Διαβήτης Τύπου 2: Ποιο Ποσοστό Ασθενών Επιτυγχάνει να Θέσει τη Νόσο σε Ύφεση;

Κάθε χρόνο έχουμε εκατομμύρια νέες διαγνώσεις διαβήτη, με το 90-95% αυτών να αποδίδονται στο διαβήτη τύπου 2, ένα χρόνιο νόσημα που συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, νεφρικής νόσου, διαταραχές της όρασης, καθώς και μία σειρά άλλες επιπλοκές.

Τα τελευταία χρόνια, αρκετές διαφορετικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι βλάβες που προκαλεί ο διαβήτης τύπου 2 στον οργανισμό μπορούν να αναστραφούν, μέσω προσαρμογών στη διατροφή, καθώς και άλλες αλλαγές στον τρόπο ζωής που μπορεί να οδηγήσουν τη νόσο σε ύφεση.

Ωστόσο, αυτή τη στιγμή δεν γνωρίζουμε ποιο ποσοστό ασθενών μπορεί να επιτύχει τον παραπάνω στόχο. Σήμερα, εκατοντάδες εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως είναι διαβητικοί, με ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών αυτών να μην γνωρίζει καν ότι πάσχει από τη νόσο.

Κατά συνέπεια, αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε ποιο ποσοστό ασθενών που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 καταφέρνουν τελικά να θέσουν τη νόσο σε ύφεση με αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής.

Μία νέα έρευνα από τη Σκωτία υποστηρίζει ότι το παραπάνω φαινόμενο είναι συχνότερο απ’ όσο πιστεύαμε μέχρι σήμερα, ακόμα και σε ασθενείς που δεν κάνουν επιθετικές θεραπείες όπως το βαριατρικό χειρουργείο.

«Η έρευνά μας έδειξε για πρώτη φορά ότι 1 στους 20 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 καταφέρνει να θέσει τη νόσο σε ύφεση», είπε η επικεφαλής της έρευνας Mireille Captieux από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.

Όπως τόνισε η ίδια, το ποσοστό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο πιστεύαμε μέχρι σήμερα και δείχνει ότι θα πρέπει να δημοσιευτούν νέες οδηγίες με σκοπό να καθοδηγήσουν τους γιατρούς.

Στην έρευνά τους, η Captieux και οι συνεργάτες της εξέτασαν μία βάση δεδομένων από τη Σκωτία, η οποία περιέχει δεδομένα για περισσότερο από το 99.5% των ασθενών που έχουν διαγνωστεί με διαβήτη τύπου 2 στη χώρα.

Συνολικά, εξετάστηκαν 162.316 ασθενείς άνω των 30 ετών που είχαν διαβήτη τύπου 2 με βάση τις μετρήσεις τους για τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη στο αίμα.

Από το σύνολο των παραπάνω ασθενών, οι 7.710 κατάφεραν να περιορίσουν τα επίπεδα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης κάτω από τα 48 mmol/mol (6.5%), αριθμός που αναλογεί περίπου στο 4.8% του συνολικού δείγματος ασθενών.

Οι ασθενείς που κατάφεραν να θέσουν το διαβήτη σε ύφεση ήταν συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας, είχαν χάσει βάρος μετά τη διάγνωσή τους και δεν είχαν ιστορικό βαριατρικού χειρουργείου.

«Η μελέτη μας έδειξε ότι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών καταφέρνουν να επιτύχουν ύφεση του διαβήτη τύπου 2 με αλλαγές στον τρόπο ζωής και χωρίς να κάνουν βαριατρικό χειρουργείο», αναφέρουν οι επιστήμονες στη μελέτη τους.

«Αυτή τη στιγμή είναι προτεραιότητα να αναγνωρίσουμε και να προσφέρουμε την κατάλληλη θεραπεία διατήρησης στους διαβητικούς που κατάφεραν να επιτύχουν ύφεση στη νόσο. Θα πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι η ύφεση που επιτυγχάνεται από την εφαρμογή των παραπάνω θεραπειών ενδεχομένως δεν είναι μόνιμη», τόνισαν.

Εκτός από τους παραπάνω ασθενείς που καταφέρνουν να θέσουν τη νόσο σε ύφεση με αλλαγές στον τρόπο ζωής, σύμφωνα με την έρευνα οι γιατροί θα πρέπει να αναγνωρίσουν ποιοι διαβητικοί ασθενείς τους μπορούν να επιτύχουν τον παραπάνω στόχο.

Προς το παρόν δεν είναι σαφές αν τα αποτελέσματα της μελέτης αφορούν και άλλους πληθυσμούς.

Ωστόσο, τελευταίες εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο πληθυσμός των διαβητικών παγκοσμίως από περίπου 460 εκατομμύρια σήμερα αναμένεται να ξεπεράσει τα 700 εκατομμύρια μέχρι το 2045, επομένως κάθε προσέγγιση για την αντιμετώπιση των παραπάνω ασθενών έχει ιδιαίτερη σημασία.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό PLOS Medicine.

Φωτογραφία: Nataliya Vaitkevich

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα