Αουρανοφίνη: Ένα Αντιρευματικό Φάρμακο στην Αντιμετώπιση του Διαβήτη

Η αουρανοφίνη, ένα τροποποιητικό της νόσου αντιρευματικό φάρμακο που χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μπορεί να αντιμετωπίσει και τα συμπτώματα του διαβήτη, όπως υποστηρίζει μία νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Cell Metabolism.

Αν και σήμερα έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στη φλεγμονή του λευκού λίπους και την αντίσταση στην ινσουλίνη τόσο στον άνθρωπο, όσο και στα ποντίκια, οι αντιφλεγμονώδεις θεραπείες δεν είχαν προσφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα για τη ρύθμιση του διαβήτη. Στην παρούσα μελέτη, οι επιστήμονες εξερεύνησαν περισσότερο τη σύνδεση ανάμεσα στη φλεγμονή και το διαβήτη εξετάζοντας μάλιστα συγκεκριμένα φάρμακα που μπορεί να προσφέρουν οφέλη και στις δύο νόσους.

«Από τις αναλύσεις που κάναμε σε μία βάση δεδομένων με φάρμακα χρησιμοποιώντας υπολογιστικές μεθόδους καταλήξαμε στην αουρανοφίνη, ένα φάρμακο που έχει εγκριθεί για την αντιμετώπιση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μίας νόσου που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή. Η αουρανοφίνη έχει αντιφλεγμονώδη δράση και η αντιμετώπιση της φλεγμονής μπορεί να προσφέρει οφέλη τόσο στους ασθενείς με διαβήτη, όσο και στους ασθενείς με παχυσαρκία. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν γνωρίζαμε πως επηρεάζει το μεταβολισμό», εξήγησε η επιστημονική ομάδα.

Προκειμένου να εξετάσουν τις επιδράσεις του φαρμάκου στο μεταβολισμό, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ένα μοντέλο ποντικών με διαβήτη που έκαναν διατροφή με υψηλά λιπαρά.

«Ανακαλύψαμε ότι η αουρανοφίνη έχει αντιφλεγμονώδεις και αντιδιαβητικές δράσεις που είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Το φάρμακο μπορεί να βελτιώσει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, δηλαδή την ικανότητα του οργανισμού να ανταποκρίνεται στην ορμόνη με σκοπό να διατηρήσει τα επίπεδα της γλυκόζης σε υγιή επίπεδα. Η αουρανοφίνη κατάφερε επίσης να αντιμετωπίσει και ορισμένες αρνητικές επιδράσεις της παχυσαρκίας στα ποντίκια, όπως για παράδειγμα η υπερινσουλιναιμία. Τέλος, παρατηρήσαμε ότι η συσσώρευση του φαρμάκου στο λευκό λιπώδη ιστό περιόρισε τη φλεγμονώδη απόκριση χωρίς να επηρεάσει τη σύσταση του οργανισμού στα ποντίκια με παχυσαρκία», υποστήριξε η ομάδα.

Εξετάζοντας περαιτέρω τους μηχανισμούς των παραπάνω μεταβολικών αλλαγών, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι αντιδιαβητικές δράσεις της αουρανοφίνης συνδέονται με τη μείωση των επιπέδων της λεπτίνης. Η λεπτίνη είναι μία ορμόνη που αυξάνεται σημαντικά στην παχυσαρκία, γεγονός που συμβάλλει στην εμφάνισης διαβήτη και αντίστασης στην ινσουλίνη. Η αουρανοφίνη κατάφερε επίσης να επαναφέρει την ικανότητα του λιπώδους ιστού να ανταποκρίνεται στις καρεχολαμίνες (σηματοδοτικά μόρια που αυξάνουν τη μεταβολική δραστηριότητα στο λιπώδη ιστό), γεγονός που αύξησε την ταχύτητα καύσης λίπους.

«Οι παραπάνω αλλαγές συνολικά βελτίωσαν την ευαισθησία στην ινσουλίνη στα ποντίκια, γεγονός που οδήγησε σε καλύτερη ρύθμιση της γλυκόζης, κάτι που αποτελεί τον τελικό στόχο κάθε αντιδιαβητικής θεραπείας. Η αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε αρκετούς ιστούς του οργανισμού. Ο αρρύθμιστος διαβήτης έχει συνδεθεί με ανεπάρκειες αρκετών οργάνων», εξηγούν οι συγγραφείς.

«Αν και τα πρώτα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά, προφανώς απέχουμε ακόμα πολύ από την έγκριση των φαρμάκων αυτών για την αντιμετώπιση του διαβήτη», καταλήγει η μελέτη.

Φωτογραφία: Nataliya Vaitkevich

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα