Γιατί οι Εξάρσεις της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας Επηρεάζουν Πάντοτε τις Ίδιες Αρθρώσεις;

Οι εξάρσεις της ρευματοειδούς αρθρίτιδας επηρεάζουν συνήθως τις ίδιες αρθρώσεις με αυτές που είχαν παρουσιάσει δυσκαμψία, οίδημα και άλγος στον παρελθόν. Μάλιστα, το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ακόμα κι αν έχει περάσει αρκετός καιρός από την τελευταία έξαρση της νόσου.

Σύμφωνα με μία νέα έρευνα σε πειραματόζωα, το ανοσοποιητικό σύστημα διατηρεί μνήμη για τις αρθρώσεις που είχαν πληγεί σε προηγούμενες εξάρσεις της νόσου, δημιουργώντας έτσι μία εξατομικευμένη πορεία της νόσου σε κάθε άτομο. Αν καταφέρουμε να κατανοήσουμε τον τελευταίο μηχανισμό, τότε θα μπορούμε να αναπτύξουμε ευκολότερα ειδικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της νόσου.

Η παρούσα μελέτη επικεντρώθηκε περισσότερο στη λειτουργία των Τ λεμφοκυττάρων, μία ειδική κατηγορία κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος που βρίσκονται στο αίμα. Όπως διαπίστωσε, τα Τ λεμφοκύτταρα που βρίσκονται στον αρθρικό υμένα (τον ιστό που περιβάλλει την κάθε άρθρωση) διατηρούν μνήμη των προηγουμένων συμπτωμάτων που προκάλεσε η ρευματοειδής αρθρίτιδα στην εκάστοτε άρθρωση.

«Έχουμε παρατηρήσει ότι οι εξάρσεις επηρεάζουν συνεχώς τις ίδιες αρθρώσεις σε έναν ασθενή. Πιθανώς, υπάρχει κάποιο κομμάτι της άρθρωσης που ‘θυμάται’ ότι έχει επηρεαστεί και στο παρελθόν από τη νόσο», αναφέρει ο Peter Nigrovic, συγγραφέας της έρευνας από το Boston Children’s Hospital.

«Η επιστημονική μας ομάδα έδειξε ότι ορισμένα Τ λεμφοκύτταρα παραμένουν στην άρθρωση αορίστως μετά την υποχώρηση μίας έξαρσης και περιμένουν τον επόμενο προκλητικό παράγοντα. Αν καταφέρουμε να απομακρύνουμε τα παραπάνω Τ λεμφοκύτταρα τότε πιθανώς θα μπορούμε να αποτρέψουμε μελλοντικές εξάρσεις».

Θέλοντας να αποδείξουν τη θεωρία τους, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δύο διαφορετικά μοντέλα πειραματοζώων (ποντικών). Στο πρώτο μοντέλο χρησιμοποίησαν χημικούς προκλητικούς παράγοντες για τη φλεγμονή των αρθρώσεων, ενώ στο δεύτερη πέτυχαν τον ίδιο στόχο με γενετικούς παράγοντες. Συγκεκριμένα, αφαίρεσαν από το γονιδίωμα των ποντικών μία πρωτεΐνη που αποκλείει την προφλεγμονώδη κυτταροκίνη IL-1.

Και στα δύο παραπάνω μοντέλα, τα Τ λεμφοκύτταρα προσέλκυσαν και άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος , γεγονός που οδήγησε σε εξάρσεις της ρευματοειδούς αρθρίτιδας οι οποίες εντοπίστηκαν σε συγκεκριμένες αρθρώσεις. Όταν, ωστόσο, οι επιστήμονες απομάκρυναν τα παραπάνω Τ λεμφοκύτταρα, σταμάτησαν να εμφανίζονται νέα επεισόδια φλεγμονής. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, τα Τ λεμφοκύτταρα που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία παραμένουν μακροπρόθεσμα σε αυτές τις αρθρώσεις και περιμένουν τον επόμενο προκλητικό παράγοντα για να ενεργοποιηθούν εκ νέου.

Η έμπνευση των επιστημόνων για την παρούσα μελέτη ήταν αντίστοιχες έρευνες που γίνονται για παθήσεις του δέρματος, όπως η ψωρίαση. Είναι γνωστό σήμερα ότι ορισμένα Τ λεμφοκύτταρα που βρίσκονται στο δέρμα έχουν μνήμη με αποτέλεσμα οι εξάρσεις των δερματικών νόσων να εμφανίζονται και πάλι σε αυτή την περιοχή.

Αντίστοιχα φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και σε ορισμένες δερματικές αλλεργίες, όπως για παράδειγμα στο νικέλιο των ρολογιών.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, δεν αποκλείεται και άλλες αυτοάνοσες φλεγμονώδεις αρθρίτιδες να βασίζονται επίσης στον ίδιο μηχανισμό. Η επιστημονική ομάδα έχει ήδη ξεκινήσει μία νέα μελέτη με σκοπό να επιβεβαιώσει τις παρατηρήσεις της σε ανθρώπους εθελοντές.

Προφανώς, δεν αποκλείουν ότι η «μνήμη» της ρευματοειδούς αρθρίτιδας μπορεί να αποδίδεται και σε άλλους μηχανισμούς. Δηλαδή, σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να υπάρχουν και άλλα αίτια εκτός των Τ λεμφοκυττάρων.

Καθώς σήμερα γνωρίζουμε ότι εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα, οποιαδήποτε νέα προσέγγιση για τη διαχείριση των συμπτωμάτων και την αντιμετώπιση του άλγους στους ασθενείς είναι ευπρόσδεκτη. Έρευνες όπως η παρούσα, προσφέρουν σημαντικά δεδομένα που μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα τους μηχανισμούς της νόσου.

«Σήμερα, όλα τα φάρμακα που χορηγούνται για την αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας είναι εφ’ όρου ζωής. Αν και αυτή τη στιγμή μπορούμε να καταστείλουμε τη δραστηριότητα της νόσου σε ορισμένους ασθενείς, δεν υπάρχει οριστική θεραπεία. Οι παρατηρήσεις μας ανοίγουν το δρόμο για την ανάπτυξη νέων θεραπειών», καταλήγει η μελέτη.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Cell Reports.

Φωτογραφία: cottonbro

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα