COVID-19: Πάνω από 7 Μήνες Παραμένουν οι Διαταραχές της Σκέψης σε Ορισμένους Ασθενείς

Οι ασθενείς ηλικίας 38-59 ετών που νοσούν από COVID-19 παρουσιάζουν έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών και διαταραχές της σκέψης (brain fog) που παραμένουν μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μίας νέας έρευνας.

Συγκεκριμένα, πάνω από 7 μήνες μετά την οξεία λοίμωξη, ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με COVID-19 είχε ακόμα μειωμένη ικανότητα επεξεργασίας νέων πληροφοριών, μειωμένες εκτελεστικές λειτουργίες και περιορισμένη μνήμη, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Network Open.

Η έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών ήταν συχνότερη στους ασθενείς που νοσηλεύτηκαν για COVID-19 συγκριτικά με αυτούς που δεν παρουσίασαν σοβαρά συμπτώματα κορονοϊού και επομένως παρέμειναν στο σπίτι τους.

«Η έρευνά μας έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς δείχνει ότι άτομα παραγωγικής ηλικίας μπορούν επίσης να παρουσιάσουν διαταραχές της σκέψης και των γνωστικών λειτουργιών μακροπρόθεσμα, γεγονός που θα επηρεάσει την εργασία τους», ανέφερε η Jacqueline Becker, PhD, επικεφαλής της έρευνας.

Οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19 αναφέρουν συχνά θόλωση της σκέψης (brain fog), ωστόσο σήμερα δεν γνωρίζουμε ακόμα ποια είναι η ακριβής συχνότητα του παραπάνω συμπτώματος ούτε αν αυτό συνδέεται με τη σοβαρότερη νόσηση από τον ιό, όπως εξήγησε η επιστημονική ομάδα.

Στην έρευνα εξετάστηκαν συνολικά 740 ασθενείς με COVID-19 που νοσηλεύτηκαν τον Απρίλιο ή το Μάιο του 2020. Όλοι είχαν θετικές εξετάσεις για τον SARS-CoV-2 και θετικές εξετάσεις αντισωμάτων για τον ιό, ενώ κανένας από αυτούς δεν είχε ιστορικό άνοιας. Ο μέσος χρόνος από τη διάγνωση της COVID-19 ήταν οι 7.6 μήνες όταν έγινε η ανάλυση των δεδομένων. Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 49, ενώ το 63% ήταν γυναίκες.

Οι γιατροί έκαναν διάφορες εξετάσεις στους ασθενείς για την εκτίμηση των γνωστικών λειτουργιών, μεταξύ των οποίων το Number Span forward and backward, το Trail Making Test Part A and Part B και το Hopkins Verbal Learning Test-Revised.

Μετά τη συλλογή των δεδομένων μέσω των παραπάνω εξετάσεων, οι επιστήμονες έκαναν προσαρμογή των αποτελεσμάτων για διάφορους παράγοντες, όπως για παράδειγμα η φυλή, το ιστορικό καπνίσματος, ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), οι συννοσηρότητες και η κατάθλιψη.

Από τους συνολικά 740 ασθενείς με COVID-19, το 51% δεν χρειάστηκε νοσηλεία, το 27% νοσηλεύτηκε, ενώ το 22% εισήχθη στη ΜΕΘ.

Αναλύοντας τα δεδομένα, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι το 24% των εθελοντών είχε ακόμα διαταραχές της μνήμης 7 μήνες μετά τη διάγνωση με τον ιό, το 20% είχε δυσκολίες στην ανάκληση λέξεων, το 18% είχε έκπτωση στην ταχύτητα επεξεργασίας νέων δεδομένων, ενώ το 16% είχε διαταραχές στις εκτελεστικές λειτουργίες.

Καταλήγοντας, οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι σχεδόν σε όλες τις παραπάνω κατηγορίες, οι ασθενείς που είχαν νοσηλευτεί τελικά για την COVID-19, είχαν χειρότερους δείκτες σε σχέση με τους ασθενείς που δεν νοσηλεύτηκαν.

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα