Η Ανεπάρκεια Βιταμίνης D Συνδέεται με Αυξημένο Κίνδυνο Θανάτου Σύμφωνα με Νέα Μελέτη

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θανάτου, ωστόσο ο κίνδυνος αυτός είναι δυνατό να περιοριστεί εφόσον τα επίπεδα της βιταμίνης αυξηθούν και πάλι. Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξε μία νέα μελέτη που εξέτασε δεδομένα από το UK Biobank και δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό Annals of Internal Medicine.

Η επιστημονική ομάδα χρησιμοποίησε την τεχνική της Μεντελικής τυχαιοποίησης, η οποία χρησιμοποιεί γενετικά αλληλόμορφα ως «δείκτες» για την επίδραση εξωτερικών παραγόντων που επηρεάζουν τα επίπεδα της βιταμίνης D, όπως η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και η διατροφή. Η προσέγγιση αυτή τους επέτρεψε να εξετάσουν τη σύνδεση ανάμεσα στην ανεπάρκεια βιταμίνης D και τον κίνδυνο θανάτου, κάτι που δεν μπορεί να γίνει σε τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες για ηθικούς λόγους.

Από τις αναλύσεις που έκαναν οι επιστήμονες παρατήρησαν σύνδεση ανάμεσα στα επίπεδα της βιταμίνης D κάτω από 50 nmol/L και τον κίνδυνο θανάτου από διάφορα αίτια.

«Αντίθετα με άλλα είδη ερευνών, καταφέραμε να ξεπεράσουμε αρκετά εμπόδια που δημιουργούνται από τη μεθοδολογία. Μάλιστα, στην έρευνά μας εξετάσαμε ασθενείς με πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D και την πορεία τους όταν κατάφεραν να αυξήσουν τα επίπεδα έστω και λίγο. Οι περισσότερες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες δεν παρατηρούν μείωση στον κίνδυνο θανάτου, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν επαρκή επίπεδα της βιταμίνης», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Πρακτικά από τις παρατηρήσεις της παρούσας μελέτης επιβεβαιώθηκε το όριο των 50 nmol/L που αποτελεί σήμερα το στόχο για τη βιταμίνη D.

«Όσοι έχουν επίπεδα βιταμίνης D κάτω από το παραπάνω όριο θα πρέπει να λάβουν συμπληρώματα ή να βελτιώσουν τη διατροφή τους με σκοπό να φτάσουν τουλάχιστον τα 50 nmol/L. Δεν υπάρχει λόγος να φτάσουμε σε πολύ υψηλές τιμές και επομένως δεν χρειάζεται να παίρνουμε πολύ μεγάλες δόσεις της βιταμίνης», εξήγησε η ομάδα.

«Ορισμένοι γιατροί προσπαθούν να διορθώσουν τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D χορηγώντας μία μεγάλη αρχική δόση και συνεχίζοντας με μία δόση συντήρησης. Όλο και περισσότερα δεδομένα δείχνουν ότι η προσέγγιση αυτή είναι λανθασμένη και μπορεί να προκαλέσει διαταραχές του μεταβολισμού που επηρεάζουν την απορρόφηση της βιταμίνης. Αυτό το σχήμα σίγουρα δεν είναι επικίνδυνο, ωστόσο δεν είναι αποτελεσματικό για όλους τους ασθενείς», αναφέρουν οι συγγραφείς.

Η Γενετική Αποκαλύπτει Σχέση Αιτίας-Αποτελέσματος

Οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα για 307.601 εθελοντές από τη UK Biobank, μία βάση δεδομένων με ασθενείς από την Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία. Οι εθελοντές γράφτηκαν στην έρευνα στο διάστημα από το Μάρτιο του 2006 μέχρι τον Ιούλιο του 2010 και ήταν 37-73 ετών.

Τα επίπεδα της βιταμίνης D εκτιμήθηκαν με τη χρήση 35 αλληλομόρφων που έχουν συνδεθεί στο παρελθόν με τη συγκεκριμένη βιταμίνη. Οι επιστήμονες παρακολούθησαν την πορεία των εθελοντών μέχρι τον Ιούνιο του 2020.

Στην αρχή της έρευνας η μέση τιμή της βιταμίνης D ήταν 45.2 nmol/L, ενώ το 11.7% των εθελοντών είχαν επίπεδα ανάμεσα σε 10 και 24.9 nmol/L. Όσοι ζούσαν σε νότιες περιοχές της Μεγάλης Βρετανίας είχαν υψηλότερα επίπεδα. Η αποφυγή του καπνίσματος, η φυσική άσκηση, η καλή οικονομική κατάσταση και ο χαμηλός δείκτης μάζας σώματος ήταν παράγοντες που επίσης συνδέθηκαν με υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης το 6.1% περίπου των ασθενών κατέληξαν (18.700). Μετά την προσαρμογή για μία σειρά παράγοντες, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι ο κίνδυνος θανάτου από όλα τα αίτια ήταν υψηλότερος σε όσους είχαν επίπεδα κάτω από 25 nmol/L, ενώ μετά τα 50 nmol/L δεν παρατηρήθηκε καμία διαφορά στον κίνδυνο θανάτου σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.

36% Αυξημένος Κίνδυνος Θανάτου στους Ασθενείς με Ανεπάρκεια

Οι ασθενείς με επίπεδα βιταμίνης D 25 nmol/L είχαν 36% αυξημένο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με αυτούς που είχαν 50 nmol/L.

Μάλιστα, από τις εκτιμήσεις του μοντέλου που ανέπτυξε η ομάδα φαίνεται ότι η περαιτέρω μείωση των επιπέδων της βιταμίνης D στα 10 nmol/L θα αύξανε τον κίνδυνο θανάτου κατά 6 φορές περισσότερο σε σχέση με αυτούς που είχαν φυσιολογικά επίπεδα.

Συγκεκριμένα, στους ασθενείς με επίπεδα 10 nmol/L ο κίνδυνος θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια ήταν 5.98 φορές αυξημένος, από καρκίνο 3.37 φορές αυξημένος, ενώ από αναπνευστικά αίτια 12.44 φορές αυξημένος.

Συνολικά, η έρευνα επιβεβαιώνει τη σύνδεση ανάμεσα στα επίπεδα της βιταμίνης D και τον κίνδυνο θανάτου, δείχνει ωστόσο ότι βελτίωση των επιπέδων της βιταμίνης μπορεί να μειώσει τον παραπάνω κίνδυνο.

Φωτογραφία: Lukas Rychvalsky

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα