Νέα Δεδομένα Συνδέουν το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης με Υπερλειτουργία του Ανοσοποιητικού Συστήματος

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις μίας νέας έρευνας από το King’s College του Λονδίνου, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα ενός υπερλειτουργικού ανοσοποιητικού συστήματος. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όταν ενεργοποιείται το ανοσοποιητικό σύστημα για να αντιμετωπίσει μία λοίμωξη, μπορεί να προκληθεί χρόνια κόπωση που παραμένει ακόμα και μετά το πέρας της λοίμωξης.

«Δείξαμε ότι οι ασθενείς που έχουν τη μεγαλύτερη ευαισθησία σε παθήσεις που σχετίζονται με το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης έχουν υπερλειτουργικό ανοσοποιητικό σύστημα, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια μίας ανοσιακής απόκρισης», είπε η Άλις Ράσελ, μία ψυχίατρος που ερευνά το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης στο IoPPN (Institute of Psychiatry, Psychology & Neuroscience).

«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι οι οι ασθενείς που παρουσιάζουν σημαντική ανοσιακή απόκριση σε ένα προκλητικό παράγοντα, έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης».

Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αποτελεί ένα νόσημα που δεν έχει κατανοηθεί πλήρως, παρά τα σημαντικά του συμπτώματα. Η κόπωση που χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο σύνδρομο μπορεί να είναι τόσο έντονη που καθηλώνει τον ασθενή στο κρεβάτι για παρατεταμένα διαστήματα.

Αν και επηρεάζει σχεδόν 17 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς, με αποτέλεσμα αρκετοί μηχανισμοί του να είναι ακόμα άγνωστοι. Η διάγνωσή του είναι ιδιαίτερα δύσκολη, ενώ κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τη θεραπεία του. Παρά τα ισχυρά δεδομένα για το αντίθετο, αρκετοί ακόμα πιστεύουν ότι αποτελεί μία ψυχολογική διαταραχή.

Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια, οι έρευνες για το συγκεκριμένο σύνδρομο έχουν αρχίσει να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να έρχονται στο φως στοιχεία που ενοχοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα για την εμφάνιση του συνδρόμου.

Ωστόσο, αν και αρκετές έρευνες έχουν παρατηρήσει τη συμμετοχή του ανοσοποιητικού συστήματος, ο ακριβής ρόλος του στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητός. Τα τελευταία δεδομένα προέρχονται από την πλέον λεπτοερή βιολογική διερέυνηση που έχει γίνει μέχρι σήμερα.

Καθώς συχνά η στιγμή εκκίνησης του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης δεν είναι εμφανής, οι ερευνητές εξέτασαν ένα μοναδικό μοντέλο που ομοιάζει το κύριο σύμπτωμά του.

Εξέτασαν επομένως 55 εθελοντές με χρόνια Ηπατίτιδα C (HCV), στους οποίους χορηγήθηκε ένα φάρμακο που λέγεται Ιντεφερόνη Άλφα. Το φάρμακο αυτό αποτελεί κοινή θεραπεία για την ηπατίτιδα C και μπορεί να προκαλέσει τον ίδιο βαθμό απόκρισης από το ανοσοποιητικό σύστημα με μία ισχυρή λοίμωξη, δηλαδή να προκαλέσει υπερλειτουργία του.

Μπορεί επίσης να προκαλέσει έντονη κόπωση, αντίστοιχη με αυτή του συνδρόμου, η οποία σε ορισμένους ασθενείς διαρκεί για μήνες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.

Παρακολουθώντας τους παραπάνω εθελοντές, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τη θεραπεία τους, οι ερευνητές κατάφεραν να ταυτοποιήσουν 18 από αυτούς οι οποίοι δεν ανάρρωσαν φυσιολογικά και εμφάνισαν χρόνια κόπωση.

Πριν τη θεραπεία, οι ασθενείς αυτοί είχαν τα ίδια επίπεδα κόπωσης με τους υπολοίπους, ωστόσο μόλις ξεκίνησε η θεραπεία, η κόπωσή τους επιδεινώθηκε και παρέμεινε για αρκετούς μήνες μετά το πέρας της θεραπείας.

Για το παραπάνω φαινόμενο, ευθύνεται μάλλον το υπερλειτουργικό ανοσοποιητικό τους σύστημα. Στο σύνολο των 18 εθελοντών, οι ερευνητές διαπίστωσαν μεγαλύτερη ανοσιακή απόκριση τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της θεραπείας.

Τα ευρήματα δείχνουν ουσιαστικά ότι ορισμένα ανοσοποιητικά συστήματα τείνουν να αντιδρούν υπερβολικά σε ορισμένους προκλητικούς παράγοντες, όπως οι λοιμώξεις, με αποτέλεσμα να προκαλείται χρόνια κόπωση.

Ενδιαφέρον είχε επίσης η παρατήρηση ότι 6 μήνες μετά τη θεραπεία, η υπερβολική αυτή ανοσιακή απόκριση είχε παρέλθει, παρά το γεγονός ότι το σύμπτωμα της κόπωσης παρέμενε αμετάβλητο.

Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τους ασθενείς με χρόνια κόπωση, παρατήρησαν κάτι που δεν περίμεναν: δεν υπήρχαν εμφανείς διαφορές μεταξύ των 54 ασθενών με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και του ανοσοποιητικού συστήματος 57 υγιών ατόμων.

Φαίνεται ότι τη στιγμή που εμφανίζονται παθήσεις όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, δεν υπάρχουν πλέον διακριτές διαφορές στο ανοσοποιητικό σύστημα.

Αυτός είναι πιθανώς ένας από τους λόγους που το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι τόσο δύσκολο να διαγνωστεί στα αρχικά του στάδια, καθώς τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε τα συμπτώματά του, αρκετές από τις αλλαγές στο ανοσοποιητικό σύστημα έχουν ήδη παρέλθει.

«Συνολικά, τα ευρήματα της μελέτης μας υποστηρίζουν τη θεωρία ότι η διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος είναι σημαντικές στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ωστόσο αυτό συμβαίνει μόνο στα πρώιμα στάδια της νόσου και κυρίως κατά την πρόκλησή της. Μετά την εμφάνιση του συνδρόμου η συμμετοχή του ανοσοποιητικού συστήματος δεν είναι τόσο μεγάλη», κατέληξαν οι ερευνητές.

«Επιπλέον, η έρευνά μας επιβεβαιώνει ότι η οξεία κόπωση συνδέεται με την απόκριση στον προκλητικό παράγοντα και όχι στην περίοδο ανάρρωσης που προηγείται της εμφάνισης του συνδρόμου».

Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης βασίζονται σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, επομένως θα χρειαστούν περισσότερες άμεσες έρευνες. Οι ερευνητές πιστεύουν πάντως ότι τα αποτελέσματά τους θα αποτελέσουν τη βάση και θα διευκολύνουν τη διάγνωση του συνδρόμου στο μέλλον.

«Χρειάζεται καλύτερη κατανόηση της βιολογίας που χαρακτηρίζει την εμφάνιση του συνδρόμου, έτσι ώστε να μπορούμε να βοηθήσουμε τους ασθενείς με τη νόσο», είπε ο Καρμίν Παριάντε, ένας από τους συγγραφείς της έρευνας.

«Αν και ακόμα απέχουμε αρκετά από τις εξετάσεις για την έγκαιρη διάγνωση του συνδρόμου, τα ευρήματά μας αποτελούν το πρώτο βήμα στην ταυτοποίηση των ασθενών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο», συμπλήρωσε.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Psychoendocrinology.

Βιβλιογραφία: ScienceAlert

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα