COVID-19: Μειωμένος ο Κίνδυνος Σοβαρών Συμπτωμάτων στους Ασθενείς με Τροφικές Αλλεργίες

Οι ασθενείς με τροφικές αλλεργίες διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από COVID-19. Αντιθέτως, η παχυσαρκία και ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) αποτελούν παράγοντες κδινύνου για τη σοβαρή νόσο, κάτι που ωστόσο δεν ισχύει για το άσθμα.

Στα παραπάνω συμπεράσματα, μεταξύ άλλων, κατέληξε η μελέτη HEROS (Human Epidemiology and Response to SARS-CoV-2), η οποία διεξήχθη από το National Institute of Allergy and Infectious Diseases των ΗΠΑ και δημοσιεύτηκε στο Journal of Allergy and Clinical Immunology.

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι τα παιδιά κάτω των 12 ετών έχουν παρόμοιο κίνδυνο με τους εφήβους και τους ενήλικες να μολυνθούν με τον ιό, ωστόσο στο 75% των περιστατικών αυτής της ηλικιακής ομάδας η λοίμωξη δεν θα προκαλέσει κανένα σύμπτωμα. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά με COVID-19 μεταδίδουν τον ιό στο περιβάλλον του σπιτιού εξίσου εύκολα με τους ενήλικες.

Αναφορικά με τους ασθενείς που πάσχουν από άσθμα, η έρευνα απέδειξε ότι δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από COVID-19, παρά το γεγονός ότι γενικά αποτελούν ευπαθή ομάδα για τις λοιμώξεις του αναπνευστικού. Η παρούσα μελέτη επιβεβαίωσε επίσης ότι η παχυσαρκία και ο υψηλός ΔΜΣ αποτελούν παράγοντες κινδύνου για τη νόσο. Οι συγγραφείς της μελέτης υποστήριξαν ότι ο αυξημένος κίνδυνος αποδίδεται πιθανώς στη χρόνια συστηματική φλεγμονή των ασθενών με παχυσαρκία.

Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση της έρευνας ήταν ότι ο κίνδυνος σοβαρής COVID-19 ήταν 50% μειωμένος στους ασθενείς με τροφικές αλλεργίες. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται πιθανώς σε μία διαφορετικής μορφή φλεγμονή, η οποία συνδέεται με τις κυτταροκίνες τύπου 2 και παρατηρείται συχνά σε αυτούς τους ασθενείς. Προηγούμενες μελέτες της ίδιας επιστημονικής ομάδας είχαν δείξει ότι η αλλεργική φλεγμονή τύπου 2 μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του ACE2 στους ασθενείς, δηλαδή την πύλη εισόδου που χρησιμοποιεί ο SARS-CoV-2 για να μολύνει τα κύτταρα του ανθρώπου.

«Από τις παρατηρήσεις μας φαίνεται ότι το κάθε είδος της φλεγμονής μπορεί να επηρεάσει διαφορετικά τον κίνδυνο COVID-19, γεγονός που δείχνει ότι η φλεγμονή έχει κεντρικό ρόλο σε αυτή τη λοίμωξη», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Στην έρευνα HEROS συμμετείχαν συνολικά περίπου 1.400 οικογένειες με τουλάχιστον ένα άτομο ηλικίας κάτω των 21. Οι εθελοντές έδιναν ρινοφαρυγγικά δείγματα κάθε 2 εβδομάδες, ανεξαρτήτως συμπτωμάτων, αλλά και μετά την πρώτη διάγνωση της COVID-19 στο κάθε σπίτι. Οι εθελοντές συμπλήρωναν επίσης ερωτηματολόγια αναφορικά με τα συμπτώματά τους εβδομαδιαίως. Αρκετοί από τους εθελοντές που συμμετείχαν στην παρούσα μελέτη προέρχονται από άλλες έρευνες του NIAID. Περίπου το 50% από αυτούς είχαν διαγνωστεί στο παρελθόν με τροφικές αλλεργίες, άσθμα, έκζεμα ή αλλεργική ρινίτιδα, γεγονός που επέτρεψε στους επιστήμονες να εκτιμήσουν καλύτερα τη σύνδεση των παραπάνω παθήσεων με τον κίνδυνο COVID-19.

Το γεγονός ότι στη μελέτη συμμετείχαν εθελοντές από ένα μεγάλο ηλικιακό εύρος, επέτρεψε στους επιστήμονες να εκτιμήσουν καλύτερα τον κίνδυνο λοίμωξης σε κάθε ηλικία. Όπως διαπίστωσαν, ο κίνδυνος μόλυνσης ήταν παρόμοιος σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, ωστόσο στα παιδιά το 75% των λοιμώξεων ήταν ασυμπτωματικές, στους εφήβους το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 59%, ενώ στους ενήλικες 38%. Η έρευνα παρατήρησε επίσης ότι αν ένα άτομο στην οικογένεια ήταν θετικό για τον SARS-CoV-2, μετέδιδε τον ιό σε τουλάχιστον ένα ακόμα μέλος της οικογενείας. Τέλος, αν και οι περισσότερες λοιμώξεις στα παιδιά ήταν ασυμπτωματικές, το ιικό φορτίο σε αυτό τον πληθυσμό ήταν συγκρίσιμο με αυτό των εφήβων και των ενηλίκων.

Φωτογραφία: Karolina Grabowska

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα