Οι Πνευμονικές Παθήσεις στη Μέση Ηλικία Αποτελούν Παράγοντα Κινδύνου για την Εμφάνιση Άνοιας Αργότερα

Οι μεσήλικες με πνευμονικές νόσους διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο άνοιας ή έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών στη μετέπειτα ζωή τους, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μίας νέας έρευνας που δημοσιεύτηκε στο American Journal of Respiratory and Critical Care Medicine.

Στην έρευνα, η οποία είχε τίτλο «Impaired Lung Function, Lung Disease, and Risk of Incident Dementia», η Πάμελα Λούτσεϊ και οι συνεργάτες της ανέφεραν ότι τόσο οι περιοριστικές όσο και οι αποφρακτικές πνευμονικές νόσοι σχετίζονται με άνοια, δηλαδή νόσο Alzheimer και ήπια έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών. Η σύνδεση ήταν ισχυρότερη για τις περιοριστικές πνευμονικές νόσους, όπως η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση και η σαρκοείδωση, παρά για την χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ).

«Η πρόληψη της άνοιας αποτελεί προτεραιότητα για τη δημόσια υγεία και οι προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι πνευμονικές παθήσεις, οι οποίες συχνά μπορεί να προληφθούν, συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο άνοιας», είπε η Δρ Λούτσεϊ, επικεφαλής της έρευνας και επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Μιννεσότα. «Στην έρευνα αυτή εξετάσαμε τη μακροπρόθεσμη συσχέτιση μεταξύ της κακής πνευμονικής λειτουργίας και του κινδύνου εμφάνισης άνοιας, χρησιμοποιώντας μέτρα υψηλής ακριβείας».

Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από ένα δείγμα 14.000 εθελοντών (μέσο όρο ηλικίας 54) οι οποίοι είχαν κάνει σπιρομέτρηση και είχαν απαντήσει ερωτηματολόγια σχετικά με την πνευμονική τους υγεία. Η πορεία των εθελοντών παρακολουθήθηκε για 23 χρόνια κατά μέσο όρο και στη συνέχεια εξετάστηκαν για άνοια ή έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών. Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν αναφερθεί συνολικά 1407 περιστατικά άνοιας, είτε ως αποτέλεσμα της εκτίμησης είτε μετά από έλεγχο των ιατρικών τους αρχείων.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν πνευμονικές παθήσεις, η πιθανότητα εμφάνισης άνοιας ή ήπιας έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών ήταν:

  • 58% αυξημένη στους ασθενείς με περιοριστικές πνευμονικές νόσους
  • 33% αυξημένη στους ασθενείς με αποφρακτικές πνευμονικές νόσους

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι τα χαμηλά σκορ σε δύο εξετάσεις της σπιρομέτρησης (FEV1 και FVC), σχετίζονται με άνοια.  H FEV1 είναι η μέγιστη ποσότητα αέρα που μπορεί να εκπνεύσει ο ασθενής σε 1 δευτερόλεπτο, ενώ η FVC είναι ένα μέτρο του μεγέθους των πνευμόνων.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η εξήγηση για τα παραπάνω ευρήματα είναι ότι οι πνευμονικές παθήσεις οδηγούν συχνά σε χαμηλά επίπεδα οξυγόνου αίματος, γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε φλεγμονή, στρες και βλάβες στα εγκεφαλικά αγγεία.

Ένας περιορισμός της έρευνας ήταν ότι η πνευμονική λειτουργία των εθελοντών εκτιμήθηκε μόνο στην αρχή της έρευνας, με αποτέλεσμα αρκετοί ασθενείς να καταλήξουν πριν μπορέσουν να εξεταστούν εκ νέου για άνοια και έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών. Επίσης, καθώς η έρευνα δεν ήταν τυχαιοποιημένη και ελεγχόμενη, δεν μπορεί να αποδείξει σχέση αιτίας-αποτελέσματος μεταξύ των πνευμονικών νόσων και της άνοιας ή της ήπιας έκπτωσης των γνωστικών λειτουργιών.

Αν μελλοντικές έρευνες καταφέρουν να αποδείξουν την παραπάνω συσχέτιση θα χρειαστεί να γίνουν ακόμα μεγαλύτερες προσπάθειες να βελτιωθεί η ποιότητα του αέρα και να μειωθούν τα ποσοστά των καπνιστών. Με τα παραπάνω μέτρα θα μειωθούν όχι μόνο τα περιστατικά των πνευμονικών νόσων, αλλά και αυτά της άνοιας.

«Η πρόληψη των πνευμονικών νόσων είναι ιδιαίτερα σημαντική», είπε η Δρ Λούτσεϊ. «Αν και άλλες έρευνες επιβεβαιώσουν τα αποτελέσματά μας, τόσο οι επαγγελματίες υγείας όσο και οι ασθενείς θα έχουν ένα επιπλέον κίνητρο να κάνουν αλλαγές για την πρόληψη της πνευμονικής τους υγείας», κατέληξε.

Βιβλιογραφία: American Journal of Respiratory and Critical Care Medicine

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα