ακόμα παθολογικά κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στους ασθενείς με δύσπνοια. Παρατηρήσαμε επίσης ότι υπάρχει μία ειδική πρωτεϊνική ‘υπογραφή’ στους πνεύμονες ενδεικτική συνεχιζόμενων βλαβών», αναφέρει ο Dr James Harker, συγγραφέας της έρευνας.

«Η παρατήρηση αυτή ουσιαστικά δείχνει ότι η χρόνια δύσπνοια στους ασθενείς με long COVID προκαλείται από την αδυναμία τερματισμού της ανοσιακής απόκρισης, γεγονός που προκαλεί φλεγμονή και βλάβες στους αεραγωγούς. Στο επόμενο κομμάτι της μελέτης μας θα εξετάσουμε αν υπάρχουν θεραπείες που περιορίζουν τη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος και αν μπορούν να ωφελήσουν τους ασθενείς με long COVID και δύσπνοια», εξήγησε ο καθηγητής Pallav Shah, ένας άλλος συγγραφέας της μελέτης.

Προηγούμενες μελέτες είχαν προσπαθήσει να εξερευνήσουν τα αίτια της δύσπνοιας στους ασθενείς με long COVID χρησιμοποιώντας δείγματα αίματος, ωστόσο οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης θέλησαν να εξετάσουν απευθείας τους πνεύμονες.

Για το σκοπό αυτό έκαναν αξονική τομογραφία προκειμένου να εκτιμήσουν την πνευμονική λειτουργία, ενώ παράλληλα συνέλεξαν και δείγματα υγρού από τους πνεύμονες στα οποία θέλησαν να εξετάσουν την παρουσία σχεδόν 500 διαφορετικών πρωτεϊνών.

Η έρευνα εξέτασε συνολικά 38 ασθενείς με long COVID 3-6 μήνες μετά τη νοσηλεία τους και 29 υγιείς εθελοντές που αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου.

3-6 μήνες μετά τη νοσηλεία τους για COVID-19, οι ασθενείς είχαν περισσότερα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στους πνεύμονες σε σχέση με τους υγιείς εθελοντές. Ωστόσο, στα δείγματα αίματος δεν παρατηρήθηκε διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες.

«Άλλες μελέτες έδειξαν ότι στην οξεία φάση της COVID-19 ενεργοποιούνται διάφορα είδη ανοσιακών κυττάρων στο αίμα και στους πνεύμονες για την αντιμετώπιση του ιού. Στα σοβαρά περιστατικά της νόσου, όπως για παράδειγμα οι ασθενείς που συμμετείχαν στη μελέτη μας, παρατηρείται επίσης αύξηση στους δείκτες φλεγμονής. Μετά από 3-6 μήνες, τα επίπεδα των ανοσιακών κυττάρων και των δεικτών φλεγμονής στο αίμα επανέρχονται σε φυσιολογικά επίπεδα, ωστόσο δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους πνεύμονες. Η έρευνά μας ουσιαστικά δείχνει ότι θα πρέπει να εξετάζουμε ειδικά την απόκριση του ανοσιακού συστήματος στους πνεύμονες προκειμένου να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τα αναπνευστικά συμπτώματα στους ασθενείς με long COVID», εξήγησαν οι συγγραφείς.

Αν και τα είδη των ανοσιακών κυττάρων στους πνεύμονες ήταν διαφορετικά σε κάθε ασθενή, στους περισσότερους ήταν αυξημένα τα ανοσιακά κύτταρα που συνδέονται με τον κυτταρικό θάνατο, τις βλάβες στο επιθήλιο και την επιδιόρθωση των ιστών.

Κάθε είδος ανοσιακού κυττάρου είχε επίσης διαφορετικές επιδράσεις στην υγεία των πνευμόνων. Για παράδειγμα, τα αυξημένα κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα προκαλούσαν βλάβες στους πνευμονικούς ιστούς και επηρέαζαν τη λειτουργία των αεραγωγών, ενώ τα υψηλά επίπεδα Β λεμοφοκυττάρων συνδέθηκαν με παθολογικά ευρήματα στην αξονική τομογραφία πνευμόνων.

17 ασθενείς από την ομάδα με long COVID επανεξετάστηκαν 1 χρόνο μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο και οι 14 από αυτούς είχαν παρουσιάσει σαφή βελτίωση της πνευμονικής λειτουργίας, ενώ και τα παθολογικά ευρήματα στην αξονική τομογραφία είχαν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό. Οι υπόλοιποι 3 είχαν ακόμα παθολογικά ευρήματα στην αξονική τομογραφία, ωστόσο ο αριθμός των ανοσιακών κυττάρων στους αεραγωγούς είχε περιοριστεί και σε αυτούς τους εθελοντές. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τους επιστήμονες της μελέτης δείχνει ότι η πνευμονική λειτουργία πιθανώς επανέρχεται σταδιακά.

Καταλήγοντας, οι επιστήμονες τόνισαν ότι στη μελέτη τους εξέτασαν μόνο ασθενείς που νοσηλεύτηκαν για COVID-19, επομένως οι παρατηρήσεις τους ενδεχομένως δεν αφορούν ασθενείς που νόσησαν ηπιότερα από τον ιό. Επιπλέον, όλες οι εξετάσεις που έκαναν έγιναν μετά την COVID-19, επομένως δεν είναι δυνατό να γνωρίζουν αν κάποιες από τις βλάβες προϋπήρχαν στους ασθενείς.

Φωτογραφία: Engin Akyurt / Pexels

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα