Αρθρίτιδα και Ρευματολογικά Νοσήματα

Ο όρος «αρθρίτιδα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αρθρική φλεγμονή. Αν και η αρθρική φλεγμονή είναι σύμπτωμα και όχι νόσος, ο όρος αρθρίτιδα χρησιμοποιείται συχνά αναφερόμενος σε όλες τις παθήσεις που επηρεάζουν τις αρθρώσεις. Αυτές οι παθήσεις περιλαμβάνονται στην ευρύτερη κατηγορία των ρευματολογικών νοσημάτων. Τα νοσήματα αυτά χαρακτηρίζονται από την παρουσία φλεγμονής (που συνήθως εκδηλώνεται με ερυθρότητα, θερμότητα, οίδημα και πόνο) και απώλεια της λειτουργικότητας ενός ή περισσότερων συνδετικών ή υποστηρικτικών δομών του σώματος. Συνήθως επηρεάζουν τις αρθρώσεις, τους τένοντες, τους συνδέσμους, τα οστά και τους μύες. Κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο, οίδημα και ακαμψία. Κάποια ρευματολογικά νοσήματα μπορούν να επηρεάσουν και εσωτερικά όργανα.

Αυτή τη στιγμή είναι γνωστά πάνω από 100 ρευματολογικά νοσήματα. Αυτό το άρθρο περιγράφει κάποιες από τις πλέον κοινές μορφές αρθρίτιδας και ρευματολογικών νοσημάτων καθώς και πληροφορίες για τα αίτια, τη διάγνωση και τη θεραπεία τους.

Παραδείγματα Ρευματολογικών Νοσημάτων

Το πιο κοινό είδος αρθρίτιδας, η οστεοαρθρίτιδα, προκαλεί βλάβες τόσο στο χόνδρο – που είναι ο ιστός που επικαλύπτει τα οστά μέσα στην άρθρωση – όσο και στο οστό που βρίσκεται κάτω από αυτόν. Τα συμπτώματα της οστεοαρθρίτιδας περιλαμβάνουν πόνο στις αρθρώσεις και ακαμψία. Αναπηρία μπορεί να προκληθεί όταν η νόσος επηρεάζει τη σπονδυλική στήλη και τις αρθρώσεις που στηρίζουν το βάρος του σώματος (γόνατα και ισχίο). Η ρευματοειδής αρθρίτιδα, που είναι πιο σπάνια, είναι μία φλεγμονώδης νόσος του ανοσοποιητικού συστήματος που προσβάλλει τον αρθρικό υμένα και προκαλεί πόνο, οίδημα και απώλεια λειτουργικότητας των αρθρώσεων. Οι αρθρώσεις που επηρεάζονται συχνότερα είναι αυτές των χεριών και των ποδιών.

Αίτια των Ρευματολογικών Νοσημάτων

Υπάρχουν αρκετά γονίδια και ομάδες γονιδίων που προδιαθέτουν τους ασθενείς για την εμφάνιση ρευματολογικών νοσημάτων. Κάποια έχουν ταυτοποιηθεί. Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και στο συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, για παράδειγμα, οι ασθενείς μπορεί να φέρουν μία μετάλλαξη στο γονίδιο που κωδικοποιεί το ένζυμο PTPN22. Στην οστεοαρθρίτιδα, επιβαρυντικός παράγοντας είναι η κληρονομική αδυναμία του χόνδρου.

Σε ασθενείς με γενετική προδιάθεση, μία σειρά περιβαλλοντικών παραγόντων μπορεί να «ενεργοποιήσουν» τη νόσο. Για παράδειγμα, προσφάτως, έχει παρατηρηθεί μία συσχέτιση μεταξύ του ιού Epstein-Barr και του Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου. Οστεοαρθρίτιδα μπορεί να προκληθεί από έντονη καταπόνηση μίας άρθρωσης από συνεχείς τραυματισμούς. Ορμονικές και άλλες διαταραχές καθώς και διαφορές μεταξύ αντρών και γυναικών μπορεί επίσης να παίξουν ρόλο. Για παράδειγμα, ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σκληρόδερμα και η ινομυαλγία είναι πιο συχνά στις γυναίκες.

Ποιος μπορεί να πάθει κάποιο Ρευματολογικό Νόσημα;

Τα ρευματολογικά νοσήματα δεν έχουν την ίδια συχνότητα εμφάνισης σε όλες τις ομάδες ανθρώπων. Για παράδειγμα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σκληρόδερμα, η ινομυαλγία και ο Λύκος εμφανίζονται συχνότερα σε γυναίκες. Η σπονδυλοαρθρίτιδα και η ουρική αρθρίτιδα είναι πιο κοινές στους άντρες. Ωστόσο, μετά την εμμηνόπαυση, η συχνότητα της ουρικής αρθρίτιδας στις γυναίκες αρχίζει να αυξάνεται. Ο Λύκος εμφανίζεται επίσης συχνότερα και με πιο βαριά συμπτώματα σε μαύρους και ισπανόφωνους παρά σε καυκάσιους.

Συμπτώματα

Η συμπτωματολογία είναι διαφορετική για κάθε αρθρίτιδα και κάθε ρευματολογικό νόσημα. Γενικά, οι ασθενείς με αρθρίτιδα παρουσιάζουν πόνο και ακαμψία σε μία ή περισσότερες αρθρώσεις. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να συνοδεύονται από ευαισθησία, θερμότητα, ερυθρότητα και δυσκολία εκτέλεσης των φυσιολογικών κινήσεων της άρθρωσης.

Διάγνωση

Η διάγνωση ενός ρευματολογικού νοσήματος μπορεί να γίνει από ένα γενικό γιατρό ή ένα ρευματολόγο, ένα γιατρό που ειδικεύεται στη διάγνωση και θεραπεία της αρθρίτιδας και άλλων ρευματολογικών νοσημάτων.

Ανάλογα με τα ευρήματα από το ιστορικό και τη φυσική εξέταση, ο γιατρός μπορεί να ζητήσει εργαστηριακές εξετάσεις, ακτινογραφία ή άλλες απεικονιστικές εξετάσεις για να επιβεβαιώσει τη διάγνωση. Δείγμα αίματος, ούρων ή αρθρικού υγρού μπορεί να χρειαστεί για τις εργαστηριακές εξετάσεις. Κάποιες από αυτές τις εξετάσεις ίσως χρειαστεί να γίνονται τακτικά για να διαπιστωθεί η πορεία της νόσου και η αποτελεσματικότητα της θεραπείας.

Ο γιατρός ίσως χρειαστεί να δει τον ασθενή αρκετές φορές προκειμένου να θέσει μία ασφαλή διάγνωση.

Θεραπεία

Η θεραπεία διαφοροποιείται ανάλογα με την εκάστοτε αρθρίτιδα ή νευρολογικό νόσημα, ωστόσο, συνήθως περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

Φυσική Άσκηση

Η φυσική άσκηση μπορεί να μειώσει τον πόνο και την ακαμψία στις αρθρώσεις και να αυξήσει την ευκαμψία, τη μυϊκή δύναμη και την αντοχή. Βοηθά ακόμη στη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, που με τη σειρά του μειώνει την καταπόνηση στις προσβεβλημένες αρθρώσεις. Οι καλύτερες ασκήσεις για τους ασθενείς με αρθρίτιδα είναι αυτές που καταπονούν λιγότερο τις αρθρώσεις, όπως το περπάτημα, η εκτάσεις των άκρων, το στατικό ποδήλατο, οι ασκήσεις σε πισίνα και το κολύμπι. Μόνο ο γιατρός ή ο φυσιοθεραπευτής μπορεί να προτείνει ένα σωστό πρόγραμμα ασκήσεων.

Διατροφή

Αν και δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη δίαιτα που βοηθάει στη θεραπεία της αρθρίτιδας, μία σωστή διατροφή, σε συνδυασμό με φυσική άσκηση, μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να διατηρήσουν ένα υγιές σωματικό βάρος. Η διατροφή είναι ιδιαίτερα σημαντική σε ασθενείς με ουρική αρθρίτιδα. Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να αποφεύγουν το αλκοόλ και τα φαγητά πλούσια σε πουρίνες, όπως τα κρέατα που προέρχονται από όργανα (συκώτι, νεφρά), τις σαρδέλες, το γαύρο και τις σάλτσες.

Φάρμακα

Ένα σύνολο φαρμάκων χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των ρευματολογικών νοσημάτων. Το είδος του φαρμάκου που χρησιμοποιείται εξαρτάται από την κάθε νόσο και προσαρμόζεται στις ανάγκες του κάθε ασθενή. Τα φάρμακα δεν θεραπεύουν τη νόσο, αλλά μάλλον περιορίζουν τα συμπτώματά της. Σε κάποιες περιπτώσεις, ειδικά στη ρευματοειδή αρθρίτιδα ή άλλου τύπου φλεγμονώδη αρθρίτιδα, η φαρμακευτική αγωγή επιβραδύνει την πορεία της νόσου και αποτρέπει την περεταίρω αρθρική βλάβη.

Ακολουθούν κάποιες κατηγορίες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται συχνά στη θεραπεία των ρευματολογικών νοσημάτων:

  • Από του στόματος αναλγητικά: Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται για την ανακούφιση από τον πόνο. Αυτά είναι είτε απλά αναλγητικά όπως η ακεταμινοφαίνη ή πιο δυνατά αναλγητικά που χορηγούνται μόνο με συνταγή γιατρού όπως η οξυκωδώνη ή η υδροκωδώνη. Τα τελευταία χρησιμοποιούνται μόνο σε περιπτώσεις πολύ έντονου πόνου ή μετεγχειρητικό πόνο ή πόνο από κάταγμα.
  • Τοπικά αναλγητικά: Αυτά περιλαμβάνουν κρέμες ή αλοιφές που εφαρμόζονται τοπικά στο δέρμα πάνω σε μία άρθρωση ή έναν μυ και ανακουφίζουν από τον πόνο μέσω ενός ή περισσότερων δραστικών ουσιών που περιέχουν.
  • Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα (ΜΣΑΦ): Μία μεγάλη οικογένεια φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση τόσο του πόνου όσο και την φλεγμονής. Κάποια από αυτά, όπως η ιβουπροφένη, δεν χρειάζονται συνταγή. Πολλά άλλα, όπως μία υποκατηγορία ΜΣΑΦ που ονομάζονται αναστολείς COX-2, είναι διαθέσιμα μόνο με ιατρική συνταγή.
  • Τροποποιητικά της νόσου αντιρευματικά φάρμακα (DMARDs): Μία οικογένεια φαρμάκων που χρησιμοποιείται για να επιβραδύνει ή να αποτρέψει τη ζημιά που προκαλεί το ανοσοποιητικό σύστημα στις αρθρώσεις σε φλεγμονώδεις αρθρίτιδες όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και η αγκυλωτική σπονδυλίτιδα.
  • Τροποποιητές της βιολογικής απόκρισης: Μία σχετικά νέα οικογένεια γενετικά κατασκευασμένων φαρμάκων που αναστέλλουν συγκεκριμένες μοριακές οδούς του ανοσοποιητικού συστήματος που εμπλέκονται στη δημιουργία φλεγμονής.
  • Αναστολείς της κινάσης Janus: Μία νέα οικογένεια φαρμάκων που λειτουργούν αναστέλλοντας τις κινάσες Janus ή JAK, που εμπλέκονται στην ανοσιακή απόκριση του οργανισμού.
  • Κορτικοστεροειδή: Είναι δυνατά φάρμακα με αντιφλεγμονώδη δράση που ομοιάζουν την κορτιζόνη που παράγεται φυσιολογικά από το σώμα μας. Τα κορτικοστεροειδή χορηγούνται από το στόμα, σε μορφή αλοιφής για το δέρμα, ενδοφλεβίως ή ενέσιμα απευθείας στις αρθρώσεις.

Αν και όλα αυτά τα φάρμακα είναι εν δυνάμει θεραπευτικά για τις αρθρίτιδες και τις ρευματολογικές νόσους, σχεδόν όλα μπορεί να συνοδεύονται από σοβαρές παρενέργειες. Κατά τη συνταγογράφηση φαρμάκων, ο γιατρός πρέπει πάντα να σταθμίζει του πιθανούς κινδύνους της θεραπείας που προτείνει.

Θεραπείες ζέστης και κρύου

Η ζέστη και το κρύο μπορεί να είναι εξίσου θεραπευτικά για την μείωση του πόνου και της φλεγμονής στις αρθρίτιδες. Η θεραπεία ζέστης αυξάνει τη ροή του αίματος, την αντοχή στον πόνο και την ευκαμψία. Η θεραπεία κρύου μουδιάζει τα νεύρα γύρω από την άρθρωση για να μειώσει τον πόνο και μπορεί να ανακουφίσει από τη φλεγμονή και τους μυϊκούς σπασμούς. Η θεραπεία ζέστης περιλαμβάνει την τοποθέτηση ζεστών πετσετών ή θερμοφόρας στην άρθρωση που φλεγμαίνει ή ένα ζεστό μπάνιο. Η θεραπεία κρύου περιλαμβάνει ψυχρά επιθέματα, εντριβές με πάγο ή ειδικά σπρέι και αλοιφές που ψύχουν το δέρμα και τις αρθρώσεις.

Θεραπεία χαλάρωσης

Η θεραπεία χαλάρωσης βοηθά στη μείωση του πόνου διδάσκοντας στους ασθενείς πως να μειώσουν την μυϊκή τάση στο σώμα με διάφορους τρόπους. Σε μία από τις τεχνικές της θεραπείας χαλάρωσης, ο ασθενής σφίγγει μία μυϊκή ομάδα και στη συνέχεια χαλαρώνει την τάση αργά. Οι γιατροί και οι φυσιοθεραπευτές μπορούν να διδάξουν στους ασθενείς μία μεγάλη ποικιλία τεχνικών χαλάρωσης.

Νάρθηκες και κηδεμόνες

Χρησιμοποιούνται για να υποστηρίξουν αποδυναμωμένες αρθρώσεις ή να τους επιτρέψουν να ξεκουραστούν. Κάποιοι αποτρέπουν εντελώς τις κινήσεις της άρθρωσης ενώ άλλες επιτρέπουν κάποιες κινήσεις. Ένας νάρθηκας ή κηδεμόνας πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο όταν αυτό προτείνεται από ένα γιατρό, ο οποίος θα ενημερώσει τον ασθενή για τη σωστή εφαρμογή του καθώς και θα παράσχει οδηγίες για τη χρήση του.

Βοηθητικά μηχανήματα

Ένας ασθενής με αρθρίτιδα μπορεί να χρησιμοποιήσει διάφορα μηχανήματα για να αντιμετωπίσει τον πόνο. Για παράδειγμα, αν χρησιμοποιεί ένα μπαστούνι για το βάδισμά του, μειώνεται το βάρος στο γόνατο ή το ισχίο που πάσχει. Ένα ορθοπεδικό επίθεμα στο παπούτσι μπορεί να ανακουφίσει από τον πόνο που προκαλείται από το περπάτημα και προέρχεται από αρθρίτιδα στο πόδι ή στο γόνατο.

Χειρουργική επέμβαση

Σε περίπτωση που η αρθρική βλάβη είναι εκτενής και οφείλεται σε τραυματισμό μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση προκειμένου να επαναφέρει την κινητικότητα ή να απαλύνει τον πόνο. Διάφορα είδη χειρουργικών επεμβάσεων προτείνονται για την αρθρίτιδα. Κυμαίνονται από απλές επεμβάσεις που γίνονται αρθροσκοπικά (μέσα από μικρές τομές στις αρθρώσεις) έως την χειρουργική αφαίρεση και αντικατάσταση μίας κατεστραμμένης άρθρωσης με μία τεχνητή, επέμβαση που είναι γνωστή ως ολική αντικατάσταση άρθρωσης.

Φωτογραφία: Andrea Piacquadio

Ακολουθήστε μας στο Google News για την έγκυρη επιστημονική ενημέρωσή σας, έγκαιρα!

Μην χάσετε:
Σχετικά Αρθρα