Σακχαρώδης Διαβήτης: Πλήρης Οδηγός

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μεταβολική ασθένεια η οποία χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και από διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, των λιπιδίων και των πρωτεϊνών, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Υπάρχουν τρεις κυρίως τύποι σακχαρώδη διαβήτη: ο τύπος 1, ο τύπος 2 και ο διαβήτης της κύησης, ενώ υπάρχουν και άλλοι ειδικοί τύποι (MODY, παγκρεατικός διαβήτης, φαρμακευτικός διαβήτης, διαβήτης από δηλητήρια κλπ).

Γιατί είναι αυξημένη η γλυκόζη στο αίμα των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη;

Διότι δεν ελαττώνεται με φυσιολογικό τρόπο, δηλαδή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα κύτταρα του σώματος (των μυών και του λίπους κυρίως). Φυσιολογικά η γλυκόζη είναι το κύριο “καύσιμο” του σώματός μας και χρησιμοποιείται για την παραγωγή της ενέργειας για την κίνησή μας και την λειτουργία των οργάνων μας. Η γλυκόζη στο αίμα αυξάνει μέχρις ενός ορίου μετά το γεύμα και μετά ελαττώνεται. Η γλυκόζη που δεν χρησιμοποιείται φυσιολογικά αποθηκεύεται στο ήπαρ (ως γλυκογόνο) και μπορεί να μετατρέπεται με χημικές αντιδράσεις σε λίπος. Οι κυριότεροι μηχανισμοί είναι οι εξής:

  1. Το κλειδί για την είσοδο της γλυκόζης στα κύτταρα είναι η λειτουργία της ινσουλίνης: αν η παραγωγή της ινσουλίνης από το σώμα μας (η ινσουλίνη παράγεται στο πάγκρεας) δεν είναι ικανοποιητική τότε η γλυκόζη παραμένει στο αίμα και προκαλεί τα συμπτώματα του διαβήτη. Στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1 ινσουλίνη δεν παράγεται, είτε παράγεται σε ελάχιστη ποσότητα. Στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2 παράγεται μεν αρχικά ινσουλίνη, αλλά συχνά σε μεγάλη ποσότητα και έτσι το πάγκρεας εξαντλεί την παραγωγή του, οπότε σε όψιμο στάδιο, μπορεί να χρειάζεται η χορήγηση της ινσουλίνης με ένεση. Η γλυκόζη στο αίμα αυξάνει υπερβολικά μετά το γεύμα, όταν δεν υπάρχει αρκετή ινσουλίνη για να την “βάλει στα κύτταρα”.
  2. ‘Άλλος λόγος αύξησης της γλυκόζης στο αίμα είναι η αντίσταση των κυττάρων που θα την χρησιμοποιήσουν. Αυτή η παθολογική κατάσταση ονομάζεται “αντίσταση στην ινσουλίνη” και είναι συχνή σε υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα, σε άτομα που δεν ασκούνται και σε καταστάσεις σημαντικού σωματικού και ψυχικού στρες. Ο μηχανισμός αυτός ισχύει κυρίως για το διαβήτη τύπου 2.
  3. Ένας ακόμα λόγος αυξημένης γλυκόζης στο αίμα είναι η υπερβολική παραγωγή γλυκόζης από το συκώτι. Φυσιολογικά, όταν δεν τρώμε, το συκώτι παράγει γλυκόζη από το γλυκογόνο των αποθηκών του, όταν στο αίμα μας η γλυκόζη είναι λίγη. Στην περίπτωση του διαβήτη το συκώτι παράγει γλυκόζη ανεξάρτητα από τη γλυκόζη στο αίμα. Γι αυτό συχνά τις πρωινές ώρες η γλυκόζη στο αίμα είναι αυξημένη, ενώ δεν έχει προηγηθεί γεύμα.

Οι μηχανισμοί αυτοί επηρεάζονται από τον τρόπο ζωής κυρίως στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2 (τί ποσότητες και τί ποιότητας τροφές καταναλώνουμε, πόσο ασκούμεθα, πόσο στρες επιβαρύνει το σώμα μας), αλλά και από την κληρονομικότητα.

Ποιά είναι τα συνηθισμένα πρώτα συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη;

  • η πολυουρία – μπορεί να εκδηλώνεται ως συχνουρία
  • η πολυδιψία – πολλοί ασθενείς αναφέρουν μεγάλη κατανάλωση χυμών και αναψυκτικών για να καταπολεμήσουν τη δίψα τους, πίνοντας έτσι μεγάλες ποσότητες  ζάχαρης
  • η πείνα – ακόμα κι αν ο ασθενής τρώει πολύ συχνά
  • η μεγάλη κούραση
  • η απώλεια βάρους – χωρίς αυτή να επιδιώκεται με δίαιτα (αφορά κυρίως το διαβήτη τύπου 1)
  • απόπνοια οξόνης

Συχνά ακόμη μπορεί να υπάρχουν:

  • θολή όραση
  • καθυστερημένη θεραπεία πληγών
  • πόνοι ή μουδιασμένα χέρια ή πόδια (συχνότερα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.

Μερικές φορές αρχική εκδήλωση μπορεί να είναι το “σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα” με  μούδιασμα ή πόνους στα χέρια, ιδίως τη νύχτα.

Μερικά άτομα με διαβήτη τύπου 2 μπορεί να μην εμφανίζουν πολύ έντονα συμπτώματα ή άλλοτε να τα εμφανίζουν κι άλλοτε όχι.

Ειδικότερα στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1, τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι ιδιαίτερα έντονα και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα, αν δεν αντιμετωπιστεί ο διαβήτης, να οδηγήσουν σε μια βαριά και επικίνδυνη κατάσταση για τη ζωή του ασθενούς, την διαβητική κετοξέωση, που μπορεί να οδηγήσει σε κώμα αν δεν αντιμετωπιστεί με χορήγηση ορού και ινσουλίνης από τη φλέβα.

Η έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη με αναγνώριση των συμπτωμάτων είναι πολύ σημαντική, ώστε να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία και να υποχωρήσουν τα συμπτώματα, αλλά και να προληφθούν οι διαβητικές επιπλοκές

Γιατί εμφανίζονται τα συμπτώματα του διαβήτη;

Διότι το σώμα προσπαθεί να αποβάλει τις υπερβολικές ποσότητες γλυκόζης που έχει στο αίμα. Η γλυκόζη αποβάλλεται με τα ούρα μαζί με πολύ νερό (πολυουρία) και ο ασθενής αφυδατώνεται (δίψα, απώλεια βάρους, κούραση). Όταν η γλυκόζη δεν χρησιμοποιείται φυσιολογικά, και προκειμένου να βρει την αναγκαία ενέργεια για τη λειτουργία του, ο οργανισμός καταναλώνει λίπος. Παράγωγο της κατανάλωσης του λίπους είναι οι κετόνες (οξόνη), που προκαλούν τη χαρακτηριστική δύσοσμη αναπνοή, αλλά και την αυξημένη κόπωση, όταν αυξάνονται στο αίμα.

Πως γίνεται η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη;

Η γλυκόζη αίματος μετριέται με mg/dl (χιλιοστόγραμμα ανά δεκατόλιτρο ή μιλιγκράμ ανά ντι-ελ ή μιλιγκράμ τοις εκατό). Για τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη αξιολογούνται μόνον οι μετρήσεις του εργαστηρίου και όχι του μετρητή γλυκόζης.

Τρία κριτήρια χρησιμοποιούνται που πρέπει να επιβεβαιωθούν και με δεύτερη μέτρηση:

  1. Γλυκόζη νηστείας μεγαλύτερη από 126 mg/dl
  2. Μετά από δοκιμασία ανοχής γλυκόζης με 75 γραμμάρια γλυκόζης, στις δύο ώρες, η γλυκόζη αίματος να είναι μεγαλύτερη από 200 mg/dl
  3. Τυχαία μέτρηση γλυκόζης αίματος άνω του 200 mg/dl σε άτομο με τα χαρακτηριστικά συμπτώματα διαβήτη

Στις ΗΠΑ χρησιμοποιείται και η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (άνω του 6,5%) ως κριτήριο για τη διάγνωση του διαβήτη, αλλά σε εργαστήρια που έχουν έλεγχο πιστοποίησης. Στην Ελλάδα η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη δεν αποτελεί κριτήριο για τη διάγνωση του διαβήτη.

Τι είναι η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης;

Είναι μια εξέταση για τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη. Γίνεται με λήψη από το στόμα διαλύματος 75 γραμμαρίων γλυκόζης σε ένα ποτήρι νερό – περίπου 200 ml (χιλιοστά του λίτρου ή εμ-ελ ή μιλιλίτρ) και η μέτρηση γλυκόζης στο φλεβικό αίμα πριν από τη λήψη και δύο ώρες μετά. Η ζυγισμένη σκόνη γλυκόζης πρέπει να διαλύεται αμέσως πριν από την εξέταση στο νερό και με προσοχή (γιατί μπορεί να σχηματίσει σβώλους). Γλυκόζη σε έτοιμο πυκνό διάλυμα σε διάφορες γεύσεις, που μπορεί να κυκλοφορεί στην αγορά, δεν γίνεται δεκτή. Ο εξεταζόμενος περιμένει ήρεμος στο χώρο του εργαστηρίου μέχρι την επόμενη αιμοληψία, δεν λαμβάνει άλλη τροφή, δεν επιτρέπεται να καπνίσει, ούτε να υποβληθεί σε κάποιο σωματικό ή ψυχικό στρες. Κατά τις τρεις ημέρες που προηγούνται ο ασθενής πρέπει να λαμβάνει σχετικά αυξημένες ποσότητες υδατανθράκων, γιατί η αποχή από τους υδατάνθρακες μπορεί να δώσει λανθασμένα αποτελέσματα. Μερικές φορές ζητείται και ενδιάμεση μέτρηση (στη μία ώρα), είτε ζητείται παράλληλα μέτρηση και άλλων ουσιών στο αίμα (όπως ινσουλίνης).

Αν στις δύο ώρες βρεθεί γλυκόζη άνω του 200 mg/dl προκύπτει η διάγνωση του διαβήτη, αφ’ όσον επιβεβαιωθεί με ένα άλλο κριτήριο, ή με επανάληψη της δοκιμασίας. Τιμές γλυκόζης κάτω του 140 mg/dl είναι φυσιολογικές. Τιμές γλυκόζης μεταξύ 140 και 200 mg/dl χαρακτηρίζονται ως “παθολογική ανοχή στη γλυκόζη” ή προδιαβήτης.

Η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης δεν έχει ανεπιθύμητες ενέργειες (παρενέργειες) και μπορεί μόνον να προκαλέσει ναυτία από την λήψη της γλυκόζης. Αν προκύψει παθολογική ανοχή στη γλυκόζη πρέπει να επαναληφθεί αργότερα, ανάλογα με τη σύσταση του ιατρού. Δεν χρειάζεται να γίνεται δοκιμασία ανοχής γλυκόζης εφόσον υπάρχει διάγνωση του διαβήτη.

Σε τι διαφέρει ο τύπος 1 διαβήτη από τον τύπο 2;

Ο διαβήτης τύπου 1 χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη παραγωγής ινσουλίνης από το πάγκρεας του ασθενούς. Αυτό γίνεται διότι τα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη έχουν καταστραφεί με “ανοσολογικό μηχανισμό” δηλαδή μέσω ουσιών που παράγει το σώμα των ασθενών και στρέφονται εναντίον κυττάρων του ίδιου του οργανισμού (αντισώματα). Συνήθως αφορά νέα άτομα (παιδιά, εφήβους, νέους ενήλικες) και παλαιότερα ονομαζόταν νεανικός διαβήτης, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία, οπότε η ονομασία νεανικός διαβήτης καταργήθηκε. Εκδηλώνεται με τα τυπικά συμπτώματα είτε με διαβητική κετοξέωση,  μια βαριά και επικίνδυνη κατάσταση για τη ζωή του ασθενούς, που μπορεί να οδηγήσει σε κώμα αν δεν αντιμετωπιστεί με χορήγηση ορού και ινσουλίνης από τη φλέβα. Για την επιβεβαίωση της διάγνωσης του διαβήτη τύπου 1 μπορεί να χρειαστεί μέτρηση αντισωμάτων στο αίμα του ασθενούς ή και μέτρηση ινσουλίνης.

Για το διαβήτη τύπου 1 το μόνο φάρμακο που μπορεί να ρυθμίσει το σάκχαρο είναι η ινσουλίνη, που χορηγείται με ένεση στο δέρμα (υποδόρια ένεση) και μάλιστα σε 3 ή 4 ενέσεις, μία για το σάκχαρο νηστείας και από μία για κάθε γεύμα. Αυτό λέγεται εντατικό σχήμα ινσουλίνης και απαιτεί 3 ή τέσσερεις μετρήσεις την ημέρα και λήψη ινσουλίνης ανάλογα με τις μετρήσεις, την ποσότητα τροφής και τη σωματική δραστηριότητα. Η ινσουλίνη στο διαβήτη τύπου 1 χορηγείται αμέσως μόλις διαγνωστεί ο διαβήτης, αφού ο ασθενής με διαβήτη τύπου 1 κινδυνεύει από κετοξέωση. Με τα σημερινά δεδομένα η χορήγηση ινσουλίνης από το δέρμα (με ένεση ή με αντλία ινσουλίνης) δίδεται δια βίου. Ο διαβήτης τύπου 1 είναι περίπου το 10% των περιπτώσεων διαβήτη.

Ο διαβήτης τύπου 2 αφορά συνήθως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και συχνά παχύσαρκα, που χαρακτηρίζονται από “αντίσταση στην ινσουλίνη” και μπορεί αρχικά να έχουν σημαντική παραγωγή ινσουλίνης, αργότερα όμως έχουν μικρότερη. Παλαιότερα ονομαζόταν διαβήτης των ενηλίκων, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία, ακόμα και σε παιδιά, αν και σπάνια, οπότε η ονομασία διαβήτης των ενηλίκων καταργήθηκε. Ο διαβήτης τύπου 2 μπορεί να εκδηλωθεί με τα τυπικά συμπτώματα σε έντονο η λιγότερο έντονο βαθμό, είτε να μην υπάρχουν συμπτώματα για χρόνια και η διάγνωση να γίνει τυχαία ή με αφορμή μια νοσηλεία ή όταν εκδηλωθεί κάποια διαβητική επιπλοκή. Για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2, εκτός από την αλλαγή στον τρόπο ζωής (δίαιτα και άσκηση) αρχίζουμε με τη χορήγηση του φαρμάκου μετφορμίνη, που ελαττώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη. Αν ο ασθενής δεν φθάσει τους στόχους (γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, με καλές τιμές σακχάρου κατά τις μετρήσεις πριν και μετά τα γεύματα), τότε προσθέτουμε και δεύτερο ή και τρίτο φάρμακο, που λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο, ή ινσουλίνη ή τελικά χρησιμοποιούμε το εντατικό σχήμα ινσουλίνης, όπως στο διαβήτη τύπου 1. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι περίπου το 90% των περιπτώσεων διαβήτη.

Και οι δύο τύποι διαβήτη έχουν κληρονομικότητα, αλλά ο διαβήτης τύπου 2 πολύ μεγαλύτερη από το διαβήτη τύπου 1.

Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1;

Ο διαβήτης τύπου 1 είναι μια πάθηση που οφείλεται στην καταστροφή των κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη (ονομάζονται βήτα κύτταρα). Η ινσουλίνη είναι η υπεύθυνη ορμόνη για να εισέρχεται η γλυκόζη (το σάκχαρο) από το αίμα στα κύτταρα. Έλλειψη ινσουλίνης έχει ως συνέπεια την παραμονή της γλυκόζης στο αίμα. Ο διαβήτης τύπου 1 αντιμετωπίζεται μόνο με ενέσεις ινσουλίνης.

Τι προκαλεί το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1;

Το ίδιο το σώμα του ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη παράγει ουσίες που καταστρέφουν τα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη. Αυτό γίνεται πιθανόν γιατί το αμυντικό σύστημα του πάσχοντος δημιουργεί ουσίες (αντισώματα) εναντίον κάποιου ιού, και τα αντισώματα αυτά καταστρέφουν τα β κύτταρα του παγκρέατος. Αυτή η παθολογική κατάσταση ονομάζεται αυτοανοσία και τα αντισώματα που στρέφονται κατά των κυττάρων του ίδιου του ατόμου που τα παράγει ονομάζονται αυτοαντισώματα, τα οποία μπορεί να ανιχνευθούν στο αίμα. Ο διαβήτης τύπου 1 είναι αυτοάνοσο νόσημα. Πολλά ερωτήματα παραμένουν ακόμη χωρίς απάντηση σχετικά με τα αίτια των αυτοάνοσων νοσημάτων. Άλλοι παράγοντες, όπως το γάλα της αγελάδας και διάφορες τοξίνες, έχουν επίσης κατηγορηθεί.

Πως αποδεικνύεται ότι κάποιος πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1;

Μια εξέταση αίματος για αυτοαντισώματα μπορεί να αποδείξει ότι ένα άτομο με διαβήτη έχει πράγματι σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Τα αυτοαντισώματα μπορεί να υπάρχουν  πριν εκδηλωθεί ο διαβήτης και για ένα χρονικό διάστημα μετά και να εξαφανισθούν αργότερα. Άλλα άτομα (συνήθως συγγενείς ατόμων με διαβήτη) χωρίς διαβήτη μπορεί να έχουν επίσης όμοια αυτοαντισώματα στο αίμα τους, και να μην εμφανίσουν ποτέ διαβήτη.

Μπορεί ακόμα να γίνει εξέταση αίματος για την παρουσία ινσουλίνης στο αίμα του ασθενούς, όπως και για μια ουσία που ονομάζεται C-πεπτίδιο και παράγεται μαζί με την ινσουλίνη από τα β-κύτταρα. Αν η ινσουλίνη ή το C-πεπτίδιο βρίσκονται σε πολύ μικρά ποσά στο αίμα του εξεταζομένου, τότε υπάρχει ισχυρή ένδειξη ότι το άτομο αυτό έχει διαβήτη τύπου 1. Η απόδειξη όμως είναι η παρουσία των ειδικών αυτοαντισωμάτων.

Κληρονομείται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1;

Υπάρχει κληρονομικότητα στο διαβήτη τύπου 1, αλλά δεν είναι μεγάλη. Αν πάσχει ο πατέρας από διαβήτη τύπου 1 η πιθανότητα να εμφανίσει το παιδί διαβήτη τύπου 1 είναι περίπου 6%, και άν πάσχει η μητέρα η πιθανότητα είναι 3%, ενώ αν πάσχουν και οι δύο γονείς, είναι 30%. Αν ένας μονοζυγωτικός δίδυμος έχει διαβήτη τύπου 1, ο όμοιος δίδυμός του θα εμφανίσει επίσης διαβήτη τύπου 1 σε ποσοστό 50% μέχρι να γίνει σαράντα ετών.

Ποιά είναι τα συμπτώματα του διαβήτη τύπου 1;

Ο διαβήτης τύπου 1 εκδηλώνεται στα παιδιά συνήθως με πολλά ούρα, νυκτερινή ούρηση, δίψα και αφυδάτωση και απώλεια βάρους η οποία δεν μπορεί να εξηγηθεί, αφού δεν προηγείται δίαιτα. Το άρρωστο παιδί δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τη γλυκόζη για την ενέργεια που χρειάζεται το σώμα του και είναι κουρασμένο. Το σώμα χρησιμοποιεί εναλλακτικά το λίπος για παραγωγή ενέργειας. Από το λίπος παράγονται κετόνες (οξόνη). Οι κετόνες και η αφυδάτωση μπορεί να προκαλέσουν μια σοβαρή επιπλοκή, την διαβητική κετοξέωση. Αν η διαβητική κετοξέωση δεν αντιμετωπισθεί εγκαίρως με ορούς και ινσουλίνη, μπορεί να προκαλέσει μεγάλη αδυναμία, εμέτους και πόνο στην κοιλιά, διαταραχές της συνείδησης και κώμα.

Γιατί πρέπει να ρυθμίζουμε το διαβήτη;

Διότι έτσι περιορίζονται τα συμπτώματά του, αλλά και διότι προστατεύουμε σε σημαντικό βαθμό τον ασθενή από τις επιπλοκές του διαβήτη.

Πως ρυθμίζουμε το διαβήτη;

Για όλα τα άτομα με διαβήτη η αλλαγή του τρόπου ζωής (δίαιτα και άσκηση) είναι ο πρώτος στόχος. Ο ασθενής πρέπει να μάθει να διακρίνει ποιά τρόφιμα ανεβάζουν το σάκχαρό του και να περιορίσει την κατανάλωσή τους. Πρέπει ακόμα να αυξήσει τη σωματική του δραστηριότητα, ελαττώνοντας έτσι την αντίσταση στην ινσουλίνη, ιδίως αν είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος.

Πρέπει ακόμα να μετρά τη γλυκόζη στο αίμα του και να επιδιώκει μικρότερες τιμές γλυκόζης, με στόχους που εξηγούνται από το γιατρό του. Δυστυχώς η δίαιτα και η σωματική άσκηση δεν αρκούν. Γι αυτό συνιστάται η έναρξη φαρμάκων.

Για το διαβήτη τύπου 1 το μόνο φάρμακο που μπορεί να ρυθμίσει το διαβήτη είναι η ινσουλίνη, που χορηγείται με ένεση στο δέρμα (υποδόρια ένεση) και μάλιστα σε 3 ή 4 ενέσεις, μία για το σάκχαρο νηστείας και από μία για κάθε γεύμα. Αυτό λέγεται εντατικό σχήμα ινσουλίνης και απαιτεί 3 ή τέσσερεις μετρήσεις την ημέρα και λήψη ινσουλίνης ανάλογα με τις μετρήσεις, την ποσότητα τροφής και τη σωματική δραστηριότητα. Η ινσουλίνη στο διαβήτη τύπου 1 χορηγείται αμέσως μόλις διαγνωστεί ο διαβήτης, αφού ο ασθενής με διαβήτη τύπου 1 δεν παράγει ινσουλίνη και κινδυνεύει από κετοξέωση.

Για το διαβήτη τύπου 2, αρχίζουμε με τη μετφορμίνη, ένα φάρμακο που ελαττώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη. Αν δεν φθάσει στους στόχους, τότε προσθέτουμε και δεύτερο ή και τρίτο φάρμακο, που λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο, ή ινσουλίνη ή τελικά χρησιμοποιούμε το εντατικό σχήμα ινσουλίνης, όπως στο διαβήτη τύπου 1.

Η ρύθμιση του διαβήτη αποδεικνύεται, εκτός από τις καθημερινές μετρήσεις, από μια εξέταση αίματος, τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, που πρέπει να μετράται τακτικά (κάθε λίγους μήνες), για όλη τη ζωή του ατόμου με διαβήτη.

Τί είναι η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη;

Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι μια εξέταση αίματος (από φλέβα) που δείχνει πόσο ήταν η γλυκόζη στο αίμα κατά τις τελευταίες εκατό περίπου προηγούμενες ημέρες. Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι ένα ποσοστό (επί τοις εκατό, %) και συμβολίζεται ως HbA1c. Είναι το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης που έχει ενωθεί με γλυκόζη με μια αντίδραση που λέγεται γλυκοζυλίωση. Η αιμοσφαιρίνη είναι η κόκκινη ουσία που περιέχει σίδηρο και μεταφέρει οξυγόνο και βρίσκεται κυρίως στα ερυθρά αιμοσφαίρια, αλλά και διαλυμένη στο αίμα και δίνει το χαρακτηριστικό χρώμα. Το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης που έχει γλυκοζυλιωθεί εξαρτάται από το χρόνο που βρίσκονται μαζί η αιμοσφαιρίνη και η γλυκόζη και από το ποσό της γλυκόζης και της αιμοσφαιρίνης. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια ζουν περίπου εκατόν είκοσι ημέρες, οπότε το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης που έχει γλυκοζυλιωθεί δείχνει κατά μέσον όρο πόσο ήταν γλυκόζη στο αίμα κατά τους προηγούμενους τρεις περίπου μήνες. Αυτό γενικά ισχύει εφ’ όσον ο εξεταζόμενος δεν πάσχει από κάποια πάθηση του αίματος ή δεν υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση.

Φυσιολογικά η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι κάτω από 4-6%. Γενικός στόχος για έναν διαβήτη που είναι ρυθμισμένος ικανοποιητικά είναι να διατηρείται η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη κάτω από 7%. Συνήθως για ένα άτομο με διαβήτη τύπου 1 ένα επιζητούμε γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη κάτω από 6,5%. Σε ηλικιωμένα άτομα, με σημαντικά προβλήματα υγείας είτε με τάση για υπογλυκαιμίες, μπορεί να μας αρκεί ποσοστό γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης άνω του 7%. Πάντως εξατομικεύουμε το στόχο για τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη ανάλογα με την ιδιαίτερη κατάσταση του ασθενή μας, γνωρίζοντας όμως ότι όσο μεγαλύτερη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη έχει, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα διαβητικών επιπλοκών.

Μειονέκτημα της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης είναι ότι δεν αποκαλύπτει τις καθημερινές διακυμάνσεις της γλυκόζης. Έτσι μπορεί μια ικανοποιητική γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη να είναι αποτέλεσμα είτε ικανοποιητικών επιπέδων γλυκόζης κατά το τελευταίο τρίμηνο είτε, για το ίδιο χρονικό διάστημα άλλοτε πολύ μικρών και άλλοτε πολύ μεγάλων επιπέδων γλυκόζης. Γι αυτό είναι εξ ίσου σημαντικές οι συχνές μετρήσεις γλυκόζης για την απόδειξη της ρύθμισης του διαβήτη.

Στις ΗΠΑ η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (άνω του 6,5%) χρησιμοποιείται ως κριτήριο για τη διάγνωση του διαβήτη, αλλά σε εργαστήρια που έχουν έλεγχο πιστοποίησης. Στην Ελλάδα η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη δεν αποτελεί κριτήριο για τη διάγνωση του διαβήτη.

Πως γίνονται οι μετρήσεις γλυκόζης;

Γίνονται είτε στο εργαστήριο από εξέταση αίματος από τη φλέβα (φλεβικό αίμα), είτε με τη χρήση μετρητών γλυκόζης αίματος από μια σταγόνα από το δάκτυλο (τριχοειδικό αίμα). Γενικά η μέτρηση φλεβικού αίματος στο εργαστήριο είναι περισσότερο αξιόπιστη, αλλά για την καθημερινή παρακολούθηση, η μέτρηση με μετρητή σακχάρου αρκεί. Συνήθως υπάρχει μια μικρή διαφορά – απόκλιση μεταξύ των δύο μεθόδων. Για τη σχετική ακρίβεια του μετρητή μας μπορεί να χρειαστεί να φέρουμε το μετρητή στο εργαστήριο και αφού ληφθεί φλεβικό αίμα για τη μέτρηση της γλυκόζης, να γίνει και μια μέτρηση τριχοειδικού αίματος μέσα σε λίγα λεπτά και να κάνουμε αντιπαραβολή των δύο αποτελεσμάτων. Για τη διαπίστωση της ακρίβειας του μετρητή δεν πρέπει να υπάρξει μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο μετρήσεων γιατί η γλυκόζη στο αίμα μεταβάλλεται συνεχώς, ιδίως στα άτομα με διαβήτη. Αν μετρηθούμε στο σπίτι και μετά από αρκετή ώρα γίνει η αιμοληψία στο εργαστήριο, τότε δεν μπορούμε να βγάλουμε κανένα συμπέρασμα από τις δύο τιμές (μετρητή και εργαστηρίου).

Για τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη αξιολογούνται μόνον οι μετρήσεις του εργαστηρίου και όχι του μετρητή.

Προδιαβήτης: το στάδιο πρόληψης του διαβήτη

Ενώ στο διαβήτη τύπου 1, που εκδηλώνεται κυρίως στη νεανική ζωή, η πρόληψη δεν είναι εφικτή, στο διαβήτη τύπου 2 υπάρχει αναγνωρισμένο προκλινικό στάδιο, κατά το οποίο η νόσος μπορεί να διαγνωστεί με αξιόπιστες εξετάσεις.
Στις περισσότερες περιπτώσεις προηγείται του διαβήτη μια κατάσταση που συχνά ονομάζεται προδιαβήτης. Αυτή χαρακτηρίζεται είτε από παθολογική γλυκόζη νηστείας [σάκχαρο αίματος μεγαλύτερο από 100 χιλιοστά του 0γραμμαρίου ανά δέκατο του λίτρου (mg/dl), αλλά μικρότερο από 126, οπότε πρόκειται για σακχαρώδη διαβήτη, αν βρεθεί σε δύο μετρήσεις], είτε από παθολογική ανοχή στη γλυκόζη (γλυκόζη αίματος μεταξύ 140 και 200 mg/dl, 2 ώρες μετά από λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης – αυτή η εξέταση λέγεται
καμπύλη γλυκόζης. Πάνω από 200 είναι διαβήτης). Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει πιθανότητα 30% περίπου να εκδηλωθεί διαβήτης μέσα στα επόμενα 2 χρόνια, αν δεν συνυπάρχουν, και 50% αν συνυπάρχουν. Πάντως τα άτομα με προδιαβήτη έχουν αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο (στεφανιαία νόσο, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αρτηριοπάθεια) και μεγαλύτερη πιθανότητα να πάσχουν από υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και παχυσαρκία. Άτομα με προδιαβήτη έχουν «αντίσταση στην ινσουλίνη». Αυτό σημαίνει ότι η ινσουλίνη που παράγουν στο πάγκρεάς τους δεν επιτυγχάνει την αποτελεσματική ελάττωση του σακχάρου αίματος. Γι’ αυτό, τα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη παράγουν όλο και περισσότερη, μέχρι να εξαντλήσουν το πάγκρεάς τους. Η αντίσταση στην ινσουλίνη προδιαθέτει σε καρδιαγγειακή νόσο.

Ποιοί έχουν προδιάθεση για διαβήτη

Γενικά, προδιάθεση για διαβήτη τύπου 2 έχουν άτομα που είναι μεγαλύτερης ηλικίας, παχύσαρκα, που κάνουν καθιστική ζωή και δεν ασκούνται, που έχουν οικογενειακό
ιστορικό διαβήτη, γυναίκες που γέννησαν νεογνά μεγαλύτερα από 4 κιλά, γυναίκες που έχουν πολυκυστικές ωοθήκες, και άτομα που έχουν αυξημένη χοληστερίνη ή/και
τριγλυκερίδια ή αυξημένο λόγο HDL/LDL χοληστερόλης. Αυτά τα άτομα πρέπει να ελέγχουν το σάκχαρο νηστείας τους (συνήθως πριν από το πρωινό) τουλάχιστο μια φορά το χρόνο και αν το βρουν μεγαλύτερο από 100 mg/dl, πρέπει να εξεταστούν με καμπύλη γλυκόζης.

Μελέτες πρόληψης

Σύμφωνα με μια έγκυρη μελέτη από τη Φινλανδία, η απώλεια 5-7% του αρχικού βάρους με δίαιτα και άσκηση (150 λεπτά την εβδομάδα), μείωσε κατά 58% τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη σε άτομα με παθολογική ανοχή στη γλυκόζη. Αυτή η μείωση ήταν η σημαντικότερη που βρέθηκε σε σοβαρές κλινικές μελέτες, και ήταν σαφώς πιο σημαντική από την μείωση που παρατηρήθηκε μετά από χρήση φαρμάκων (χωρίς αλλαγή τρόπου ζωής).
Δοκιμάστηκαν φάρμακα που βελτιώνουν την αντίσταση στην ινσουλίνη (η μετφορμίνη και η τρογλιταζόνη) ή που καθυστερούν την απορρόφηση των υδατανθράκων (η ακαρβόζη), η ορλιστάτη (φάρμακο κατά της παχυσαρκίας), ακόμα και αντιυπερτασικά (η ραμιπρίλη και η λοζαρτάνη) με διάφορα αποτελέσματα. Αναμένονται, πάντως, με μεγάλο ενδιαφέρον, αποτελέσματα μεγάλων μελετών που είναι σε εξέλιξη και χρησιμοποιούν άλλα φάρμακα.
Οι προσπάθειες για την πρόληψη του διαβήτη επικεντρώνονται στην εκπαίδευση του πληθυσμού, προκειμένου όλοι να αντιληφθούν τη σοβαρότητα του διαβήτη και να επιδιώξουν αλλαγή του τρόπου ζωής τους, με βάση συγκεκριμένες υγιεινοδιαιτητικές συμβουλές.

Εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας και του πληθυσμού

Στις πολιτισμένες χώρες έχουν δημιουργήσει μια καινούργια ειδικότητα της νοσηλευτικής, είτε των κοινωνικών λειτουργών, την ειδικότητα του εκπαιδευτή για το διαβήτη. Οι επαγγελματίες αυτής της ειδικότητας εκπαιδεύουν τόσο τους πάσχοντες από διαβήτη, όσο και εκείνους που βρίσκονται στο στάδιο του προδιαβήτη, αλλά και το κοινό, είτε σε προσωπικές εκπαιδευτικές συναντήσεις, είτε σε ομαδικές συναντήσεις, σχετικά με θέματα της πάθησής τους και των επιπλοκών της. Αλλού την εκπαίδευση αναλαμβάνει ο γιατρός, ο διαιτολόγος, η νοσηλεύτρια, ή η εκπαιδευμένη κοινωνική λειτουργός. Πρέπει όμως και ο ψυχολόγος, ο οφθαλμίατρος, ο ειδικός ποδοθεραπευτής, ο φαρμακοποιός και ο οδοντίατρος να μπορεί να δώσει σωστές συμβουλές. Όλοι αυτοί πρέπει να σχηματίσουν ομάδα με αντικείμενο την καλή σωματική και ψυχική υγεία των ασθενών
τους. Για το λόγο αυτό, είναι σωστό να υπάρχουν ομιλίες και εκπαιδευτικά σεμινάρια σχετικά με τα νεώτερα για το διαβήτη, τα οποία να απευθύνονται σε όλους τους λειτουργούς της υγείας και όχι μόνο στους εξειδικευμένους διαβητολόγους. Παράλληλα, οι συγγενείς και οι φίλοι όσων έχουν διαβήτη ή προδιαβήτη, πρέπει να ενημερώνονται σε κάθε ευκαιρία. Ο διαβήτης είναι πρόβλημα για όλη την κοινωνία, καθώς η καλή λειτουργία της επηρεάζεται από τις σοβαρές αναπηρίες, που προκαλεί ο διαβήτης στους
πάσχοντες. Σε πολλές κοινότητες ο διαβήτης αποτελεί ακόμα «ταμπού» και οι πάσχοντες ή οι οικογένειές τους κρατούν μυστική την πάθηση αυτή, ή πιστεύουν μύθους ή παλαιότερες, ξεπερασμένες γνώσεις σχετικά με την αιτία ή την αντιμετώπισή του. Αυτό δυστυχώς ισχύει και για πολλούς γιατρούς, που δεν έχουν σωστή ενημέρωση. Στα προγράμματα εκπαίδευσης περιλαμβάνονται συγκεκριμένοι στόχοι, σχετικά με το τί πρέπει να μάθει ο εκπαιδευόμενος και να ελέγχεται η απόδοση του μαθήματος, αλλά και η επάρκεια του εκπαιδευτή, γι’ αυτό συντάσσονται με επαγγελματισμό και σοβαρότητα.

Απώλεια Βάρους

Άτομα που αύξησαν το βάρος στους στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή, έχουν αποδεδειγμένα μεγαλύτερο κίνδυνο διαβήτη. Τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 είναι παχύσαρκα ή υπέρβαρα σε ποσοστό 90% και έχουν συνήθως αντίσταση στην ινσουλίνη. Η παχυσαρκία προδιαθέτει επί πλέον σε σκελετικά νοσήματα και επιβαρύνει την οστεοαρθρίτιδα του
γόνατος, ή τους πόνους στη μέση και τα ισχία, που είναι πολύ συχνά προβλήματα σε μεγαλύτερες ηλικίες. Είναι πιο συχνή σε άτομα που πάσχουν από σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Η παχυσαρκία προδιαθέτει ακόμα σε άπνοια κατά τον ύπνο, που κι αυτή επιβαρύνει την καρδιά. Υπάρχουν επίσης διάφορες μορφές καρκίνου που είναι συχνότερες στους
παχύσαρκους.
Η απώλεια βάρους μπορεί να γίνει μόνο με σωστή δίαιτα και με πρόγραμμα άσκησης. Τα χάπια κατά της παχυσαρκίας και οι επεμβάσεις βοηθούν, αλλά μόνο κατά ένα μέρος. Οι επεμβάσεις για την παχυσαρκία στο στομάχι (γαστρική παράκαμψη, ή γαστρικό bypass) αποδεδειγμένα θεραπεύουν τον σακχαρώδη διαβήτη σε ποσοστό 80%, φαίνεται μάλιστα
ότι μπορεί και να τον προλάβουν. Η σωστή δίαιτα όμως είναι και σ’ αυτή την περίπτωση, υποχρεωτική.
Για το πόσο παχύσαρκος είναι κάποιος, χρησιμοποιείται ο δείκτης μάζας σώματος, που προκύπτει από τη διαίρεση βάρους (σε κιλά) προς το τετράγωνο του ύψους (σε μέτρα).
Αν, για παράδειγμα κάποιος έχει ύψος 1,75 μέτρα και βάρος 85 κιλά, ο δείκτης μάζας σώματος είναι 85:1,752 =27,75.
Φυσιολογικός είναι ο δείκτης κάτω από 26, υπέρβαρα είναι τα άτομα με δείκτη 26-29 και παχύσαρκα είναι τα άτομα με δείκτη μεγαλύτερο από 29.

Δίαιτα

– Για την πρόληψη του διαβήτη τύπου 2 συνιστάται δίαιτα με λίγους υδατάνθρακες και λίγο κορεσμένο λίπος. Πολλά λαχανικά και φρούτα, όσπρια, δημητριακά, τροφές με πολλές φυτικές ίνες, και η προτίμηση προς το ελαιόλαδο (η λεγόμενη Μεσογειακή Δίαιτα) και γαλακτοκομικά και κρέας με λίγα λιπαρά συνιστώνται γενικά για την πρόληψη των περισσοτέρων παθήσεων, ανεξάρτητα από ηλικία και φύλο.
– Η δίαιτα πάντως πρέπει να εξατομικεύεται ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, το ύψος και τη σωματική δραστηριότητα του κάθε ατόμου.
– Οι οδηγίες ενός διαιτολόγου είναι αναντικατάστατες, αλλά το δύσκολο είναι να τηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σ’ αυτό βοηθούν οι συχνές επισκέψεις. Ο διαιτολόγος πρέπει να σε διδάξει ποιές είναι οι ομάδες τροφίμων και ποιές είναι οι θρεπτικές ουσίες (υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες) και σε ποιές τροφές υπάρχουν, ώστε να μπορείς να διαλέγεις. Πρέπει ακόμα να σε μάθει να διακρίνεις τις τροφές με πολλές και λίγες θερμίδες και να σου εξηγήσει τι σημαίνει «γλυκαιμικός δείκτης» των τροφών, ώστε να προτιμάς τροφές με μικρό γλυκαιμικό δείκτη. Κι εδώ η εκπαίδευση παίζει τον πρώτο ρόλο.
-Να καταναλώνεις ποικιλία υγιεινών τροφών και όχι μονότονα καθημερινά γεύματα.
– Είναι σωστό να τηρείται καθημερινά η ώρα που λαμβάνονται τα γεύματα και τα σνακ και να μην παραλείπονται γεύματα.
– Μην ξεχνάς να παίρνεις σωστό πρόγευμα.
– Συνιστάται να πίνεις νερό και όχι αναψυκτικά.
– Να αποφεύγεις τη ζάχαρη και τα γλυκά.
– Σύμφωνα με μερικές μελέτες το πράσινο τσάι και η κανέλα βοηθούν στην πρόληψη του διαβήτη, όπως και η βρώμη, το κρέας του σολομού και η σόγια.
– Οι αγαπημένες σου τροφές μπορούν να συνεχιστούν, αλλά σε μικρότερες μερίδες ή να ετοιμάζονται με λιγότερα λιπαρά. Μην προτιμάς μεγάλες μερίδες όταν τρως έξω, ή φρόντισε να τις μοιράζεσαι με άλλους.
– Μη βιάζεσαι όταν τρως. Ο εγκέφαλός μας δεν καταλαβαίνει ότι χορτάσαμε, αν δεν περάσουν 15 λεπτά από την στιγμή που το στομάχι μας είναι γεμάτο. Τότε θα λάβουμε
την εντολή να σταματήσουμε.

Άσκηση

Η άσκηση βοηθά στην απώλεια βάρους και ελαττώνει το σάκχαρο αίματος, όπως και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Ακόμα βοηθά στην υγεία του σκελετού και προκαλεί ευεξία. Έντονο βάδισμα, τρέξιμο, κολύμπι, τένις, ποδόσφαιρο και κάθε άλλη άσκηση είναι ευεργετικές.
Πολλοί ρωτούν ποιά είναι η καλύτερη άσκηση για την πρόληψη του διαβήτη.
Η απάντηση είναι: «Η καλύτερη άσκηση είναι αυτή που μπορείς να κάνεις!»
Πολλοί παράγοντες καθορίζουν τη συνιστώμενη κάθε φορά «καλή» άσκηση.
Το περπάτημα πάντως είναι μια καλή άσκηση μέτριας έντασης, που ενδείκνυται σε όλους σχεδόν. Άσκηση μέτριας έντασης σημαίνει ότι θα ιδρώσεις και ότι η αναπνοή σου θα γίνει πιο γρήγορη, αλλά όχι τόσο πολύ ώστε να μην μπορείς να συζητήσεις με ένα φίλο σου. Τα άτομα με διαβήτη πρέπει να φορούν σωστά παπούτσια για το περπάτημα, ώστε να αποφύγουν τραυματισμούς και να συμβουλεύονται τον ειδικό για τα παπούτσια τους. Σε άτομα με διαβητικό έλκος το περπάτημα απαγορεύεται, μέχρι να ιαθεί το έλκος.
Καλό είναι να υπάρχει ένα πρόγραμμα άσκησης (ποιές ημέρες και για πόση ώρα), και να τηρείται. Ένας φίλος ή κάποιο μέλος της οικογένειάς σου, που συμμετέχει στο πρόγραμμα της άσκησής σου, θα σε ενθαρρύνει.
Πριν και μετά από κάθε άσκηση συνιστάται μια ελαφρά σωματική δραστηριότητα («ζέσταμα – κρύωμα»). Ο ασκούμενος πρέπει να πίνει αρκετό νερό γιατί με τον ιδρώτα χάνονται υγρά.
Καλό επίσης είναι να υπάρχει ποικιλία στις ασκήσεις για να μη χάνεις το ενδιαφέρον σου. Βάλε βραχυχρόνιους στόχους σχετικά με το χρόνο ή την απόσταση που θα ασκηθείς. Βαθμιαία η ένταση μπορεί να αυξηθεί, αλλά ποτέ με υπερβολή. Επιβράβευσε τον εαυτό σου όταν πετύχεις τους στόχους σου (αλλά όχι με φαγητό!). Προσπάθησε να κάνεις τη σωματική άσκηση υπόθεση της οικογένειάς σου. Ο χορός είναι επίσης άσκηση ευχάριστη και αποδοτική για όλες τις ηλικίες. Σε άτομα με διαβήτη και επιπλοκές από τα μάτια συνιστάται να αποφεύγεται η άρση βαρών και κάθε άσκηση που μπορεί να αυξήσει την πίεση στα μάτια. Στα άτομα με διαβήτη που παίρνουν αντιδιαβητικά φάρμακα, πρέπει να εξηγείται αναλυτικά ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας κατά την άσκηση ή μετά από αυτήν, όπως και η πρόληψη και η αντιμετώπισή της.
Αλλά και με μικρές αλλαγές στο καθημερινό τρόπο ζωής το όφελος είναι πολύ σημαντικό. Δεν χρειάζεται να εξαντλήσεις τον εαυτό σου για να αυξήσεις τη σωματική σου δραστηριότητα. Περιόρισε την ώρα που βλέπεις τηλεόραση, ή ασχολείσαι με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Να προτιμάς τις σκάλες από το ασανσέρ. Προτίμησε να παρκάρεις το αυτοκίνητο μακριά και να περπατάς μέχρι τη δουλειά ή το σπίτι σου, ή φρόντισε να κατεβαίνεις μια στάση μακρύτερα, αν παίρνεις το λεωφορείο. Πάρε σκύλο, πράγμα που θα σε αναγκάσει να τον βγάζεις βόλτα τακτικά. Τριάντα λεπτά έντονο καθημερινό βάδισμα συνιστάται ως απαραίτητη άσκηση για την πρόληψη του διαβήτη.

Διακοπή του καπνίσματος

– Το κάπνισμα είναι επικίνδυνο για άτομα με προδιαβήτη ή διαβήτη, καθώς και το μεν και τα δε προδιαθέτουν σε εμφράγματα, γάγγραινα και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Οι καπνιστές, όπως και οι παχύσαρκοι, έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη.
- Το κάπνισμα είναι αποδεδειγμένα η κύρια αιτία για διάφορες μορφές καρκίνου και αναπνευστικών νοσημάτων, όπως το πνευμονικό εμφύσημα και η χρόνια βρογχίτιδα, από τα οποία εκατοντάδες άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο. Προσπάθησε να κόψεις το κάπνισμα, αφού έχεις πεισθεί για την αναγκαιότητα της διακοπής του. Μην απογοητεύεσαι αν απέτυχες την πρώτη φορά. Όσο πιο πολλές φορές προσπαθήσεις σοβαρά, τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα έχεις να το επιτύχεις.

Περιορισμένη χρήση οινοπνευματωδών ποτών

Δεν συνιστάται κατανάλωση περισσότερων από δύο ποτά την ημέρα. Πρέπει να προτιμώνται ποτά με λίγο οινόπνευμα και λίγη ζάχαρη, όπως είναι τα ξηρά κρασιά και η μπύρα. Η μετρημένη κατανάλωση οινοπνεύματος (και πάντως όχι από εκείνους που πάσχουν από νοσήματα του ήπατος, ή από εκείνους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον αλκοολισμό), είναι προστατευτική για την καρδιά.

Τι είναι ο γλυκαναιμικός δείκτης;
Ο γλυκαιμικός δείκτης είναι η εκατοστιαία αύξηση του σακχάρου του αίματος μετά από χορήγηση ενός τροφίμου σε σύγκριση με την αύξηση που προκύπτει
από χορήγηση γλυκόζης, (Η αντίδραση στη γλυκόζη

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα