Νέα Δεδομένα για το Ρόλο του Εντερικού Μικροβιώματος στην Πρόληψη και Θεραπεία της Κατάθλιψης

Είναι γνωστό πλέον ότι το οικοσύστημα των εντερικών μικροβίων μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας με διάφορους τρόπους. Οι επιδράσεις του στον εγκέφαλο, ωστόσο, είναι αυτές που έχουν ίσως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Σήμερα, μία νέα έρευνα σε δύο μεγάλους πληθυσμούς Ευρωπαίων παρατήρησε ότι οι ασθενείς με κατάθλιψη στερούνται ορισμένα είδη βακτηρίων του εντέρου. Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμα αν η έλλειψη των βακτηρίων αυτών είναι αιτία ή συνέπεια της κατάθλιψης, ωστόσο έδειξαν ότι τα βακτήρια παράγουν ουσίες που επηρεάζουν τη νευρική λειτουργία και πιθανώς τη διάθεση.

«Είναι η πρώτη προσέγγιση για να διαπιστώσουμε τον τρόπο» με τον οποίο οι χημικές ουσίες του μικροβιώματος επηρεάζουν τη διάθεση στους ανθρώπους, είπε ο Τζον Κράιαν, ένας νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Κορκ της Ιρλανδίας, ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της σύνδεσης εγκεφάλου-εντερικού μικροβιώματος. Η έρευνα «αποτελεί ένα μεγάλο βήμα στο συγκεκριμένο πεδίο», καθώς οι προηγούμενες έρευνες είχαν συνήθως μικρό μέγεθος ή είχαν εξετάσει πειραματόζωα. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται υπό διερεύνηση διάφορες παρεμβάσεις οι οποίες αφορούν το εντερικό μικροβίωμα. Το Πανεπιστήμιο του Μπέισελ στην Ελβετία, για παράδειγμα, έχει ξεκινήσει μία μελέτη με σκοπό να εξετάσει αν η μεταμόσχευση μικροβιώματος μπορεί να «διορθώσει» το εντερικό μικροβίωμα των ασθενών με κατάθλιψη.

Ορισμένες έρευνες σε ποντίκια είχαν δείξει ότι το εντερικό μικροβίωμα μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά, ενώ αντίστοιχα μικρές έρευνες σε ανθρώπους είχαν δείξει ότι η σύνθεση του μικροβιώματος διαφοροποιείται στους ασθενείς με κατάθλιψη. Για να διερευνήσουν τη σύνδεση αυτή σε ένα μεγαλύτερο πληθυσμό ασθενών, ο Τζερόεν Ράες, ένας μικροβιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Λέιβεν στο Βέλγιο, και οι συνεργάτες του εξέτασαν 1054 Βέλγους με «φυσιολογικό» μικροβίωμα. Ορισμένοι από αυτούς (173) είχαν ιστορικό διάγνωσης με κατάθλιψη ή δεν είχαν καλά αποτελέσματα σε ερωτηματολόγια σχετικά με την ποιότητα ζωής τους. Οι ερευνητές συνέκριναν το εντερικό μικροβίωμα των παραπάνω με αυτό άλλων εθελοντών. Οι ασθενείς με κατάθλιψη δεν είχαν στο μικροβίωμα τους δύο είδη μικροβίων και συγκεκριμένα τα Coprococcus και Dialister. Το εύρημα αυτό δεν διαφοροποιήθηκε όταν οι ερευνητές έκαναν προσαρμογή για παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο ή η χρήση αντικαταθλιπτικών, παράγοντες οι οποίοι μπορούν στο σύνολό τους να επηρεάσουν το μικροβίωμα, όπως ανέφεραν οι επιστήμονες στο Nature Microbiology. Οι επιστήμονες παρατήρησαν επίσης ότι οι ασθενείς με κατάθλιψη είχαν αυξημένο αριθμό των βακτηρίων που εμπλέκονται στη νόσο του Crohn, γεγονός που δείχνει ότι η φλεγμονή ίσως ενοχοποιείται.

Τα αποτελέσματα για το εντερικό μικροβίωμα ενός πληθυσμού σπάνια ταυτίζονται με τα αποτελέσματα ενός άλλου πληθυσμού. Ωστόσο, όταν η ερευνητική ομάδα εξέτασε δεδομένα από 1064 Ολλανδούς εθελοντές, διαπίστωσε ότι τα δύο παραπάνω είδη μικροβίων έλειπαν από τους ασθενείς με κατάθλιψη και σε αυτό τον πληθυσμό. Το ίδιο παρατηρήθηκε και σε 7 ασθενείς με σοβαρή κλινική κατάθλιψη. Τα δεδομένα δεν είναι δυνατό να αποδείξουν αιτιολογική συσχέτιση, δήλωσε ο Ράες, ωστόσο «αποτελούν μία ανεξάρτητη παρατήρηση σε τρεις διαφορετικές ομάδες ασθενών».

Αναζητώντας κάτι που μπορεί να συνδέσει τα μικρόβια με τη διάθεση, ο Ράες και οι συνεργάτες του συνέταξαν μία λίστα από 56 ουσίες που είναι σημαντικές για την σωστή λειτουργία του νευρικού συστήματος και παράγονται ή διασπώνται από τα μικρόβια του εντέρου. Διαπίστωσαν, ότι το μικρόβιο Coprococcus φαίνεται να έχει μία οδό που συνδέεται με τη ντοπαμίνη, ένα σηματοδοτικό μόριο που εμπλέκεται στην κατάθλιψη, αν και δεν έχουν ακόμα δεδομένα που να δείχνουν πώς προστατεύει από την κατάθλιψη. Το ίδιο μικρόβιο παράγει επίσης μία αντιφλεγμονώδη ουσία που λέγεται βουτυράτη και η αυξημένη φλεγμονή έχει ενοχοποιηθεί στο παρελθόν για την κατάθλιψη.

Η σύνδεση της απουσίας ενός είδους βακτηρίων με την κατάθλιψη «είναι λογική και με βάση τη φυσιολογία», είπε η Σάρα Κάμπελ, μία επιστήμονας από το Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς. Ωστόσο, ακόμα δεν γνωρίζουμε πώς οι μικροβιακές ουσίες που παράγονται στο έντερο μπορεί να επηρεάσουν τον εγκέφαλο. Μία πιθανή οδός είναι το πνευμονογαστρικό νεύρο, το οποίο συνδέει το έντερο και τον εγκέφαλο.

Η εξακρίβωση της σχέσης μικροβιώματος-εγκεφάλου «μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπείες», είπε ο Ράες. Όντως, ορισμένοι γιατροί και εταιρίες, ήδη εξερευνούν τα προβιοτικά για την κατάθλιψη, αν και μέχρι σήμερα δεν έχουν εξεταστεί τα μικρόβια που ταυτοποιήθηκαν από την παρούσα έρευνα. Ο κλινικός νευροεπιστήμονας Αντρέ Σμίντ από το Πανεπιστήμιο του Μπασέλ ξεκίνησε μία κλινική δοκιμή στην οποία η ομάδα του θα εξετάσει την ψυχική υγεία και το μικροβίωμα 40 ασθενών με κατάθλιψη πριν και μετά τη χορήγηση ενός μοσχεύματος εντερικού μικροβιώματος.

Οι επιστήμονες συμφωνούν, ωστόσο, ότι θα χρειαστούν αρκετές έρευνες μέχρι να εξερευνηθεί πλήρως η σχέση κατάθλιψης και εντερικού μικροβιώματος. Ο Σβεν Πίτερσον, ένας από τους πρώτους που είχαν υποστηρίξει ότι υπάρχει η παραπάνω συσχέτιση, δήλωσε ότι στο μέλλον «οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να εξετάζουν τη σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος σε ασθενείς με ψυχικές νόσους».

Βιβλιογραφία: Science

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα