COVID-19: Μπορεί να Επηρεάσει την Ψυχική Υγεία Μακροπρόθεσμα;

Μία νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό The BMJ διαπίστωσε ότι η COVID-19 αυξάνει τον κίνδυνο κατάθλιψης, αγχώδους διαταραχής, κατάχρησης ουσιών ή διαταραχών του ύπνου μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η πρόληψη και αντιμετώπιση των ψυχιατρικών νόσων θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα στους ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19.

Στο παρελθόν, ορισμένες μελέτες είχαν δείξει ότι οι ασθενείς με COVID-19 διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο αγχώδους διαταραχής και κατάθλιψης, ωστόσο οι έρευνες αυτές είχαν εξετάσει γενικά μικρό αριθμό ασθενών και είχαν μικρή διάρκεια (<6μήνες).

Μέχρι σήμερα καμία έρευνα δεν είχε εξετάσει τις επιδράσεις της COVID-19 στην ψυχική υγεία των ασθενών για διάστημα 1 έτους.

Θέλοντας να εξερευνήσουν περισσότερο την παραπάνω σύνδεση, οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης χρησιμοποίησαν τη βάση δεδομένων του US Department of Veterans Affairs για να διαπιστώσουν ποιοι ασθενείς παρουσίασαν νέες ψυχιατρικές νόσους τουλάχιστον 30 ημέρες μετά από μία θετική εξέταση PCR για την COVID-19 στο διάστημα από το Μάρτιο του 2020 μέχρι τον Ιανουάριο του 2021.

Στην έρευνα εξετάστηκαν συνολικά δεδομένα για 153.848 ασθενείς. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης δύο ομάδες ελέγχου. Στην πρώτη ήταν 5.637.840 εθελοντές που δεν είχαν διαγνωστεί με COVID-19 στο ίδιο διάστημα, ενώ στη δεύτερη 5.859.251 εθελοντές από μία περίοδο πριν την πανδημία. Η μέση ηλικία των εθελοντών ήταν τα 63 χρόνια.

Οι ασθενείς με COVID-19 χωρίστηκαν επίσης σε δύο ομάδες ανάλογα αν νοσηλεύτηκαν ή όχι κατά τη διάρκεια της λοίμωξης, ενώ στα αποτελέσματα έγινε προσαρμογή για παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η φυλή, ο τρόπος ζωής και το ιατρικό ιστορικό.

Οι επιστήμονες παρακολούθησαν την πορεία του κάθε εθελοντή για διάστημα ενός έτους και κατέγραψαν όλες τις νέες διαγνώσεις κατάθλιψης, αγχώδους διαταραχής, καταχρήσεων ουσιών ή διαταραχών του ύπνου.

Συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου που δεν νόσησε από COVID-19 στο διάστημα που εξέτασε η έρευνα, οι ασθενείς με ιστορικό θετικής εξέτασης COVID-19 είχαν 60% αυξημένο κίνδυνο διάγνωσης με οποιαδήποτε ψυχική νόσο στο επόμενο έτος.

Όταν οι συγγραφείς εξέτασαν ξεχωριστά κάθε διάγνωση, διαπίστωσαν ότι η COVID-19 συνδέεται με 24 επιπλέον διαγνώσεις διαταραχών του ύπνου, 15 διαγνώσεις κατάθλιψης, 11 διαγνώσεις αγχώδους διαταραχής και 4 επιπλέον καταχρήσεις ουσιών ανά 1.000 άτομα.

Αντίστοιχα ήταν τα αποτελέσματα και κατά τη σύγκριση που έγινε με την ομάδα ελέγχου πριν την πανδημία.

Όπως υποστήριξε η επιστημονική ομάδα, τον υψηλότερο κίνδυνο διατρέχουν αυτοί που νοσηλεύτηκαν για COVID-19, ωστόσο και αυτοί που δε νοσηλεύτηκαν είχαν επίσης αυξημένο κίνδυνο νέας διάγνωσης με ψυχιατρικά νοσήματα.

Αν και στο παρελθόν έχει διαπιστωθεί αυξημένος κίνδυνο ψυχιατρικής διάγνωσης και σε όσους νοσούν από γρίπη ή νοσηλεύονται για άλλα αίτια, ο κίνδυνος ήταν πολύ υψηλότερος σε όσους νόσησαν από COVID-19, όπως αναφέρει η μελέτη.

Οι συγγραφείς αναγνώρισαν ότι η μελέτη τους ήταν μία έρευνα παρατήρησης και επομένως δεν μπορεί να αποδείξει σχέση αιτίας-αποτελέσματος, ενώ ενδεχομένως και άλλοι παράγοντες μπορεί να επηρέασαν τα αποτελέσματα. Επιπλέον, στην έρευνα συμμετείχαν κυρίως καυκάσιοι άνδρες, επομένως οι παρατηρήσεις της πιθανώς διαφοροποιούνται σε άλλους πληθυσμούς.

Σε κάθε περίπτωση, τόνισαν ότι η έρευνά τους κρούει τον κώδωνα για τους ασθενείς που επιβιώνουν από την COVID-19 και επομένως θα πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για να περιοριστεί ο κίνδυνος ψυχικών νόσων σε αυτό τον πληθυσμό.

Φωτογραφία: Engin Akyurt

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα