Γήρανση και Εμβόλια COVID-19: Όσα Πρέπει να Γνωρίζετε

Αντίθετα με το κρασί, ο οργανισμός του ανθρώπου δεν βελτιώνεται με την ηλικία. Η ακοή εκπίπτει, το δέρμα αλλοιώνεται και οι αρθρώσεις χάνουν τη λειτουργικότητά τους. Ακόμα και το ανοσοποιητικό σύστημα χάνει την ισχύ του.

Το φαινόμενο αυτό, γνωστό ως ανοσογήρανση, μπορεί να εξηγήσει σε κάποιο βαθμό γιατί οι ηλικιωμένοι αποτελούν ευπαθή ομάδα για τον COVID-19. Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα αφορά τα εμβόλια, τα οποία, όπως γνωρίζουμε σήμερα, έχουν συχνά μειωμένη αποτελεσματικότητα στους ασθενείς της τρίτης ηλικίας. Η καλύτερη στρατηγική για την αντιμετώπιση της πανδημίας ενδέχεται, επομένως, να αποτύχει στην ηλικιακή ομάδα που τη χρειάζεται περισσότερο.

Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και αρκετά χρόνια ότι η γήρανση του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο λοιμώξεων, περιορίζοντας παράλληλα την απόκριση στα εμβόλια. Τον Ιούνιο, το FDA των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι ένα εμβόλιο για τον COVID-19 θα πρέπει να μπορεί να προσφέρει ανοσία τουλάχιστον στο 50% των ασθενών προκειμένου να θεωρηθεί αποτελεσματικό, ωστόσο το όριο αυτό είναι πιθανώς δύσκολο να προσεγγιστεί στους ασθενείς της τρίτης ηλικίας. Σήμερα, δεν υπάρχει εμβόλιο που είναι εξίσου αποτελεσματικό στα άτομα νεαρής ηλικίας και τους ηλικιωμένους.

Το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου είναι ιδιαίτερα σύνθετο και η γήρανση μπορεί να επηρεάσει κάθε πτυχή του. Αρχικά, ορισμένα είδη ανοσιακών κυττάρων εξαντλούνται, όπως για παράδειγμα τα Τ λεμφοκύτταρα, τα οποία αντιμετωπίζουν τα παθογόνα, και τα Β λεμφοκύτταρα, τα οποία παράγουν αντισώματα. Οι ηλικιωμένοι παρουσιάζουν επίσης χρόνια, ήπια φλεγμονή, ένα φαινόμενο γνωστό ως φλεγμονογήρανση. Αν και η φλεγμονή αποτελεί απαραίτητο κομμάτι μίας υγιούς ανοσιακής απόκρισης, η παρατεταμένη ενεργοποίησή της καθιστά το ανοσοποιητικό σύστημα λιγότερο αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση εξωτερικών παθογόνων. Ως αποτέλεσμα, ο οργανισμός είναι περισσότερο ευάλωτος σε λοιμώξεις και παρουσιάζει μειωμένη απόκριση στα εμβόλια.

Σήμερα περισσότερα από 50 εμβόλια για τον COVID-19 εξετάζονται ήδη σε κλινικές δοκιμές, ωστόσο προς το παρόν δεν γνωρίζουμε αν τα εμβόλια αυτά θα είναι αποτελεσματικά και στους ηλικιωμένους. Σε μία κλινική δοκιμή φάσης Ι για το εμβόλιο της Moderna, η οποία εξέτασε ενήλικες άνω των 56 ετών, διαπιστώθηκε ότι το mRNA-1273 ήταν εξίσου αποτελεσματικό στους ασθενείς αυτής της ηλικίας. Αντίστοιχα, η Κινεζική εταιρία βιοτεχνολογίας Sinovac από το Πεκίνο, η οποία δοκίμασε το εμβόλιο CoronaVac σε κλινικές δοκιμές φάσης Ι και ΙΙ, ανέφερε ότι το εμβόλιο ήταν εξίσου αποτελεσματικό τους 421 ασθενείς ηλικίας 60-89 ετών που είχαν λάβει μέρος στην έρευνα. Αντιθέτως, η κλινική δοκιμή φάσης Ι της φαρμακευτικής εταιρίας Pfizer και BioNTech από τη Γερμανία, διαπίστωσε ότι το εμβόλιο BNT162b2 έχει περίπου 50% μειωμένη αποτελεσματικότητα στους ηλικιωμένους. Ωστόσο, στην παραπάνω κλινική δοκιμή τα επίπεδα των αντισωμάτων στους ασθενείς της τρίτης ηλικίας που έλαβαν το εμβόλιο ήταν υψηλότερα συγκριτικά με αυτά ασθενών που νόσησαν από COVID-19.

Οι περισσότερες κλινικές δοκιμές εμβολίων για τον COVID-19 περιλαμβάνουν μικρό αριθμό ηλικιωμένων. Αυτό συμβαίνει γιατί αρκετές έρευνες εξαιρούν τους ηλικιωμένους εξ’ αιτίας των χρονίων νόσων που έχουν.

Αν αποδειχθεί ότι τα εμβόλια του COVID-19 είναι λιγότερο αποτελεσματικά στους ηλικιωμένους, οι επιστήμονες θα πρέπει να εξερευνήσουν προσεγγίσεις για να ενισχύσουν την ανοσιακή απόκριση που προκαλούν. Ορισμένα εμβόλια γρίπης, για παράδειγμα, περιέχουν ανοσοενισχυτικές ουσίες ή υψηλότερες δόσεις του αντιγόνου. Ωστόσο, σύμφωνα με ορισμένους επιστήμονες, υπάρχουν πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις. Σήμερα αναπτύσσονται ήδη φάρμακα με διπλή δράση, τα οποία ενισχύουν την ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίζει τις λοιμώξεις, αλλά και την απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος στα εμβόλια. Ουσιαστικά, η προσέγγιση αυτή, αντί να προσαρμόζεται στις ανεπάρκειες του ανοσοποιητικού συστήματος, προσπαθεί να τις διορθώσει.

Για Πάντα Νέοι

Αρκετοί ερευνητές έχουν ξοδέψει δεκαετίες προσπαθώντας να αναστρέψουν τη διαδικασία της γήρανσης. Την τελευταία δεκαετία, ωστόσο, έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στην ταυτοποίηση συγκεκριμένων μοριακών στόχων οι οποίοι θα συμβάλλουν στην επίτευξη του παραπάνω στόχου.

Μία τάξη φαρμάκων αντιγήρανσης επηρεάζει τις οδούς του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Τα φάρμακα αυτά αναστέλλουν την πρωτεΐνη mTOR. Στο εργαστήριο, η αναστολή της mTOR παρατείνει τη διάρκεια ζωής των πειραματοζώων. «Η mTOR είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που ενοχοποιούνται για τη γήρανση και την έκπτωση της λειτουργίας των οργανικών συστημάτων», είπε η Joan Mannick, επικεφαλής της resTORbio, μίας εταιρίας βιοτεχνολογίας που αναπτύσσει θεραπείες αντιγήρανσης.

Σε μία έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2018, η Mannick και οι συνεργάτες της θέλησαν να εξετάσουν αν η αναστολή της mTOR στους ηλικιωμένους μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και να περιορίσει τα ποσοστά των λοιμώξεων. Οι 264 εθελοντές έλαβαν χαμηλή δόση αναστολέων mTOR ή placebo για 6 εβδομάδες. Αυτοί που πήραν το φάρμακο παρουσίασαν λιγότερες λοιμώξεις το επόμενο έτος, καθώς και βελτιωμένη απόκριση στο εμβόλιο της γρίπης. Μετά την επιτυχία της παραπάνω έρευνας, η Mannick ξεκίνησε μία νέα κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ το 2019 με σκοπό να εξετάσει αν ένας παρόμοιος αναστολέας mTOR (ο RTB101) μπορεί να προστατεύσει τους ασθενείς της τρίτης ηλικίας από τις λοιμώξεις του αναπνευστικού.

Η κλινική δοκιμή δεν κατέληξε στο επιθυμητό αποτέλεσμα, πιθανώς γιατί βασίστηκε σε αναφορά των λοιμώξεων από τους ασθενείς με βάση τα συμπτώματα και όχι σε εργαστηριακές εξετάσεις, όπως είχε συμβεί με την προηγούμενη έρευνα. Η επιστήμονας υποστήριξε πάντως ότι το δείγμα ήταν σχετικά μικρό για να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα της προσέγγισης.

Παρ’ όλ’ αυτά, τα δεδομένα από τις δύο παραπάνω κλινικές δοκιμές έδειξαν ότι οι ασθενείς που πήραν τον αναστολέα mTOR είχαν λιγότερες σοβαρές λοιμώξεις από κορονοϊούς και ανάρρωναν ταχύτερα σε σχέση με την ομάδα που έπαιρνε placebo. Οι κλινικές δοκιμές διεξήχθησαν πριν την εμφάνιση του SARS-CoV-2, ωστόσο δείχνουν ότι το RTB101 μπορεί να περιορίσει τη σοβαρότητα της νόσησης. Η resTORbio εξετάζει σήμερα το φάρμακο σε 550 ασθενείς ηλικίας άνω των 65.

Το RTB101 είναι παρόμοιο με έναν ήδη εγκεκριμένο αναστολέα mTOR, τη ραπαμυκίνη, ένα ανοσοκατασταλτικό φάρμακο. Η ραπαμυκίνη εξετάζεται σήμερα σε τουλάχιστον 4 κλινικές δοκιμές ως θεραπεία για τον COVID-19. Η μία από αυτές, μάλιστα, εξετάζει το φάρμακο αποκλειστικά σε ηλικιωμένους άνω των 60.

Η μετφορμίνη, ένα αντιδιαβητικό φάρμακο, περιορίζει επίσης έμμεσα τη δραστηριότητα του mTOR. Ορισμένες μελέτες έδειξαν ότι οι ασθενείς που παίρνουν μετφορμίνη έχουν μειωμένο κίνδυνο να νοσηλευτούν ή να καταλήξουν από COVID-19. Μία μικρή μελέτη παρατήρησης από την Κίνα, για παράδειγμα, παρατήρησε ότι η θνησιμότητα στους νοσηλευόμενους ασθενείς που έπαιρναν μετφορμίνη ήταν 2.9%, ενώ σε αυτούς που δεν έπαιρναν το παραπάνω φάρμακο ήταν 12.3%. Μία άλλη έρευνα από τη Πανεπιστήμιο της Μιννεσότα των ΗΠΑ, ανέλυσε δεδομένα νοσηλευομένων ασθενών με COVID-19 με μέση ηλικία τα 75, ορισμένοι από τους οποίους έπαιρναν ήδη μετφορμίνη για την παχυσαρκία ή το διαβήτη. Η έρευνα αυτή διαπίστωσε πολύ χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητα στις γυναίκες που έπαιρναν μετφορμίνη, όχι όμως και στους άνδρες.

Η Carolyn Bramante, επικεφαλής της τελευταίας έρευνας, τόνισε ότι παθήσεις όπως η παχυσαρκία και ο διαβήτης ευθύνονται για κάποιες από τις ανεπάρκειες του ανοσοποιητικού συστήματος που παρατηρούνται στην τρίτη ηλικία. Η επιστήμονας και η ομάδα της θα ξεκινήσουν σύντομα μία κλινική μελέτη με 1.500 εθελοντές ηλικίας άνω των 30 με σκοπό να διαπιστώσουν αν η μετφορμίνη μπορεί να προστατεύσει από τη μόλυνση με SARS-CoV-2 ή να βελτιώσει την πορεία ασθενών που έχουν ήδη μολυνθεί.

Μία άλλη επιστήμονας, η Jenna Bartley, από το Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ, θέλει να εξετάσει αν η μετφορμίνη μπορεί να ενισχύσει την απόκριση των ηλικιωμένων στο εμβόλιο της γρίπης. Η έρευνα αυτή βασίζεται στη θεωρία ότι η μετφορμίνη μπορεί να ενισχύσει τον ενεργειακό μεταβολισμό των Τ λεμφοκυττάρων, με αποτέλεσμα τα τελευταία να μπορούν να ανιχνεύσουν καλύτερα νέες απειλές. Η Bartley έχει ήδη συλλέξει τα δεδομένα για την παραπάνω έρευνα, ωστόσο δεν τα έχει αναλύσει ακόμα, καθώς το εργαστήριό της έχει κλείσει προσωρινά εξ’ αιτίας του COVID-19.

Αν αποδειχθεί ότι η μετφορμίνη είναι πράγματι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση του COVID-19, τότε το επόμενο βήμα θα είναι να εξερευνήσουμε τους μηχανισμούς στους οποίους αποδίδεται η παραπάνω δράση. Γνωρίζουμε σήμερα ότι η μετφορμίνη έχει πάρα πολλούς στόχους. Αρχικά είχε χρησιμοποιηθεί ως φάρμακο για τη γρίπη, ενώ έχει διαπιστωθεί επίσης ότι μπορεί να περιορίσει και τη φλεγμονή. Ένα σημαντικό πλεονέκτημα του συγκεκριμένου φαρμάκου είναι ότι έχει ελεγχθεί εκτενώς ως προς την ασφάλειά του.

Αντιφλεγμονώδης Ουσία

Το mTOR αποτελεί κλασικό στόχο της αντιγήρανσης, ωστόσο δεν είναι ο μοναδικός. Στην πραγματικότητα, αρκετοί μηχανισμοί της αντιγήρανσης συνδέονται μεταξύ τους με αποτέλεσμα η στόχευση του ενός να επηρεάζει και τους άλλους. Ουσιαστικά, αρκετές από τις μεταβολές που συμβαίνουν κατά τη γήρανση καταλήγουν στην εμφάνιση φλεγμονής. Κατά συνέπεια, οι επιστήμονες αναζητούν φάρμακα που μπορούν να περιορίσουν το παραπάνω σύμπτωμα.

Ο Arne Akbar ένας ανοσολόγος από το University College London έδειξε ότι το αντιφλεγμονώδες φάρμακο losmapimod, το οποίο χρησιμοποιείται ως θεραπεία για τη μυϊκή δυστροφία, μπορεί να ενισχύσει την ανοσία. Σε μία έρευνα του 2018, οι επιστήμονες χορήγησαν υποδορίως ιούς ανεμευλογιάς σε ηλικιωμένους εθελοντές. Αν και οι ασθενείς αυτοί είχαν ιστορικό έκθεσης στον ιό, η απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος σε αυτόν ήταν περιορισμένη, καθώς εμποδίστηκε από τη φλεγμονή. Όταν οι επιστήμονες χορήγησαν στους ασθενείς το losmapimod, η φλεγμονή περιορίστηκε κατά 70% και η ανοσιακή απόκριση βελτιώθηκε.

Τον Ιούνιο, η φαρμακευτική εταιρία που παράγει το losmapimod (Fulcrum Therapeutics), ξεκίνησε μία κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ με 400 εθελοντές με σκοπό να εξετάσει αν το φάρμακο μπορεί να περιορίσει τα ποσοστά θνησιμότητας και τον κίνδυνο αναπνευστικής ανεπάρκειας σε νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19.

Μία άλλη κατηγορία φαρμάκων, τα γεροντολυτικά (senolytics), βοηθούν στην απομάκρυνση των κυττάρων που έχουν σταματήσει να πολλαπλασιάζονται αλλά παραμένουν στον οργανισμό. Τα γερασμένα κύτταρα τυπικά απομακρύνονται από το ανοσοποιητικό σύστημα, ωστόσο καθώς ο οργανισμός γερνά, τα κύτταρα αυτά συσσωρεύονται με αποτέλεσμα να αυξάνεται η φλεγμονή. Τον Αύγουστο, μία ομάδα επιστημόνων από την Mayo Clinic ξεκίνησε μία κλινική δοκιμή με 70 εθελοντές με σκοπό να εξετάσει αν η φισετίνη, ένα γεροντολυτικό το οποίο κυκλοφορεί σήμερα ως συμπλήρωμα, μπορεί να βελτιώσει την πορεία των ασθενών με COVID-19 ηλικίας άνω των 60 ετών. Οι επιστήμονες σκοπεύουν επίσης να εξετάσουν αν η φισετίνη μπορεί να προστατεύσει επίσης τους ηλικιωμένους που μένουν σε οίκους ευγηρίας από τη μόλυνση με COVID-19.

Αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι οι περισσότερες φαρμακευτικές εταιρίες έχουν ως σκοπό να εξετάσουν τα φάρμακα αντιγήρανσης ως θεραπείες και όχι ως προφυλακτική αγωγή. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι ευκολότερο να εγκριθεί ένα φάρμακο που είναι αποτελεσματικό σε ασθενείς που νοσούν. Το φάρμακο αντιγήρανσης που φαίνεται να προηγείται αυτή τη στιγμή σε σχέση με τα υπόλοιπα είναι η ραπαμυκίνη. Σύμφωνα με αρκετούς επιστήμονες, μάλιστα, αν η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου στον άνθρωπο είναι συγκρίσιμη με την αποτελεσματικότητα που έχει στα ποντίκια, τότε αναμένεται να περιορίσει τα ποσοστά θνησιμότητας από COVID-19 κατά 90%!

Τα φάρμακα αντιγήρανσης δεν αποκλείεται να χρησιμοποιηθούν και ως ενισχυτικά πριν τον εμβολιασμό.

Πρόσθετα Συστατικά

Αν η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος αποδειχθεί μη ρεαλιστικός στόχος, θα εξερευνηθούν άλλοι τρόποι για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των εμβολίων. Για παράδειγμα, σήμερα κυκλοφορούν ήδη 2 εμβόλια γρίπης τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα για τους ηλικιωμένους άνω των 65. Το ένα από αυτά (Fluzone High-Dose) περιέχει τετραπλάσια ποσότητα του ιικού αντιγόνου, ενώ το άλλο (Fluad) περιέχει ενισχυτικούς παράγοντες.

Μία επιστημονική ομάδα από το Boston Children’s Hospital στη Μασσαχουσέτη προσπαθεί ήδη να αναπτύξει ένα εμβόλιο ειδικά για ασθενείς της τρίτης ηλικίας, χρησιμοποιώντας ένα in vitro σύστημα ελέγχου προκειμένου να εξετάσει τους καλύτερους ενισχυτικούς παράγοντες. Ο ιδανικός συνδυασμός ενισχυτικών παραγόντων που θα ανακαλύψουν οι επιστήμονες θα εξεταστεί αρχικά σε πειραματόζωα και μετά σε ανθρώπους.

Γενικότερα, η ανάπτυξη φαρμάκων που βελτιώνουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος φαίνεται πιο αποτελεσματική προσέγγιση συγκριτικά με την ανάπτυξη εμβολίων ειδικά για τους ηλικιωμένους. Η ανάπτυξη εμβολίων είναι σχετικά ακριβή και χρειάζεται αρκετό χρόνο. Ιδιαίτερα σε νέους ιούς, για τους οποίους τα δεδομένα είναι πολύ περιορισμένα, η ανάπτυξη δύο διαφορετικών εμβολίων είναι ακόμα πιο δύσκολη. Επιπλέον, τα εμβόλια στοχεύουν ένα συγκεκριμένο παθογόνο, ενώ ένα φάρμακο που ενιχύει τη δράση του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να έχει χρησιμότητα σε αρκετά εμβόλια.

Φαίνεται, σήμερα ότι η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος στην τρίτη ηλικία θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της έρευνας. Με τον τρόπο αυτό θα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε ευκολότερα όχι μόνο τον COVID-19, αλλά και άλλες λοιμώξεις ή ακόμα και τον καρκίνο.

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα