Προσοχή! Τα Ηρεμιστικά δεν είναι Καθόλου Αθώα

Ακόμα μία έρευνα συνδέει τις βενζοδιαζεπίνες με αυξημένο κίνδυνο για νόσο Alzheimer. Αν και ο βαθμός συσχέτισης ήταν σχετικά μικρός, φαίνεται ότι το όριο για τη συνταγογράφηση των φαρμάκων αυτών πρέπει να είναι υψηλό, λόγω των αρκετών αρνητικών επιδράσεων που τα συνοδεύουν, όπως ο αυξημένος κίνδυνος πτώσεων και καταγμάτων του ισχίου.

Τα παραπάνω δήλωσε η Βέσα Ταπιάινεν, κύρια συγγραφέας της έρευνας.

Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται συχνά στην αντιμετώπιση των διαταραχών του ύπνου, ωστόσο η αποτελεσματικότητά τους φθίνει σταδιακά, ενώ ο κίνδυνος για ανεπιθύμητες ενέργειες παραμένει, πρόσθεσε.

Ο γιατρός πρέπει πάντοτε να συνυπολογίζει τους κινδύνους και τα οφέλη, καθώς και τη διάρκεια της θεραπείας πριν χορηγήσει βενζοδιαζεπίνες, είπε η Ταπιάινεν.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Acta Psychiatrica Scandinavica.

Μία ευρέως συνταγογραφούμενη κατηγορία φαρμάκων

Εκτός από την αϋπνία, οι βενζοδιαζεπίνες και τα υπόλοιπα «Ζ» φάρμακα, όπως η ζολπιδέμη και η ζοπικλόνη, χορηγούνται και στη θεραπεία άλλων νευροψυχιατρικών συμπτωμάτων της άνοιας, όπως το άγχος.

Αν και τα φάρμακα αυτά έχουν διαφορετικές μοριακές δομές, έχουν παρόμοιο μηχανισμό δράσης και αντίστοιχες αγχολυτικές, αντιεπιληπτικές, υπνωτικές και ηρεμηστικές δράσεις. Επιπλέον, παρουσιάζουν παρόμοιες ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως η υπνηλία, και η χρήση τους σχετίζεται με κινητικά προβλήματα, πτώσεις και κατάγματα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, το 9-32% των ηλικιωμένων λαμβάνουν βενζοδιαζεπίνες.

Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δεδομένα από την πληθυσμιακή μελέτη MEDALZ (Medication Use and Alzheimer’s Disease Cohort), η οποία περιελάμβανε συνολικά 70.719 άτομα από τη Φινλανδία. Οι ασθενείς που επελέγησαν για την έρευνα είχαν διαγνωστεί με νόσο Alzheimer μεταξύ των ετών 2005 και 2011. Η ηλικία τους ήταν από 34 έως 105 ετών. Η έρευνα περιελάμβανε επίσης 282.862 εθελοντές που αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου.

Η διάγνωση της νόσου Alzheimer βασίστηκε στα κριτήρια του DSM-IV, καθώς σε αυτά του Alzheimer’s Association.

Οι ερευνητές άντλησαν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση φαρμάκων από το Finnish Prescription Register. Εξέτασαν τη βραχεία, μέτρια και μακροχρόνια χρήση βενζοδιαζεπινών και σχετικών φαρμάκων.

Επιπλέον, οι ερευνητές εξέτασαν διαφορετικές διάρκειες χρήσης των φαρμάκων (1 ημέρα-1 μήνα, 1 μήνα-1 χρόνο, 1-5 χρόνια, πάνω από 5 χρόνια).

Αποτελέσματα που προκαλούν ανησυχία

Για να εξετάσουν την αιτιότητα, οι επιστήμονες διερεύνησαν μόνο τη χρήση των φαρμάκων από το 1995 μέχρι και 5 χρόνια πριν τη διάγνωση της νόσου Alzheimer.

Έκαναν προσαρμογή για διάφορες χρόνιες παθήσεις, μεταξύ των οποίων το άσθμα, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, η καρδιαγγειακή νόσος, ο διαβήτης, καθώς και οι καταχρήσεις ουσιών, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και η χρήση αντικαταθλιπτικών και αντιψυχωσικών.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε σχέση με τα άτομα που δεν είχαν λάβει κανένα από τα παραπάνω φάρμακα, η χρήση των φαρμάκων σχετίστηκε με 19% αυξημένο κίνδυνο για νόσο Alzheimer.

Μετά από προσαρμογή για συννοσηρότητες αλλά και χρήση ψυχοτροπικών φαρμάκων, η συσχέτιση ήταν λίγο χαμηλότερη (6%).

Χρησιμοποιώντας στατιστικούς υπολογισμούς, οι συγγραφείς κατέληξαν ότι το ποσοστό των περιστατικών νόσου Alzheimer που μπορεί να αποδοθεί σε έκθεση στα παραπάνω φάρμακα ήταν 5.7%.

Αν και οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι ο αυξημένος απόλυτος κίνδυνος είναι σχετικά χαμηλός, τονίζουν ότι εξ’αιτίας της ευρείας χρήσης των παραπάνω φαρμάκων στους ηλικιωμένους, ακόμα και μία μικρή αύξηση έχει σημασία.

«Το γεγονός αυτό προκαλεί ανησυχία», είπαν, όχι μόνο γιατί τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται ευρέως από τους ηλικιωμένους, αλλά επίσης γιατί, παρά της οδηγίες, χρησιμοποιούνται μακροχρόνια στον ίδιο πληθυσμό.

Στην έρευνα, ο κίνδυνος νόσου Alzheimer που αποδίδεται στη χρήση των παραπάνω φαρμάκων ήταν υψηλότερος στου ασθενείς που έλαβαν τα φάρμακα για περισσότερο από 1 χρόνο. Η χρήση για λιγότερο από 1 μήνα δεν φάνηκε να αυξάνει τον κίνδυνο.

Οι κίνδυνοι και τα οφέλη από τη χορήγηση των φαρμάκων αυτών πρέπει να ελέγχονται τακτικά, είπε η Ταπιάινεν.

Πρόσθεσε επίσης ότι πάντα πρέπει να στοχεύουμε την αιτία της αϋπνίας και να αποφεύγουμε τη χρήση φαρμάκων, όπου είναι δυνατό.

Ενδιαφέρον εύρημα

Ένα εύρημα που είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι οι χαμηλότερες δόσεις αρκετών από τα φάρμακα, προκαλούσαν μεγαλύτερη αύξηση του κινδύνου σε σχέση με τις υψηλότερες δόσεις, όπως φάνηκε από τα δεδομένα πριν την προσαρμογή.

«Το εύρημα αυτό μας προκάλεσε έκπληξη και αποφασίσαμε να το εξετάσουμε περισσότερο», είπε η Ταπιάινεν. «Η περαιτέρω διερεύνηση αποκάλυψε ότι αυτοί που λάμβαναν υψηλότερες δόσεις, χρησιμοποιούσαν τα φάρμακα για μικρότερη διάρκεια με αποτέλεσμα η συνολική κατανάλωση του φαρμάκου να είναι χαμηλότερη».

Επιπλέον, οι υψηλές και οι χαμηλές δόσεις μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν για διαφορετικές ενδείξεις.

Οι επιστήμονες σημείωσαν ότι η σχέση δόσης-απόκρισης που αποκαλύφθηκε τόσο για τη συνολική κατανάλωση όσο και για τη διάρκεια χρήσης, στην κατηγορία αυτών που λάμβαναν υψηλές δόσεις, παρουσίασε μείωση μετά από προσαρμογή για τη χρήση άλλων ψυχοτροπικών.

«Αυτό δείχνει ότι η σχέση μπορεί να αποδίδεται εν μέρει στα ακτικαταθλιπτικά ή άλλα αντιψυχωσικά», είπε η Ταπιάινεν.

Όταν ρωτήθηκε αν η σχέση μεταξύ της χρήσης των φαρμάκων που εξετάστηκαν και του κινδύνου για νόσο Alzheimer ήταν περισσότερο έντονη στους ηλικιωμένους, η Ταπιάινεν δήλωσε ότι ο αυξημένος κίνδυνος δεν σχετίζεται με την ηλικία.

Πιθανός Κίνδυνος

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, ο Ντέιβιντ Νόπμαν, ένας καθηγητής νευρολογίας και μέλος του Alzheimer’s Association Medical and Scientific Advisory Council, σημείωσε ότι αρκετές έρευνες έχουν παρατηρήσει ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν ορισμένα ψυχοενεργά φάρμακα (ιδιαίτερα με χολινομιμητικές ιδιότητες), διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο άνοιας.

«Το βρίσκω λογικό ότι οι βενζοδιαζεπίνες και τα σχετικά με αυτές φάρμακα ενέχουν πιθανώς του ίδιους κινδύνους», συμπλήρωσε.

Τόνισε ωστόσο ότι η παρούσα μελέτη παρατήρησε σχετικά χαμηλό κίνδυνο.

Όταν οι συγγραφείς αναφέρονται σε «κίνδυνο για νόσο Alzheimer» αναφέρονται ουσιαστικά «σε κίνδυνο άνοιας», είπε ο Νόπμαν. «Δεν έχουν στοιχεία είτε από τη νευροπαθολογία είτε από βιοδείκτες που να δείχνουν ότι τα άτομα έχουν παρουσιάσει πλάκες β αμυλοειδούς ή πρωτεΐνες ταυ, δηλαδή νόσο Alzheimer με τη βιολογική έννοια της λέξης».

Η Ταπιάινεν σημείωσε ότι όλα τα περιστατικά νόσου Alzheimer στην έρευνα είχαν επιβεβαιωθεί κλινικά με αξονική/μαγνητική τομογραφία και οι διαγνώσεις είχαν επιβεβαιωθεί από νευρολόγο ή γηρίατρο.

Το συμπέρασμα σύμφωνα με τον Νόπμαν είναι το ίδιο, ότι δηλαδή, η χρήση ορισμένων ψυχοενεργών φαρμάκων φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο άνοιας.

Ωστόσο, δεν είναι ακόμα γνωστό αν τα φάρμακα αυτά επιδεινώνουν προσωρινά τις γνωστικές λειτουργίες ή χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, είπε ο Νόπμαν.

«Με άλλα λόγια η κατεύθυνση της αιτιότητας μεταξύ φαρμάκων και άνοιας μπορεί να είναι αμφίδρομη και η έρευνα αυτή δεν είχε αρκετά δεδομένα για να αποδείξει τι ισχύει», πρόσθεσε.

Παρ’όλ’αυτά, το μήνυμα που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι οι βενζοδιαζεπίνες και τα υπόλοιπα ηρεμηστικά φάρμακα πρέπει να αποφεύγονται τουλάχιστον στους ηλικιωμένους, σύμφωνα με τον Νόπμαν.

Σχολιάζοντας επίσης τα αποτελέσματα της έρευνας, ο Ρόναλντ Πίτερσεν, διευθυντής του Alzheimer’s Disease Research Center του Mayo Clinic, συμφώνησε ότι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί σχετικά με τη χρήση βενζοδιαζεπινών. Αν και συνολικά βρήκε τη μελέτη ενδιαφέρουσα, τόνισε ότι θα ήταν ιδανικό να γνωρίζαμε αν οι εθελοντές είχαν λάβει βενζοδιαζεπίνες τα χρόνια πριν από την περίοδο που εξετάστηκε.

Βιβλιογραφία: Medscape

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα