Διαλειμματική Νηστεία: Μπορεί να Προστατεύσει από τις Καρδιακές Επιπλοκές της COVID-19;

Η διαλειμματική νηστεία, ιδιαίτερα όταν γίνεται μακροπρόθεσμα, μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στη μεταβολική και καρδιαγγειακή υγεία. Μία νέα έρευνα από τα νοσοκομεία Intermountain Health των ΗΠΑ παρατήρησε ότι η δίαιτα αυτή μπορεί να προστατεύσει και από τις καρδιαγγειακές επιπλοκές της COVID-19 σε ασθενείς με ιστορικό καρδιακών παθήσεων.

«Γνωρίζουμε ήδη ότι τα παρατεταμένα διαστήματα νηστείας μπορεί να βελτιώσουν την υγεία συνολικά. Στην έρευνά μας παρατηρήσαμε ότι η διαλειμματική νηστεία συνδέθηκε με καλύτερη πρόγνωση στους ασθενείς με COVID-19 που χρειάστηκαν καρδιακό καθετηριασμό. Αν και η δίαιτα αυτή δεν αποτρέπει απαραίτητα ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο σε αυτούς τους ασθενείς, φαίνεται ότι προστατεύει από την καρδιαγγειακή ανεπάρκεια που εμφανίζεται αργότερα», υποστήριξαν οι συγγραφείς της μελέτης.

Στη μελέτη, η οποία εξέτασε ασθενείς από το INSPIRE registry, συμμετείχαν ασθενείς που είχαν κάνει καρδιακό καθετηριασμό από το Φεβρουάριο του 2013 μέχρι το Μάρτιο του 2020.

Από τους παραπάνω ασθενείς, 464 είχαν διαγνωστεί επίσης με COVID-19 στο διάστημα από τις 6 Μαρτίου του 2020 μέχρι τις 8 Απριλίου του 2022, από τους οποίους οι 135 ανέφεραν ότι έκαναν τακτικά νηστεία για ένα διάστημα 42.7 ετών κατά μέσο όρο.

Όπως παρατήρησε η επιστημονική ομάδα της μελέτης, οι εθελοντές που έκαναν τακτικά νηστεία είχαν χαμηλότερα ποσοστά νοσηλειών για καρδιαγγειακή ανεπάρκεια, καθώς και χαμηλότερα ποσοστά σοβαρών συμπτωμάτων και θανάτου από την COVID-19 σε σχέση με αυτούς που δεν έκαναν νηστεία.

Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάστηκαν πριν από λίγες ημέρες στο συνέδριο του American College of Cardiology / World Heart Federation που διεξήχθη στη Νέα Ορλεάνη.

«Τα αποτελέσματα της μελέτης μας δείχνουν ότι η διαλειμματική νηστεία μακροπρόθεσμα μπορεί να προστατεύσει από την καρδιακή ανεπάρκεια, ακόμα και σε ασθενείς με ιστορικό COVID-19 που διαγνώστηκαν με καρδιακές παθήσεις στο παρελθόν», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η επιστημονική ομάδα είχε τη δυνατότητα να εξετάσει τις επιδράσεις της νηστείας μακροπρόθεσμα, καθώς το 62% περίπου του πληθυσμού της Utah, κάνει νηστεία την 1η Κυριακή κάθε μήνα κατά την οποία δεν καταναλώνει καθόλου τρόφιμα τα δύο πρώτα γεύματα της ημέρας.

Η μικρότερη διάρκεια που έκανε την παραπάνω δίαιτα ένας εθελοντής της έρευνας ήταν 7 χρόνια και η μεγαλύτερη 82.

Οι επιστήμονες της μελέτης υποστήριξαν ότι αν και ακόμα δεν γνωρίζουμε γιατί η διαλειμματική νηστεία συνδέεται με καλύτερη πρόγνωση από την COVID-19 σε ασθενείς με ιστορικό καρδιαγγειακών νόσων, υπάρχουν αρκετές θεωρίες που μπορεί εξηγήσουν το παραπάνω γεγονός.

Για παράδειγμα, έχει αποδειχθεί ότι η νηστεία περιορίζει τη φλεγμονή και ιδιαίτερα αυτή που συνδέεται με την επιδείνωση των ασθενών με COVID-19. Επιπλέον, μετά από 12-14 ώρες νηστείας, ο οργανισμός σταματάει να χρησιμοποιεί γλυκόζη και χρησιμοποιεί κετόνες, γεγονός που μπορεί να βελτιώσει την καρδιακή λειτουργία.

Ένας άλλος μηχανισμός μέσω του οποίου η διαλειμματική νηστεία προσφέρει οφέλη είναι η αυτοφαγία, μία διαδικασία μέσω της οποίας καταστρέφονται και «ανακυκλώνονται» τα ελαττωματικά κύτταρα ή αυτά που έχουν μολυνθεί με παθογόνα.

Καταλήγοντας, οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι όποιος θέλει να ξεκινήσει μία νέα νηστεία θα πρέπει να συμβουλευτεί πρώτα τον γιατρό του, ιδιαίτερα αν ανήκει σε ευπαθείς ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, οι έγκυες και οι διαβητικοί.

Φωτογραφία: Miguel Á. Padriñán

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα